Η αισιόδοξη ματιά για τον άνθρωπο: Η Προσωποκεντρική Θεωρία του Carl Rogers

Κοινοποίηση

Η αισιόδοξη ματιά για τον άνθρωπο: Η Προσωποκεντρική Θεωρία του Carl Rogers

Δημοσίευση από Γιώργο Λεχουρίτη Ψυχολόγο- Συστημικό θεραπευτή με υπαρξιακό προσανατολισμό

Στα μέσα του 20 αιώνα, όταν η ψυχανάλυση και ο συμπεριφορισμός αποτελούσαν ακόμη την επικρατούσα «δύναμη» στο χώρο της ψυχοθεραπείας, ο ψυχολόγος Carl Rogers παρουσίασε μια μη κατευθυντική πρόταση προσφέροντας στο ευρύτερο πεδίο μια εναλλακτική άποψη στις παραπάνω προσεγγίσεις.
Η θεωρία του Rogers, μαζί με μερικές ακόμη ανάλογα προσανατολισμένες θεωρίες, συγκρότησαν το ανθρωπιστικό κίνημα το οποίο χαρακτηρίσθηκε ως η «Τρίτη δύναμη» στον χώρο της ψυχοθεραπείας (Ποταμιάνος, 1999).
Ήταν η εποχή όπου η «τέχνη» της ψυχοθεραπείας είχε αρχίσει να αμφισβητείται (χαρακτηριστική είναι η έρευνα του Eysenck το 1952) , τουλάχιστον αναφορικά με τις παραδοσιακές μεθόδους.
Ο Rogers, θέλοντας να δείξει τον προβληματισμό και την δυσαρέσκεια του απέναντι στις αυταρχικές ψυχαναλυτικές και συμπεριφορικές τεχνικές, άρχισε σιγά-σιγά από το πανεπιστήμιο του Σικάγου όπου και βρισκόταν, να διατυπώνει την μη κατευθυντική του πρόταση, την οποία και μετονόμασε μερικά χρόνια αργότερα σε «προσωποκεντρική ή πελατοκεντρική θεραπεία».
Ο Rogers κατέληξε ότι το είδος της θεραπείας, οι τεχνικές και η διάγνωση δεν είναι αυτές που καθορίζουν την έκβαση της θεραπείας τόσο όσο η ποιότητα της σχέσης που διαμορφώνεται μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου. Αυτή η ποιότητα, είναι ικανή και αναγκαία συνθήκη ώστε ο πελάτης να αυξήσει την αυτοεκτίμηση του και να αποκτήσει μεγαλύτερη συμφωνία ανάμεσα στις εμπειρίες και τη συνείδηση του, άρα και να οδηγηθεί σταδιακά στην αυτογνωσία, την βελτίωση και την αυτοπραγμάτωση.

Βασικά σημεία της προσωποκεντρικής προσέγγισης του Carl Rogers:

1) Η πραγματικότητα είναι φαινομενολογική δηλαδή, οι εμπειρίες του ανθρώπου συνιστούν μια υποκειμενική ψυχολογική εμπειρία και όχι μια αντικειμενική εμπειρία,(τα πάντα ερμηνεύονται όπως φαίνονται στον ίδιο).
2) Από τις προσωπικές του φαινομενολογικές εμπειρίες, ο άνθρωπος διαμορφώνει την αυτοαντίληψη του.
3) Ο άνθρωπος έχει μεγάλη ανάγκη για θετική αυτοεκτίμηση-θετική στάση απέναντι στο εαυτό του.
4) Συχνά δεν είναι ειλικρινής με τον εαυτό του, δηλαδή προς τη δική του προσωπική αξιολόγηση της εμπειρίας και παραποιεί κάποιες αξιολογήσεις των εμπειριών που βιώνει, εκτιμώντας τον εαυτό του βάση των αξιών που του προσάπτουν οι άλλοι.
5) Όταν η εμπειρία του εαυτού συμπίπτει με τις αξιολογήσεις των άλλων, τότε το άτομο είναι καλά προσαρμοσμένο.
Όταν δεν συμπίπτει έχουμε ασυμφωνία.

Στην ασυμφωνία, επειδή είναι απειλητική προς την εικόνα του εαυτού, οικοδομούνται μηχανισμοί άμυνας που διαστρέφουν την αντίληψη της εμπειρίας, ώστε να μειωθεί η ασυμφωνία ανάμεσα στην αντίληψη της εμπειρίας και στην προηγούμενη δομή του εαυτού.
6) Σκοπός του ανθρώπου είναι να φέρει σε συμφωνία την αντίληψη για τη δομή του εαυτού του, με το φαινομενολογικό πεδίο των εμπειριών που δέχεται καθημερινά.
7) Άνθρωπος  σε πλήρη λειτουργία είναι εκείνος, που συνεχώς μπορεί να αλλάζει και να εναρμονίζει τη συμπεριφορά και στάση του σε νέες καταστάσεις.
Η συμπεριφορά του ανθρώπου κατευθύνεται από την ανάγκη του για αυτοπραγμάτωση και ευρύτερα για νοηματοδότηση της ζωής του.
Η θέση του Rogers για την ανθρώπινη προσωπικότητα διακρίνεται, κυρίως, από αισιοδοξία για τις εγγενείς δυνατότητες του ανθρώπου. Η προσέγγιση του είναι κλινική, επειδή επιχειρεί να κατανοήσει τον άνθρωπο ως όλον. Είναι φαινομενολογική, επειδή δίνει έμφαση στον φαινομενολογικό κόσμο του ανθρώπου – πώς το άτομο ως πρόσωπο αντιλαμβάνεται και βιώνει τον εαυτό του και τον κόσμο.
Αυτή η εστίαση στην υποκειμενική εμπειρία του ατόμου και στον εαυτό του αντανακλάται στη χρήση των προφορικών ατομικών αναφορών των πελατών του Rogers στην αξιολόγηση και την έρευνα.
Όπως και η θεωρία του Maslow, έτσι και η θεωρία του Rogers αποτελεί μέρος του ανθρωπιστικού κινήματος, καθώς εξαίρει την πραγμάτωση της δυνατότητας του ανθρώπου για ανάπτυξη.

Η άποψη του Rogers για την ανθρώπινη φύση

Η άποψη του Rogers για την ανθρώπινη φύση προέκυψε, όπως και του Freud, από τις εμπειρίες που είχε δουλεύοντας με συναισθηματικά διαταραγμένα άτομα.
Σαν αποτέλεσμα των κλινικών του εμπειριών, ο Rogers κατέληξε ότι ο βαθύτερος πυρήνας της ανθρώπινης φύσης είναι βασικά προσανατολισμένος προς κάποιο σκοπό, κινείται προς τα εμπρός, είναι εποικοδομητικός, ρεαλιστικός, και αξίζει να τον εμπιστευτεί κανείς.
Υποστήριξε πως ο Χριστιανισμός έθρεψε την πεποίθηση ότι τα ανθρώπινα όντα είναι εγγενώς αμαρτωλά και κακόβουλα. Η αρνητική αυτή άποψη για την ανθρώπινη φύση, κατά τον Rogers, ενδυναμώθηκε και από τον Freud, ο οποίος έδωσε το πορτραίτο του ανθρώπου ως αιμομίκτη, ανθρωποκτόνου, κλέφτη, βιαστή, παράλογου, απροσάρμοστου, εγωιστή και καταστροφικού για τον εαυτό του και τους άλλους.
Ο Rogers αναγνώρισε ότι οι άνθρωποι εκφράζουν περιστασιακά πικρόχολα και φονικά αισθήματα, ανώμαλες παρορμήσεις, και αλλόκοτες και αντικοινωνικές ενέργειες, αλλά επέμεινε ότι σε τέτοιες στιγμές δεν συμπεριφέρονται σύμφωνα με την αληθινή εσώτερή τους φύση.
Έτσι, όταν οι άνθρωποι λειτουργούν πλήρως, όταν βιώνουν και ικανοποιούν ελεύθερα την εσώτερή τους φύση, φανερώνουν ότι είναι θετικά και λογικά όντα που μπορούμε να τα εμπιστευτούμε ότι θα ζήσουν σε αρμονία με τον εαυτό τους και τους άλλους. Τόνισε ότι τα συμπεράσματά του αυτά βασίστηκαν σε σχεδόν 30χρονη ψυχοθεραπευτική εμπειρία, επειδή συνειδητοποιούσε ότι πολλοί θα τον κατηγορούσαν για αφελή αισιοδοξία όσον αφορά τις απόψεις του για τον άνθρωπο – όπως και έγινε άλλωστε.
Παρόλο που ο Rogers και ο Maslow μοιράστηκαν την πεποίθηση ότι τα ανθρώπινα όντα έχουν ουσιαστικά απεριόριστες δυνατότητες να αναπτυχθούν με ικανοποιητικούς τρόπους, μπορούμε να ανιχνεύσουμε τρεις κύριες διαφορές στις αντίστοιχες θεωρίες τους.
Πρώτα και κύρια, ο Rogers πίστευε ότι η προσωπικότητα και η συμπεριφορά είναι σε μεγάλο βαθμό μια λειτουργία της μοναδικής αντίληψης που έχει ο κάθε άνθρωπος για το περιβάλλον.

Ο Maslow από την άλλη πλευρά, είχε τη θέση ότι η συμπεριφορά και η εμπειρία του ανθρώπου καθοδηγούνται από μια ιεραρχία αναγκών.
Αντίθετα με τον Rogers, ο Maslow δεν τόνισε την φαινομενολογία του ατόμου.
Δεύτερον, η θεωρία του Rogers προέκυψε κυρίως από τη δουλειά του με πάσχοντες ψυχολογικά ανθρώπους.
Πράγματι ο Rogers επικέντρωσε την προσοχή του στις θεραπευτικές συνθήκες που διευκολύνουν την ανάπτυξη του ατόμου, ως προσώπου, προς την αυτοπραγμάτωση και γενίκευσε αυτά που έμαθε μέσα από τη θεραπεία σε μια γενική θεωρία της προσωπικότητας.
Ο Maslow αντίθετα, δεν επικεντρώθηκε στη θεραπεία και παρότρυνε την ψυχολογία να στρέψει το ενδιαφέρον της από τη μελέτη της διαστροφής στη μελέτη των ψυχολογικά υγιών ανθρώπων.
Τέλος, ο Rogers αναγνώρισε κάποια αναπτυξιακά μοτίβα που προωθούν την τάση του ατόμου να πραγματοποιήσει τις έμφυτες δυνατότητές του. Στη θεωρία του Maslow όμως, οι αναπτυξιακές διαδικασίες που κυβερνούν την προσπάθεια του ατόμου να πραγματώσει της έμφυτες δυνατότητές του ουσιαστικά αγνοούνται.
Στην πραγματικότητα, ο Maslow έγραψε αποκλειστικά για την ενήλικη ζωή, παρά το ότι αναγνώρισε ότι οι άνθρωποι είναι ευάλωτοι στην αποστέρηση της ικανοποίησης των αναγκών σε ορισμένα «κρίσιμα στάδια» του κύκλου της ζωής.

Τα βασικά σημεία της θεωρίας  του  Maslow 

Α. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί παρά μόνο ως ένα ενιαίο σύνολο.
Β. Δεν είναι επαρκής η έρευνα της ψυχολογίας των ζώων στην εξήγηση της ψυχολογίας του ανθρώπου.
Γ. Η φύση του ανθρώπου δεν είναι κακή ούτε καλή, αλλά ουδέτερη. Η άσχημη συμπεριφορά του ανθρώπου οφείλεται σε κακές επιδράσεις του περιβάλλοντος.
Δ. Υπάρχει στον άνθρωπο ένα έμφυτο δυναμικό δημιουργικότητας που κινδυνεύει να καταστραφεί με τον «εκπολιτισμό» του.
Ε. Κάθε άνθρωπος τείνει με φυσικό τρόπο προς την υγεία.

Ο Μάσλοου είχε την ιδέα να δημιουργήσει μια σκάλα αναγκών, που έγινε η διάσημη πυραμίδα των αναγκών. Έτσι, μίλησε για τις φυσιολογικές ανάγκες, τις ανάγκες ασφάλειας, τις ανάγκες κοινωνικής αποδοχής, αυτοεκτίμησης και αυτογνωσίας.
Κάθε άνθρωπος κινείται προς μια ολοκλήρωση του εαυτού του, προς μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα, προς την αλήθεια αντί για την αδιαφάνεια  και προς τέτοιες θετικές αξίες  όπως η δημιουργικότητα, η καλοσύνη, η γαλήνη, το θάρρος, η γνώση, η εντιμότητα, η αφιλοκέρδεια και η αγάπη.
Το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί ωθείται ο άνθρωπος προς επιλογές ανάπτυξης και ολοκλήρωσης;
Σύμφωνα με τον Maslow οι  επιλογές ανάπτυξης φέρνουν φυσική και ψυχολογική υγεία, ομορφιά, γοητεία, μακροζωία, με λίγα λόγια εκείνη την ευχαρίστηση του να είσαι ένα ολοκληρωμένο άτομο, πρόσωπο ή εαυτός.
Οι ιδέες του Maslow είναι ζωτικής σημασίας στην εκπαίδευση αξιών και γενικά στην εκπαίδευση. Όπως λέει: «είναι καθήκον της εκπαίδευσης, του έγγαμου βίου και της οικογένειας να συμμαχούν ώστε να  ισχύσουν ευνοϊκές συνθήκες για την προσωπική ανάπτυξη».
Παρά τις θεωρητικές αυτές διαφορές, τόσο ο Rogers όσο και ο Maslow πίστευαν ότι οι άνθρωποι είναι βασικά καλά όντα που κινούνται προς τα εμπρός και, κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες, συνειδητοποιούν τις πλήρεις δυνατότητες τους για ψυχολογική υγεία.

Το κύριο κίνητρο της ζωής: Η τάση για αυτοπραγμάτωση ως κίνητρο για νόημα ζωής.

Ο Rogers έδωσε ιδιαίτερο βάρος όχι στη συμπεριφορά που στοχεύει στη μείωση της έντασης αλλά στην αυτοπραγμάτωση ως κεντρικό ανθρώπινο κίνητρο.
Η αυτοπραγμάτωση προϋποθέτει διαρκές άνοιγμα στην εμπειρία και την ικανότητα ενσωμάτωσης εμπειριών σε μία πλατύτερη, περισσότερο εξειδικευμένη αίσθηση του εαυτού μας.
Το ενδιαφέρον του Rogers επικεντρώθηκε στον άνθρωπο και συγκεκριμένα με το ποιος είμαι στην πραγματικότητα και πως μπορώ να γίνω ο εαυτός μου.
Ποια είναι η διαδικασία, η οποία βοηθά τον άνθρωπο να έρθει σε επαφή με τον αληθινό εαυτό του;
Πως θα ξεπεράσει τις επιφανειακές συμπεριφορές και να ανακαλύψει τον εαυτό του;
Αυτά ήταν θεμελιώδη ερωτήματα τα οποία έθεσε ο Rogers και προσπάθησε να βρει τις ανάλογες απαντήσεις.
Από την εμπειρία του κατέληξε ότι ο άνθρωπος τείνει να γίνει πρόσωπο μέσω μίας ρέουσας και συνεχούς διαδικασίας.
Η αντίληψη αυτή ήλθε σε αντίθεση με τις αντιλήψεις των ειδικών ψυχολόγων τόσο της συμπεριφοράς, όσο και της ψυχανάλυσης, αλλά και των κοινωνικών επιστημών της εποχής του.
Η προσωποκεντρική προσέγγιση του ασκεί πολεμική κριτική στη μηχανιστική και πεσιμιστική προσέγγιση του ανθρώπου.

Ο Rogers θεώρησε ότι στην ψυχοθεραπευτική διαδικασία σημαντικό ρόλο έπαιζε η προσπάθεια του θεραπευτή, ψυχολόγου να εισέλθει σε μία προσωπική σχέση με τον πελάτη του με εφόδια την συμπάθεια, την κατανόηση και την εμπιστοσύνη.
Θεώρησε ως μεγάλο λάθος του θεραπευτή να παίζει τον ρόλο της αυθεντίας κάνοντας απλά μία διάγνωση και δίνοντας οδηγίες για την θεραπεία του ασθενή του.
Έλεγε ο ίδιος ότι έμπαινε στην θεραπευτική σχέση, όχι ως εξεταστής ή επιστήμονας, αλλά ως ένα μοναδικό πρόσωπο, για να συναντήσει ένα άλλο πρόσωπο.
Αυτός ο τρόπος επικοινωνίας με τον άλλο θεώρησε ότι είναι ο πλέον αποτελεσματικός στην ψυχοθεραπευτική διαδικασία τόσο του ανθρώπου, πελάτη όσο και του ειδικού, ψυχολόγου.
«Στη θεραπεία μπορώ να αφεθώ σε υποκειμενισμούς. Στην έρευνα μπορώ να κρατηθώ σε απόσταση και να προσπαθήσω να δω αυτή την πλούσια υποκειμενική εμπειρία με αντικειμενικότητα, εφαρμόζοντας όλες τις σύνθετες μεθόδους της επιστήμης για να υπολογίσω αν έχω υποπέσει σε πλάνη. Ενισχύεται μέσα μου η πεποίθηση ότι θα ανακαλύψουμε νόμους για την προσωπικότητα και τη συμπεριφορά εξίσου σημαντικούς για την ανθρώπινη πρόοδο και τις ανθρώπινες σχέσεις με το νόμο της βαρύτητας ή τους νόμους της θερμοδυναμικής». (Rogers, 1961, σ.14).
Ποια είναι όμως κατά τον Rogers τα στοιχεία εκείνα που οικοδομούν μια ποιοτική θεραπευτική σχέση, επικοινωνίας, κατανόησης και εμπιστοσύνης, τα οποία θα γίνουν αντιληπτά από τον πελάτη και θα του παρέχουν “ψυχική” ασφάλεια;

Οι τρείς θεμελιακές προϋποθέσεις του Rogers:

Τρεις διαφορετικές στάσεις συμπεριφοράς προβάλλει ο Rogers τις οποίες ο θεραπευτής οφείλει να τηρήσει και να καταστήσει φαινομενολογικά κατανοητές στους πελάτες του: Η πρώτη αφορά την αυθεντικότητα (congruence), η δεύτερη την αποδοχή του πελάτη δίχως όρους (unconditional positive regard) και η τρίτη την ενσυναίσθηση (empathy).

  1. H συμφωνία ή γνησιότητα: σε μία ειλικρινή σχέση ο θεραπευτής είναι ελεύθερος να μοιράζεται συναισθήματα με τον πελάτη του, ακόμη και όταν τα συναισθήματα αυτά είναι αρνητικά απέναντι στον πελάτη. Να διαθέτει δηλαδή γνησιότητα και να έχει αντιμετωπίσει τις διαφωνίες με τον εαυτό του, να έχει αποδεσμευτεί από τους μηχανισμούς άμυνας του και να είναι άτομο σε πλήρη λειτουργικότητα.
  2. Η άνευ όρων θετική αναγνώριση: ο θεραπευτής μεταδίδει ένα βαθύ και ειλικρινές ενδιαφέρον για τον πελάτη ως πρόσωπο. Ο πελάτης εκτιμάται με έναν πλήρη, απόλυτο τρόπο.
    Να τρέφει δηλαδή απεριόριστο θετικό σεβασμό προς την ανθρώπινη ύπαρξη γενικότερα, και να αποδέχεται την ατομικότητα του πελάτη, όπως ακριβώς είναι τη δεδομένη στιγμή.
  3. Η ενσυναίσθηση: αφορά την ικανότητα του θεραπευτή να συλλάβει τις εμπειρίες και το νόημα τους για τον πελάτη στη διάρκεια της λεπτό προς λεπτό συνάντησης κατά την ψυχοθεραπεία.
    Πρόκειται για ενεργητική ακρόαση και κατανόηση των συναισθημάτων και των προσωπικών νοημάτων όπως εκφράζονται από τον πελάτη. Να διαθέτει δηλαδή ενσυναίσθητη κατανόηση, να κατανοεί τον κόσμο όπως τον βλέπει ο πελάτης του και όχι ο ίδιος.

Στην αρχική θεώρηση του προσώπου ο Rogers θεώρησε τον άνθρωπο σαν ένα ανεξάρτητο ον, το οποίο έχει την τάση για ελευθερία, μοναδικότητα και αυτονομία.
Με την ύπαρξη των κατάλληλων συνθηκών ο θεραπευτής μπορεί να δημιουργήσει ένα θεραπευτικό κλίμα και μία κατάλληλη σχέση με τον πελάτη του.
Προσπαθεί να κατανοήσει πώς αισθάνεται ο πελάτης στον εσωτερικό του κόσμο και να τον αποδεχθεί ολοκληρωτικά. Έτσι δίνεται η δυνατότητα στον άνθρωπο-πελάτη νιώθοντας ασφαλής και απελεύθερος να μπορέσει να κινηθεί ελεύθερα και να κατευθύνει τις σκέψεις, τα συναισθήματα και όλη του την ύπαρξη, όπου αγαπά και επιθυμεί.
Αυτή η ελευθερία δίνει επίσης την δυνατότητα στον πελάτη να έλθει σε επαφή με τον αληθινό εαυτό του, ο οποίος βρίσκεται κάτω από επιφανειακές συμπεριφορές.
Σταδιακά αφαιρεί τα ψεύτικα προσωπεία, τις μάσκες ή τους ρόλους της ζωής του και βαθμιαία γίνεται πρόσωπο. Αρχίζει να είναι μέτοχος σε μία ζώσα, ευαίσθητη και ρέουσα διαδικασία.
Συνεπώς η διαμόρφωση του προσώπου στη θεωρία του Rogers εξαρτάται από δύο διαφορετικές παραμέτρους.
Από την μία το πρόσωπο βρίσκεται ενώπιον του εαυτού του, της μοναδικότητάς του, της αυτονομίας του.
Από την άλλη υπάρχει και βρίσκεται στη σφαίρα της σχέσης και της συνάντησης με τον άλλο.
Και οι δύο αυτές διαδικασίες απετέλεσαν για τον Rogers τις απαραίτητες συνιστώσες για την ύπαρξη και την διαμόρφωση του προσώπου.
Έτσι η τάση του ανθρώπου για ανεξαρτησία συνδέθηκε με την τάση της δημιουργίας μίας σχέσης με τον άλλο. Αυτές απετέλεσαν για τον Rogers τους βασικούς παράγοντες της ανάδειξης του προσώπου μέσα από την βιωματική σχέση και επικοινωνία του θεραπευτή με τον πελάτη.

Ο Carl Rogers για την  Εκπαίδευση

Η προσωποκεντρική προσέγγιση του Carl Rogers δεν αφορά μόνο την ψυχοθεραπεία και τη συμβουλευτική ψυχικής υγείας, αλλά επεκτείνεται στην εκπαίδευση και στην παιδαγωγική πρακτική.

Κύριες αρχές του   μοντέλου  μη  κατευθυνόμενης  συμβουλευτικής, θεραπείας και παιδαγωγικής  του C. Rogers είναι:

α. Τα  άτομα  παρουσιάζουν  μια  τάση  για    αυτοπραγμάτωση  και  αυτοεκπλήρωση(self‐ actualization),
β. η διαδικασία της αυτοπραγμάτωσης     πραγματοποιείται ευκολότερα μέσα  σε  κλίμα    ομαλών διαπροσωπικών  σχέσεων  και  συναισθηματικής    ασφάλειας και αποδοχής,
γ. το κοινωνικό περιβάλλον επηρεάζει θετικά ή  αρνητικά την ανάπτυξη του  ανθρώπου,  ανάλογα  με  τον  τρόπο  που  το  ίδιο  το  άτομο  αντιλαμβάνεται  και   ερμηνεύει το περιβάλλον του.
Ο ίδιος ο Rogers ως ακαδημαϊκός άρχισε ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1940 να ασκεί κριτική στο υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα, να διατυπώνει την παιδαγωγική του φιλοσοφία και παράλληλα να εφαρμόζει ο ίδιος τις πρωτοποριακές παιδαγωγικές του μεθόδους, θέτοντας ως στόχο το συνδυασμό της βιωματικής/εμπειρικής με τη γνωστική μάθηση και προτείνοντας στην ουσία ένα δημοκρατικό μοντέλο εκπαίδευσης.

Η κριτική του Carl Rogers στο κλασσικό και παραδοσιακό εκπαιδευτικό σύστημα.

Ο Carl Rogers παρατήρησε ότι το σχολείο είναι μια δυσάρεστη εμπειρία για τους μαθητές, καθώς προωθεί τη βαθμοθηρία, είναι αυταρχικό και εστιάζει στη γνωστική μάθηση -η οποία κατ’ εξοχήν απευθύνεται στη νόηση- αφήνοντας εν τέλει «απ’ έξω» τα συναισθήματα, τις αξίες και το σύνολο της προσωπικότητας του κάθε μαθητή. Μοναδικός φορέας της γνώσης και αυθεντία σε ένα τέτοιο περιβάλλον είναι ο εκπαιδευτικός, ενώ οι μαθητές πρέπει να υπακούν χωρίς να υπάρχουν περιθώρια αυτενέργειας.
Ο Carl Rogers κατέκρινε την πρακτική της στείρας αποστήθισης, καθώς και την πεποίθηση ότι η τάξη μπορεί να διατηρηθεί και οι μαθητές να ελεγχθούν, μόνο αν κυριαρχεί καθεστώς φόβου. Διαφώνησε με την παθητικοποίηση των μαθητών, με τον εξευτελισμό τους από  την κυρίαρχη παιδαγωγική και τους εκπαιδευτικούς μέσω λεκτικής και σωματικής βίας και διαπίστωσε ότι σε ένα τέτοιο σχολείο η δημοκρατία και οι αξίες της περιφρονούνται, καλλιεργείται ο ανταγωνισμός και δεν υπάρχει διάθεση για μάθηση.

Η ψυχό-παιδαγωγική προσέγγιση του Carl Rogers.

Ο Carl Rogers θεώρησε ισότιμης σπουδαιότητας τόσο τη γνωστική και τη συναισθηματική ανάπτυξη όσο και την ανάπτυξη της κοινωνικής υπευθυνότητας.
Γι’ αυτό υποστήριξε ότι η εκπαίδευση πρέπει να συνδυάζει την βιωματική-εμπειρική με τη γνωστική μάθηση και να επιτρέπει στην τάξη τη δημιουργία ενός κλίματος, μέσα στο οποίο το παιδί θα αισθάνεται ελεύθερο να κάνει λάθη και να μαθαίνει από το περιβάλλον, τους συμμαθητές, τους εκπαιδευτικούς και από την ίδια του την εμπειρία.
Σκοπός της αγωγής κατά τον Carl Rogers είναι να ανακτήσει ο κάθε μαθητής την σπίθα και έξαψη της μάθησης, που ήταν παρούσα στην παιδική του ηλικία και να «μάθει πώς να μαθαίνει» καλλιεργώντας συνολικά την προσωπικότητά του, κατακτώντας την αυτονομία του και οδηγούμενος τελικά στη δια βίου μάθηση.
Έτσι στην δυναμική διεργασία της αυτοπραγμάτωσης, που αποτελεί την   ύψιστη επιδίωξη  του  ανθρώπου,  ενυπάρχει  η  επιθυμία  για  γνώση  και  κατανόηση  του  κόσμου, που σύμφωνα με  τον Maslow, το παιδί θα εκδηλώσει αυθόρμητα, (αν βέβαια το σχολικό σύστημα δεν του καταστρέψει αυτή την  έμφυτη περιέργεια ), το ενδιαφέρoν για να αποκτήσει τις γνώσεις, ικανότητες και δεξιότητες που διδάσκονται στο σχολείο.
Ο παιδαγωγός, δάσκαλος ή/και καθηγητής δεν είναι απλή πηγή πληροφόρησης και  όργανο  ελέγχου  της  μαθησιακής  και  κοινωνικής  συμπεριφοράς  του παιδιού,  αλλά  παράγοντας  δημιουργίας  του  θετικού   ψυχό‐ κοινωνικού  κλίματος  μέσα  στην  τάξη  και  ένα  «alter    ego»  του  μαθητή,   που  τον  βοηθάει  να  κατανοήσει τον εαυτό του και να δώσει νόημα στον   κοινωνικό-φυσικό κόσμο  που τον  περιβάλλει.
Ο  μαθητής  αναλαμβάνει  ρόλους,  δεν  είναι  ανεύθυνος  ούτε   παθητικός,  παίρνει  πρωτοβουλίες  και  την  ευθύνη  για  την διαπροσωπική  σχέση  με  το  δάσκαλο  και  την  οργάνωση  και  υλοποίηση  προγραμμάτων παιδαγωγικής και κοινωνικής φύσης.

Διευκολυντικές για τη Μάθηση Συνθήκες κατά τον Carl Rogers

Η ποιότητα της σχέσης μεταξύ εκπαιδευτικού και μαθητή και οι επικρατούσες συνθήκες στη σχολική τάξη είναι πολύ σημαντικές, γιατί από αυτές εξαρτάται κατά πολύ η πορεία της μαθησιακής διαδικασίας.
Πιο συγκεκριμένα, αν η σχέση εκπαιδευτικού-μαθητή χαρακτηρίζεται από δυσπιστία, το κλίμα είναι επικριτικό και αυταρχικό και καλλιεργούνται συναισθήματα ανασφάλειας, ανεπάρκειας και μειονεξίας, τότε δεν προάγεται η μάθηση, γιατί οι μαθητές αισθάνονται τον φόβο της ματαίωσης και δεν νιώθουν εμπιστοσύνη.
Αν όμως η σχέση είναι μια σχέση υποστήριξης, μία διευκολυντική σχέση, τότε ο μαθητής θα εμπιστευθεί τον εαυτό του, θα ανακαλύψει σταδιακά την ταυτότητα του -το «πρόσωπό» του- και κατ’ επέκταση θα αναγνωρίσει τι του αρέσει και τι προτιμά να μαθαίνει.
Έτσι οι τρεις βασικές διευκολυντικές στάσεις που ο εκπαιδευτικός χρειάζεται να έχει προς στους μαθητές του είναι οι εξής:
Η Ενσυναίσθηση: Ο εκπαιδευτικός μπαίνει στη θέση του μαθητή και διαθέτει ευαίσθητη επίγνωση του πώς φαίνεται η διεργασία της εκπαίδευσης και της μάθησης στον κάθε ένα και στην κάθε μία ξεχωριστά, αλλά και ως ολότητα στο σύνολο των μαθητών.
Η Αποδοχή: Ο εκπαιδευτικός αποδέχεται και δείχνει σεβασμό για τον κάθε μαθητή/τρια, ως ξεχωριστό πρόσωπο στο σύνολο της προσωπικότητας του, έστω και αν η συμπεριφορά του δεν είναι αποδεκτή μέσα στην τάξη.
Η Συμφωνία/Αυθεντικότητα: Ο εκπαιδευτικός έχει ακριβή αντίληψη των όσων συμβαίνουν εκείνη τη στιγμή στη σχέση του με τους μαθητές και δεν χρησιμοποιεί προσωπεία ή ρόλους.
Έτσι, δεν αντιμετωπίζει τους μαθητές του από μια θέση ισχύος, αλλά ως πρόσωπο σε επαφή με ένα άλλο πρόσωπο

Η παιδαγωγική προσέγγιση του Carl Rogers στην πράξη

Στην παιδαγωγική πράξη η προσωποκεντρική προσέγγιση του Carl Rogers έφερε μεγάλες αλλαγές, καθώς προωθεί την ομαδοσυνεργατική και βιωματική-εμπειρική μάθηση σε δημοκρατικό κλίμα. Σε ένα τέτοιο σχολείο χρησιμοποιείται κατεξοχήν ο διάλογος και οι μαθητές, ασχολούνται με θέματα τα οποία θεωρούν ουσιαστικά για τη ζωή τους, καθώς και με ζητήματα της επικαιρότητας.
Η πληροφορία, δεν διαχωρίζεται από τη δράση, αλλά η μάθηση επιτυγχάνεται μέσω και της ανακάλυψης και το μάθημα γίνεται αντιληπτό ως μια εμπειρία, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί, για να λυθούν προβλήματα που πράγματι απασχολούν τους μαθητές.
Οι εκπαιδευτικοί παρέχουν ως πηγή γνώσης τον ίδιο τους τον εαυτό, αλλά και πολλές πηγές γνώσης και εποπτικά μέσα διδασκαλίας, τα οποία τίθενται στη διάθεση των μαθητών και δεν τους επιβάλλονται. Οι μαθητές, επίσης, μπορούν να προσθέσουν πηγές μάθησης και συχνά δουλεύουν σε ομάδες, βάσει των ενδιαφερόντων τους.
Ως συνέπεια και άμεσο αποτέλεσμα του προηγούμενου, ο κάθε μαθητής σε συνεργασία με τον εκπαιδευτικό, ο οποίος έχει ρόλο συντονιστικό και βοηθητικό, αναπτύσσει το δικό του πρόγραμμα μάθησης, μαθαίνει δημιουργικά να αξιολογεί τον εαυτό του και πάνω απ’ όλα αγαπά τη διαδικασία της μάθησης.
Συνεπώς ο  παιδαγωγός, καθηγητής και δάσκαλος  που  χρησιμοποιεί  το  μοντέλο  της    μη  κατευθυνόμενης  συμβουλευτικής του C. Rogers  επιδιώκει, κατά την προσωπική επικοινωνία  που  έχει  με  μεμονωμένους  μαθητές  ή  ομάδες   μαθητών,  να  συζητήσει  θέματα  που  αφορούν  τις    δυσκολίες  που  συναντούν  στην  ακαδημαϊκή μάθηση  και  την  κοινωνική  συμπεριφορά  τους.
Κατά  την  προσωπική  αυτή  επικοινωνία προσπαθεί  να  εξασφαλίσει  κλίμα  συναισθηματικής ζέσης  και  αποδοχής,  που  θα    επιτρέψει  στο μαθητή, να  εκφράσει  ελεύθερα,  χωρίς  συστολές  και  επιφυλάξεις,  συναισθήματα  και  σκέψεις.
Η έμφαση δίνεται στη συναισθηματική πλευρά της  συμπεριφοράς και για  αυτό ο καθηγητής ή δάσκαλος αποφεύγει να    προβαίνει σε κρίσεις και υποδείξεις.
Ο  μαθητής  θεωρείται  ικανός  να  αντιληφθεί  την  φύση  των  προβλημάτων  του  και  να  καθορίσει  την     πορεία  του.  Για  αυτό,  έργο  του  καθηγητή, δασκάλου  δεν είναι να κρίνει αλλά να αντιληφθεί και κατανοήσει, πως αντιλαμβάνεται τα πράγματα  ο μαθητής από τη  δική του  οπτική  γωνία.
Κατά τη  διάρκεια της  συνέντευξης,  ο  μαθητής  χρειάζεται  να  περάσει  διαδοχικά  από  το  στάδιο  της   συναισθηματικής  κάθαρσης  στο  στάδιο  της   κατανόησης  του  προβλήματος  κι από εκεί στο στάδιο   της δράσης.
Συχνά  κατά  τη  διεξαγωγή  της συνέντευξης  ο  μαθητής/τρια  προβαίνει  σε γραπτές  συμφωνίες  και  δεσμεύσεις.
Οι  συμφωνίες  αυτές  αποτελούν μεταβατικό   στάδιο από   την κατευθυνόμενη  μάθηση στη μη‐ κατευθυνόμενη και  είναι  χρήσιμες  γιατί  δίνουν  στο  μαθητή  αίσθημα  ασφάλειας  και  προσωπικής ευθύνης.
Εξωτερικές  αμοιβές  δε  χρησιμοποιούνται  στο  μη‐ κατευθυνόμενο μοντέλο.  Χρησιμοποιούνται  μόνο εσωτερικές  αμοιβές,  με  τη  μορφή  της αποδοχής, της  κατανόησης  και  του  ενδιαφέροντος.  Όλα  αυτά  σαν  αποτέλεσμα  έχουν  την  καλλιέργεια της αυτογνωσίας του μαθητή/τριας, ως ενεργό υποκείμενο και πρόσωπο και την ενδυνάμωση της   προσωπικότητας και της αυτοαξίας του μέσω  της  ανάπτυξης  των μαθησιακών, κοινωνικών και ακαδημαϊκών  ικανοτήτων του.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

Adamenco, B.  και  άλλοι. (1992). Η  Επιθετικότητα.  Στην  οικογένεια,  στο σχολείο  και  στην  κοινωνία.   Επιμέλεια:  Νέστορος  ,  Ι.Ν.  Αθήνα  ,  εκδ. Ελληνικά Γράμματα.

Boeree, C.G (1998). Carl Rogers 1902-1987, στο Dr. C. George  Boeree, Personality Theories, Original E-Text-Site:[ http://www.ship.edu/%7Ecgboeree/perscontents.html.

Δημητρίου,  Π.Α. (1991). Γνωστική  Ανάπτυξη.  Μοντέλα  –  Μέθοδοι  –Εφαρμογές. Θεσσαλονίκη , εκδ. Art of Text.

Ιωσηφίδη, Π. & Ιωσηφίδης, Ι (2002) .Η προσωποκεντρική προσέγγιση του Carl Rogers στο Ποταμιάνος, Θεωρίες προσωπικότητας και κλινική πρακτική, 5η έκδοση αναθεωρημένη. Αθήνα: ελληνικά γράμματα.

Κοσσυβάκη,  Φ. (2002). Κριτική  Επικοινωνιακή  Διδασκαλία.  Κριτική Προσέγγιση  της  Διδακτικής  Πράξης.  Αθήνα  ,  εκδ. Gutenberg – Παιδαγωγική Σειρά.

Κοσμίδου-Hardy, Χ. & Γαλανουδάκη-Ράπτη, Α. (1996). Συμβουλευτική. Θεωρία και πρακτική. Με ασκήσεις για την ανάπτυξη αυτογνωσίας και δεξιοτήτων συμβουλευτικής. Αθήνα: Ασημάκης.

Κοσμίδου-Hardy, Χ.(  2008).Σχολικός Επαγγελματικός Προσανατολισμός Σημειώσεις Θεωρητικού υλικού σεμιναρίου SOS –Προσανατολισμός Αθήνα.

Λούρια , Α.Ρ. (1992). Γνωστική  Ανάπτυξη.  Αθήνα ,  εκδ. Ελληνικά Γράμματα.

Ματσαγγούρας , Η.Γ. (1998). Οργάνωση  και Διεύθυνση  της Σχολικής Τάξης. Εφαρμογές  Σύγχρονης  Διδακτικής.  Αθήνα , εκδ. Γρηγόρη.

Molnar,A. – Lindquist, B.(1999). Προβλήματα  Συμπεριφοράς  στο  Σχολείο. Οικοσυστημική  Προσέγγιση.  Αθήνα , εκδ. Ελληνικά Γράμματα.

Moυλαλούδης Γ., Κοσμόπουλος Αλέξανδρος,( 2003), Ο Carl Rogers και η προσωποκεντρική του θεωρία για την ψυχοθεραπεία και την παιδεία, Ελληνικά Γράμματα.

Lawrence A. Pervin – Oliver P. John, Θεωρίες προσωπικότητας. Έρευνα και εφαρμογές,(2001),εκδ.  Τυποθήτω – Γιώργος Δαρδανος.

Postic, M. (1995). Η  Μορφωτική  Σχέση.  Αθήνα  ,  εκδ. Gutenberg –Παιδαγωγική Σειρά.

Rogers, C. (1951). A theory of personality and behavior, London: coustable.

Rogers, C (1959) A theory of therapy, personality and interpersonal relationships as developed in the client-centered framework.

Rogers, CR. (1961) On Becoming a Person: A Therapist’s View of Psychotherapy. Houghton Mifflin, Boston, σσ. 22-25.

Rogers  Carl, (2006)Το γίγνεσθαι του προσώπου, Αθήνα : Ερευνητές  σ. 125.

διαβάστε επίσης :https://synixiseis.gr/2022/08/01/%cf%84%ce%bf-%ce%bc%ce%bf%ce%bd%cf%84%ce%b5%ce%bb%ce%bf-%ce%b1%ce%bd%ce%b1%cf%80%cf%84%cf%85%ce%be%ce%b7%cf%83-%cf%84%ce%b7%cf%83-%ce%b2-%cf%83%ce%b1%cf%84%ce%b9%cf%81/

 Του Γιώργου Λεχουρίτη, Ψυχολόγου, Συστημικού Θεραπευτή με υπαρξιακό/ανθρωπιστικό προσανατολισμό.

Κοινοποίηση

Ρωτήστε μας ότι σας ενδιαφέρει συμπληρώνοντας την παρακάτω φόρμα

137 Seacoast Ave, New York, NY 10094
+1 (234) 466-9764
Excuisite food, unforgettable atmosphere...