Για την διαπολιτισμική εκπαίδευση σε δύσκολους καιρούς

Κοινοποίηση

Για την διαπολιτισμική εκπαίδευση σε δύσκολους καιρούς

Για την διαπολιτισμική εκπαίδευση σε δύσκολους καιρούς

Του Γιώργου Λεχουρίτη, συστημικού θεραπευτή με υπαρξιακό προσανατολισμό

«Σε έναν κόσμο που δοκιμάζεται από τις ταχύτατες αλλαγές, και στον οποίο η πολιτιστική, πολιτική, οικονομική και κοινωνική αναταραχή γεννά νέες προκλήσεις στον παραδοσιακό τρόπο ζωής, η εκπαίδευση έχει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην προώθηση της κοινωνικής συνοχής και της ειρηνικής συνύπαρξης» (UNESCO 2007:8).

Η UNESCO δηλώνει ότι τα σχολεία, ως ένα από τα κυρίαρχα θεσμικά όργανα της κοινωνίας, έχουν ως αποστολή «την ανάπτυξη των δυνατοτήτων των εκπαιδευόμενων μέσα από τη μετάδοση της γνώσης και τη δημιουργία δεξιοτήτων, στάσεων και αξιών οι οποίες θα καταστήσουν ικανούς τους εκπαιδευόμενους ώστε να ζήσουν εντός της κοινωνίας» (UNESCO 2007:12).

Στον εκπαιδευτικό τομέα τα τελευταία χρόνια, η διαπολιτισμική εκπαίδευση έχει αποτελέσει σημαντικό αντικείμενο συζήτησης, γεγονός το οποίο έχει οδηγήσει σε μία σειρά εκδόσεων από τους δύο μεγαλύτερους διεθνείς οργανισμούς που ασχολούνται με κοινωνικά ζητήματα και την ανάπτυξη των αντίστοιχων εκπαιδευτικών πολιτικών: τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) και το Συμβούλιο της Ευρώπης.

Οι συγκεκριμένοι οργανισμοί έχουν διαμορφώσει ένα όραμα κοινωνικής ανάπτυξης με βάση τα ανθρώπινα δικαιώματα (ΟΗΕ) ή σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη δημοκρατία και το Κράτος Δικαίου (Συμβούλιο της Ευρώπης), το όραμα αυτό λειτουργεί ως φωτεινό παράδειγμα για τη διαπολιτισμική εκπαίδευση. Έτσι η εκπαίδευση αποτελεί «το όργανο τόσο της πολύπλευρης ανάπτυξης του ανθρώπου όσο και της συμμετοχής του στην κοινωνική ζωή» (UNESCO 1992:4).

Η UNESCO, σε μια από τις δημοσιεύσεις της, προσφέρει έναν από τους πληρέστερους ορισμούς για την έννοια του πολιτισμού, ο οποίος συνιστά: […] το σύνολο των διακριτών πνευματικών, υλικών, διανοητικών και συναισθηματικών χαρακτηριστικών μιας κοινωνίας ή μιας κοινωνικής ομάδας … [που περιλαμβάνει] εκτός από την τέχνη και τη λογοτεχνία, τον τρόπο ζωής, τους τρόπους συμβίωσης, τα συστήματα αξιών, τις παραδόσεις και τις πεποιθήσεις. (UNESCO 2001, όπως αναφέρεται στο 2007:12: UNESCO)

Η γλώσσα είναι μια από τις πιο καθολικές και διακριτές εκφάνσεις του ανθρώπινου πολιτισμού — ίσως μάλιστα η πιο ουσιαστική. Βρίσκεται στο επίκεντρο των ζητημάτων της ταυτότητας και της συνείδησης, της μνήμης και της μετάδοσης της γνώσης… Τα ζητήματα που σχετίζονται με τη γλώσσα βρίσκονται στην καρδιά του πολιτισμού. Οι γλώσσες προκύπτουν από τη συλλογική και ιστορική εμπειρία και εκφράζουν συγκεκριμένες πολιτιστικές απόψεις και συστήματα αξιών… Τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη γλώσσα είναι επίσης κεντρικά στην έννοια της εκπαίδευσης. Οι γλωσσικές δεξιότητες είναι θεμελιώδεις για την ενδυνάμωση του ατόμου στις δημοκρατικές και πλουραλιστικές κοινωνίες, δεδομένου ότι προσδιορίζουν τα σχολικά επιτεύγματα, προωθούν την πρόσβαση σε άλλους πολιτισμούς και ενθαρρύνουν την ειλικρίνεια στην πολιτιστική ανταλλαγή (UNESCO 2007:13).

Ενδεικτικά στην 31η Σύνοδο της Γενικής Διάσκεψης της UNESCO στο Παρίσι το 2001 υιοθετήθηκε η Οικουμενική Διακήρυξη για την πολιτιστική πολυμορφία η οποία «καθιστά σαφές ότι κάθε άτομο πρέπει να αναγνωρίζει όχι μόνο τη διαφορετικότητα σε όλες τις μορφές της, αλλά και τον πλουραλισμό της δικής του ταυτότητας, μέσα σε κοινωνίες που είναι οι ίδιες πλουραλιστικές» (2001).

Η ίδια Διακήρυξη αποσαφηνίζει τον όρο του πολιτισμού ο οποίος «θα πρέπει να θεωρείται ως το σύνολο διακριτών πνευματικών, υλικών, διανοητικών και συναισθηματικών χαρακτηριστικών της κοινωνίας ή μιας κοινωνικής ομάδας, και ό,τι περιλαμβάνει, εκτός από τις τέχνες και τα γράμματα, τον τρόπο ζωής, τους τρόπους συμβίωσης, τα συστήματα αξιών, τις παραδόσεις και τα πιστεύω». 

Ο ορισμός αυτός είναι σύμφωνος με τα συμπεράσματα της Παγκόσμιας Διάσκεψης για την Πολιτιστική Πολιτική (MONDIACULT, Πόλη Μεξικού, 1982), της Παγκόσμιας Επιτροπής για τον Πολιτισμό και την Ανάπτυξη (Η Δημιουργική μας Πολυμορφία, 1995), και της Διακυβερνητικής Διάσκεψης για την Πολιτιστική Πολιτική υπέρ της Ανάπτυξης (Στοκχόλμη, 1998), σχόλιο εντός της Οικουμενικής Διακήρυξης.

Κατά παράδοση, έχουν υπάρξει δύο προσεγγίσεις: η πολυπολιτισμική εκπαίδευση και η διαπολιτισμική εκπαίδευση. Η πολυπολιτισμική εκπαίδευση χρησιμοποιεί την εκμάθηση άλλων πολιτισμών με σκοπό την καλλιέργεια της αποδοχής, ή τουλάχιστον της ανοχής, αυτών των πολιτισμών. Η διαπολιτισμική εκπαίδευση έχει ως στόχο να υπερβεί την παθητική συνύπαρξη, να επιτύχει έναν αναπτυσσόμενο και βιώσιμο τρόπο συμβίωσης στις πολυπολιτισμικές κοινωνίες μέσα από την ανάπτυξη της κατανόησης, του σεβασμού και του διαλόγου μεταξύ των διαφορετικών πολιτιστικών ομάδων. (UNESCO 2007:18)

Οι οδηγίες της UNESCO (2007:32 κ.ε.) καθιερώνουν τρεις γενικές αρχές για τη διαπολιτισμική εκπαίδευση, οι οποίες μπορούν να χρησιμεύσουν ως κατευθυντήριοι άξονες ή γενικοί στόχοι:

Αρχή Ι: Η διαπολιτισμική εκπαίδευση σέβεται την πολιτιστική ταυτότητα του μαθητή μέσω της παροχής πολιτιστικά κατάλληλης και αντίστοιχης ποιοτικής εκπαίδευσης για όλους.

Αρχή ΙΙ: Η διαπολιτισμική εκπαίδευση παρέχει σε κάθε μαθητή την πολιτιστική γνώση και τις απαραίτητες στάσεις και δεξιότητες για την επίτευξη ενεργούς και πλήρους συμμετοχής στην κοινωνία.

Αρχή ΙΙΙ: Η διαπολιτισμική εκπαίδευση παρέχει σε όλους τους μαθητές την πολιτιστική γνώση, τις στάσεις και τις δεξιότητες που τους επιτρέπουν να συμβάλλουν στον σεβασμό, την κατανόηση και την αλληλεγγύη μεταξύ των ατόμων, αλλά και των εθνοτικών, κοινωνικών, πολιτιστικών και θρησκευτικών ομάδων και εθνών.

Ο Helmut Essinger (όπ. αναφ. στο Γεωργογιάννης, 1999, σ. 50) κάνει λόγο για τέσσερις βασικές αρχές που διέπουν τη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση: την ενσυναίσθηση, την αλληλεγγύη, το σεβασμό της πολιτισμικής ετερότητας και την εξάλειψη του εθνικιστικού τρόπου σκέψης, των εθνικών στερεοτύπων και των προκαταλήψεων.

Πιο συγκεκριμένα:

Εκπαίδευση για ενσυναίσθηση (empathy), που σημαίνει να μάθουμε να κατανοούμε τους άλλους, να τοποθετούμε τον εαυτό μας στη θέση τους, να βλέπουμε τα προβλήματά τους μέσα από τα δικά τους τα μάτια και να καλλιεργούμε τη συμπάθειά μας γι` αυτούς.

Πρώτιστο έργο της εκπαίδευσης είναι να ενθαρρύνει το άτομο να ενδιαφερθεί για τους άλλους, τα προβλήματά τους και τη διαφορετικότητά τους.

Εκπαίδευση για αλληλεγγύη. Θεωρείται βασικός στόχος της εκπαίδευσης σε μια ανθρώπινη κοινωνία. Η έννοια της αλληλεγγύης υποδηλώνει μια έκκληση για την καλλιέργεια μιας συλλογικής συνείδησης, η οποία υπερβαίνει τα όρια των ομάδων, των φυλών και των κρατών καθώς επίσης και μια έκκληση για παραμερισμό της κοινωνικής ανισότητας και αδικίες.

Εκπαίδευση για διαπολιτισμικό σεβασμό. Σε μια κοινωνία που στερείται σεβασμού στην πολιτισμική ετερότητα η αρχή αυτή θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική. Ο εκσυγχρονισμός που δε σέβεται την ιστορική μνήμη δε μπορεί να σέβεται τον πολιτισμικό. Ο σύγχρονος τρόπος ανάπτυξης εκμεταλλεύεται και καταστρέφει τόσο το φυσικό περιβάλλον όσο και τον πολιτισμό του ανθρώπου. Ο σεβασμός του πολιτισμού μπορεί να πραγματοποιηθεί με το άνοιγμά μας στους άλλους πολιτισμούς που αποτελεί ταυτόχρονα και μια πρόσκληση στους άλλους να συμμετέχουν στο δικό μας πολιτισμό.

Εκπαίδευση εναντίον του εθνικιστικού τρόπου σκέψης, που σημαίνει εξάλειψη των εθνικών στερεοτύπων και προκαταλήψεων για να μπορέσουν οι διαφορετικοί λαοί να ανοίξουν διάλογο και να επικοινωνήσουν μεταξύ τους. Η διαπολιτισμική εκπαίδευση είναι πάνω από όλα μια έκκληση για συνάντηση και διάλογο που θα σπάσει τον επαρχιωτισμό της εθνικής καταγωγής και θα ανοίξει ένα νέο δρόμο στην αλληλεγγύη με τους συνανθρώπους μας ανεξάρτητα από την εθνική και πολιτισμική τους προέλευση.

Συνεπώς η διαπολιτισμική εκπαίδευση, επιδιώκει την ευρύτερη κοινωνική ανάπτυξη των παιδιών, μέσω μιας πιο ανθρωπιστικής προσέγγισης, αρχών και αξιών που διέπονται από δημοκρατικά ιδεώδη.

Η επίσημη εκπαίδευση στην Ελλάδα, ακολουθώντας το δόγμα «ένα έθνος, μία γλώσσα, μία θρησκεία», υπήρξε πάντα μονοπολιτισμική (Φραγκουδάκη & Δραγώνα, 1997).

Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η εισαγωγή των αρχών της Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα συνοδεύεται από ιδιαιτερότητες, δυσκολίες, αλλά και αντιφάσεις ανάμεσα στο θεσμικό πλαίσιο και την πρακτική τους εφαρμογή.

«1. Σκοπός της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης είναι η οργάνωση και λειτουργία σχολικών μονάδων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για την παροχή εκπαίδευσης σε νέους με εκπαιδευτικές, κοινωνικές, πολιτιστικές ή μορφωτικές ιδιαιτερότητες»(Νόμος 2413/96, Οργάνωση Λειτουργία Σχολείων Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης, (ΦΕΚ 124 τ. Α/17.6.1996), Άρθρο 34, παράγραφος 1).

Συνεπώς η διαπολιτισμική εκπαίδευση δεν αφορά μόνο την ακαδημαϊκή επιτυχία παιδιών μεταναστών, επιδιώκει ταυτόχρονα και την ευρύτερη κοινωνική ανάπτυξη των παιδιών, μέσω μιας πιο ανθρωπιστικής προσέγγισης, αρχών και αξιών που διέπονται από δημοκρατικά ιδεώδη. Για παράδειγμα προωθούνται τέσσερις βασικοί στόχοι για επίτευξη:

  • Μαθαίνω για να ΓΝΩΡΙΖΩ
  • Μαθαίνω για να ΚΑΝΩ
  • Μαθαίνω για να ΕΙΜΑΙ
  • Μαθαίνω να ΖΩ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ

Το σχολείο είναι ο αδιαπραγμάτευτος χώρος μετάδοσης τόσο των γνώσεων, όσο και του ηθικού και πνευματικού πολιτισμού, άρα είναι εκεί όπου θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε μαζί.

Είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι, στο πλαίσιο του σεβασμού της ετερότητας, δεν ζητάμε από κανέναν να αλλάξει, αρνούμενος την ιδιαίτερη ταυτότητά του.

Το ζητούμενο είναι η δημιουργία ενός πλαισίου συνεννόησης και διαλόγου, με τη διάνοιξη ενός διαύλου επικοινωνίας, που εν τέλει θα βοηθήσει στη συνεργασία μεταξύ των πολιτών, ανεξαρτήτως προέλευσής τους.             Το σχολείο καλείται να παίξει, σε συνεργασία με την κοινότητα, ένα θεμελιώδη ρόλο στην υιοθέτηση  νέων στάσεων, πρακτικών και συμπεριφορών, ώστε να μάθουμε να ζούμε μαζί.

Με αυτόν τον τρόπο στη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση προάγονται ένα σύνολο ικανοτήτων και δεξιοτήτων:

Η ενσυναίσθηση και η προαγωγή της συναισθηματικής νοημοσύνης

Η επικοινωνία

Η ομαδική συνεργασία

Η αποδοχή και η ειρηνική συνύπαρξη

Η κατανόηση των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων

Η αλληλέγγυα και δικτυωμένη σκέψη

Η δυνατότητα επίλυσης συγκρούσεων

Η κριτική συνειδητοποίηση των αντιφάσεων και παραδόξων της Μετά(ή Ύστερης) Νεωτερικότητας

Σύμφωνα με τη Χατζησωτηρίου(2010), η διαπολιτισμική εκπαίδευση απαιτεί ένα ευρύτερο σχεδιασμό και συντονισμό εντός και εκτός σχολικού περιβάλλοντος, που θα περιλαμβάνουν κοινωνικό-ακτιβιστικές σχολικές πολιτικές, εκπαιδευτική ατζέντα αντιπροκατάληψης, πρόσληψη εκπαιδευτικών από μειονοτικές ομάδες και ταυτόχρονα ανάπτυξη δικτύων συνεργασίας εντός και εκτός των σχολείων.

Έτσι η διαπολιτισμική εκπαίδευση αφορά στον μετασχηματισμό τριών βασικών επιπέδων: του σχολείου μαζί με το εκπαιδευτικό σύστημα, των εκπαιδευτικών μαζί με τους γονείς, της κοινωνίας.

Ο άνθρωπος και οι ομάδες του, τα τελευταία χρόνια έχει έρθει αντιμέτωπος με πρωτόγνωρες καταστάσεις και τις πολλαπλές παγκόσμιες συνέπειές τους όπως η πανδημία, ο εγκλεισμός, η ραγδαία τεχνολογική ανάπτυξη, η έξαρση των βίαιων φαινομένων, η κλιματική αλλαγή, η εμπόλεμη κατάσταση και το ενεργειακό. Όλα αυτά τα ζητήματα που άλλοτε μας είναι πιο κοντά και άλλοτε πιο μακριά, μας φέρνουν αντιμέτωπους με νέες εξωτερικές κρίσεις οι οποίες είναι συνδεδεμένες θεραπευτικά με βαθύτερες εσωτερικές κρίσεις.

Έτσι οι καινούριες συνθήκες παγκοσμιοποίησης, πολέμου, μεταναστευτικών ροών, οικονομικής, οικολογικής και ενεργειακής κρίσης αλλάζουν με οδυνηρό τρόπο το εκπαιδευτικό σύστημα, το δημογραφικό και πολιτιστικό χάρτη της χώρας μας, ένα φαινόμενο όμως που δεν είναι σημερινό. Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο το εκπαιδευτικό σύστημα δύναται να ανταπεξέλθει στις ανάγκες των παιδιών αυτών, οι οποίες δεν είναι μόνο εκπαιδευτικές.

Και αυτό γεννά το ερώτημα σχετικά με την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σχετικά με τη διαπολιτισμική εκπαίδευση.

Επειδή στο ελληνικό σχολείο εξακολουθεί να εφαρμόζεται η αφομοιωτική πολιτική με εθνοκεντρικά στοιχεία.

Η έρευνα των Φραγκουδάκη και Δραγώνα (1997) επεδίωξε να μελετήσει την εικόνα του «εθνικού άλλου» έτσι όπως εμφανίζεται στο λόγο των εκπαιδευτικών και τα σχολικά εγχειρίδια για να διαπιστώσει την επίμονη υπεράσπιση της ομοιογένειας από μέρους των εκπαιδευτικών, η οποία ουσιαστικά υποδηλώνει την επιλογή μιας αφομοιωτικής εκπαιδευτικής προσέγγισης (Φραγκουδάκη & Δραγώνα, 1997).

Περισσότεροι από τους μισούς εκπαιδευτικούς του δείγματος (61%) εξέφρασαν απόψεις που αντανακλούσαν την εθνικιστική ιδεολογία και αποκάλυπταν αισθήματα ξενοφοβίας, καθώς για τους ίδιους η παγκοσμιοποίηση, η ευρωπαϊκή προοπτική και η είσοδος των μεταναστών απειλούν την ελληνική ταυτότητα και τα ελληνικά ήθη.

Από τα παραπάνω έχουμε επειγόντως ανάγκη τα ακόλουθα)(βλ. Kalanztis, Μ., Cope, Β,2013):

Η Εκπαίδευση σε κοινωνικό επίπεδο: Απαιτεί μια νέα εκπαιδευτική πολιτική (ένα νέο όραμα).

Η Εκπαίδευση σε θεσμικό επίπεδο: Απαιτεί μια νέα εκπαιδευτική φιλοσοφία από την οποία προκύπτουν εκπαιδευτικές έννοιες (λ.χ. για τη σχολική ανάπτυξη, την πρόληψη της ψυχοκοινωνικής δυσλειτουργικότητας,  την προ-υπηρεσιακή και επιμορφωτική κατάρτιση).

Η Εκπαίδευση σε επίπεδο της τάξης και του μαθητή: Απαιτεί νέες εκπαιδευτικές αρχές (π.χ. σχετικά με την καταλληλότητα του περιβάλλοντος, την εισαγωγή της βιωματικής ομαδοσυνεργατικής προσέγγισης και την επάρκεια των μεθόδων διδασκαλίας και μάθησης).

Οι στόχοι του Γυμνασίου είναι η προώθηση της ολόπλευρης ανάπτυξης των μαθητών σύμφωνα με τις δυνατότητες που έχουν σε αυτή την ηλικία, η διεύρυνση του συστήματος αξιών των μαθητών, ο εμπλουτισμός και συνδυασμός της γνώσης με τους ανάλογους κοινωνικούς προβληματισμούς, η καλλιέργεια της γλωσσικής έκφραση, η σωματική ανάπτυξη, η επαφή με τις διάφορες μορφές τέχνης, η διαμόρφωση αισθητικού κριτηρίου και η συνειδητοποίηση δυνατοτήτων, κλίσεων, δεξιοτήτων και ενδιαφερόντων(Ν. 1566/1985,ΦΕΚ 167/Α/30-9-1985)

Οι στόχοι του Ενιαίου Λυκείου είναι η ολόπλευρη ανάπτυξη των ικανοτήτων – δεξιοτήτων του μαθητή, η προετοιμασία του για το ρόλο του μέσα στη σύγχρονη κοινωνία, η έμφαση στη γενική παιδεία και η οριζόντια και κάθετη κινητικότητα στις άλλες ισότιμες ή ανώτερες βαθμίδες του εκπαιδευτικού συστήματος(Ν. 4186/2013 (ΦΕΚ 193/Α/17-9-2013).

Από την άλλη η διαπολιτισμική εκπαίδευση έχει θετική επίδραση και στην ψυχολογία των παιδιών. Εφόσον αυτά συναναστρέφονται καθημερινά με παιδιά διαφορετικών εθνικοτήτων, έχουν αναπτύξει σχέσεις φιλίας μεταξύ τους, κάτι που οδηγεί στην καλή κοινωνικοποίησή τους αλλά και στην ομαλή ένταξή τους στην κοινωνία. Δεν αναπτύσσουν εχθρικά συναισθήματα ή το αίσθημα του σκληρού ανταγωνισμού απέναντι στους συμμαθητές τους. Αντιθέτως, μαθαίνουν να λειτουργούν με άξονα την αλληλεγγύη και την ευγενή άμιλλα. Επιπλέον, αμβλύνονται τα κρούσματα σχολικού εκφοβισμού τα οποία συνήθως οφείλονται σε διενέξεις μαθητών διαφορετικών εθνικοτήτων, καθώς το κλίμα είναι φιλικό μεταξύ τους, η ψυχολογία όλων των μαθητών είναι ανεβασμένη και βλέπουν το σχολείο ως ένα μέρος ειρήνης και χαράς.

Το έλλειμμα ανθρώπινων σχέσεων στο εκπαιδευτικό σύστημα

Σύμφωνα με την Αναγνωστοπούλου (2005), τα χαρακτηριστικά των καλών διαπροσωπικών σχέσεων είναι ο αμοιβαίος σεβασμός, η αμοιβαία εμπιστοσύνη, το αμοιβαίο ενδιαφέρον, η συναισθηματική κατανόηση του ενός για τον άλλο, η επιθυμία του ενός να ακούει τον άλλο, η έμφαση στις θετικές ενέργειες παρά στα λάθη, η αποδοχή των μειονεκτημάτων και των αδυναμιών, η υποστήριξη αυτών για την απαλοιφή τους, η συνεργασία και ισότιμη συμμετοχή στη διευθέτηση των αντιπαραθέσεων, η ανταλλαγή ιδεών, καθώς και η αμοιβαία έκφραση συναισθημάτων.

Έρευνες δείχνουν ότι η συμπεριφορά των εκπαιδευτικών προς τους μαθητές και αντιστρόφως, επηρεάζεται από τα ατομικά γνωρίσματα των μαθητών, όπως η κοινωνικοοικονομική τους προέλευση, η ηλικία, το φύλο, η επίδοση, όπως και η φυσική ελκυστικότητα (Αναγνωστοπούλου, 2005).

Το ελληνικό δημοτικό σχολείο, εκτός φωτεινών εξαιρέσεων, εξακολουθεί να παραμένει σε σημαντικό βαθμό ένα μονόγλωσσο, μονοπολιτισμικό σχολείο όπου η διαπολιτισμική αγωγή φαίνεται να αποτελεί μύθο, αφού η προσέγγιση των αλλοδαπών μαθητών γίνεται κυρίως με γνώμονα την κυρίαρχη ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό, χωρίς στις περισσότερες περιπτώσεις να λαμβάνονται υπόψη οι πολιτισμικές ανάγκες και ιδιαιτερότητες που έχουν.

Ως αποτέλεσμα, οι λύσεις  είναι συχνά τεχνικές, στερούνται σαφών στόχων και σταθερών ηθικών αρχών: αντί να επιλυθούν, τα προβλήματα κλιμακώνονται.

Η κατάσταση στρέφεται προς τα κάτω σε μια παλινδρομική «θεραπεία» στην οποία οι λύσεις είναι συχνά χειρότερες από την ίδια την «ασθένεια». (Coulby, 2006)

Αλλαγή πλεύσης μ’ ένα νέο τρόπο σκέψης και δράσης: Γιατί η βαθιά συστημική αλλαγή ξεκινάει από ΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ ΜΕΣΑ ΜΑΣ, που αφορά  τον εαυτό μας, και όχι από εξωτερικούς παράγοντες, ΠΡΟΧΩΡΆ ΣΤΗΝ ΑΛΛΑΓΉ ΤΩΝ ΣΧΈΣΕΩΝ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΚΑΙ ΤΕΛΟΣ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΖΕΙ ΤΙΣ ΔΟΜΕΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΘΕΣΜΟΥΣ. Και τα τρία αυτά επίπεδα χρειάζεται ταυτόχρονα να προαχθούν!     Η άνευ όρων αποδοχή για την οποία μίλησε ο Carl Rogers, σημαίνει ακριβώς αυτό: να καλλιεργούμε μια θετική, δημιουργική και αγωνιστική εσωτερική στάση ζωής που επιτρέπει την καθιέρωση μιας κοινωνίας με αλληλεπίδραση και αλληλεξάρτηση, με πνεύμα αμοιβαιότητας και ισότητας στα κοινωνικά μέλη, με αλληλαποδοχή των παναθρώπινων εκατέρωθεν αξιών και ακόμα την άποψη των βασικών δικαιωμάτων που έχουν τα κοινωνικά όντα, σύμφωνα με το Χάρτη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.( Παπάς, Α. 1998).

Βιβλιογραφικές αναφορές

Αναγνωστοπούλου, Μ. (2005): Οι διαπροσωπικές σχέσεις εκπαιδευτικών και μαθητών στη σχολική τάξη. Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη (σελ. 13-21, 31).

Γεωργογιάννης, Π. (1999). Θέματα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Αθήνα: Gutenberg.

Coulby, D. (2006). Intercultural education: theory and practice. 245-257.

Δραγώνα, Θ., Φραγκουδάκη, Α. (1997). «Τι είν’ η πατρίδα μας;». Εθνοκεντρισμός στην Εκπαίδευση, Αθήνα: Αλεξάνδρεια.

Kalanztis, Μ., Cope, Β. (2013). Νέα Μάθηση. Βασικές αρχές για την επιστήμη της εκπαίδευσης. Αθήνα: Κριτική.

Παπάς, Α. (1998), «Διαπολιτισμική Παιδαγωγική και Διδακτική», Αθήνα, σ..301.

Χατζησωτηρίου, Χ. (2010). Εδραιώνοντας τη διαπολιτισμική εκπαίδευση: Από το διαπολιτισμικό κράτος προς το διαπολιτισμικό σχολείο. Δελτίο Εκπαιδευτικού Ομίλου Κύπρου, 11, (σελ. 6-7)

Φραγκουδάκη, Ά. (1985). Κοινωνιολογία της εκπαίδευσης: Θεωρίες για την κοινωνική ανισότητα στο σχολείο. Αθήνα: Παπαζήση.

UNESCO (1992), International Conference on Education: Final Report, Paris.

UNESCO (1995), Our creative diversity: report of the World Commission on Culture and Development, Paris.

UNESCO (2001). Οικουμενική Διακήρυξη της UNESCO για την Πολιτιστική Πολυμορφία. Παρίσι: UNESCO.

UNESCO (2002). Information and Communication Technology in Education – A Curriculum for Schools and Programme for Teacher Development. Paris: UNESCO.

UNESCO (2005). Integrated framework of action on education for peace, human rights and democracy, Paris.

UNESCO (2007), UNESCO Guidelines on Intercultural Education, Paris.

Κοινοποίηση

Ρωτήστε μας ότι σας ενδιαφέρει συμπληρώνοντας την παρακάτω φόρμα

137 Seacoast Ave, New York, NY 10094
+1 (234) 466-9764
Excuisite food, unforgettable atmosphere...