Ο διάλογος, η γλώσσα και η γραμματική της ψυχοθεραπείας

ο διαλογικός εαυτός
Κοινοποίηση

Ο διάλογος, η γλώσσα και η γραμματική της ψυχοθεραπείας

«Δεν υπάρχει ούτε πρώτη ούτε τελευταία λέξη, αλλά και ούτε όρια στα διαλογικά συμφραζόμενα. Εκτείνονται στο απέραντο παρελθόν και στο απέραντο μέλλον. Ακόμα και παρελθούσες σημασίες, αυτές δηλαδή που γεννήθηκαν στο διάλογο των παρελθόντων αιώνων, δεν μπορούν ποτέ να είναι σταθερές (οριστικές, μια για πάντα ολοκληρωμένες)- πάντοτε θα αλλάξουν θα ανανεωθούν, στη διαδικασία της επικείμενης, μελλοντικής εξέλιξης του διαλόγου. Σε κάθε στιγμή κατά την εξέλιξη του διαλόγου υπάρχουν απέραντες, απεριόριστες μάζες λησμονημένων συμφραζόμενων σημασιών, όμως σε κάποια συγκεκριμένη στιγμή στην πορεία του διαλόγου που εξελίσσεται, ανακαλούνται και ξαναγεννιούνται με ανανεωμένη μορφή (σε νέα συμφραζόμενα). Τίποτα δεν είναι απόλυτα νεκρό: κάθε σημασία που θα γιορτάσει τη στιγμή της επιστροφής της.»(Μπαχτίν Μ. )

Τα έγγραφα αποσπάσματα προέρχονται από το βιβλίο Η γραμματική των αποθεμάτων

Ο διάλογος, η γλώσσα και η γραμματική της ψυχοθεραπείας

Ο Διάλογος

 « Ο Γενεσιουργός Διάλογος (Generative Dialogue) αναφέρεται σε έναν συγκεκριμένο τρόπο σκέψης για τον διάλογο: σε ένα είδος ή μορφή ομιλίας κατά την οποία οι συμετέχοντες συνδέονται και διαφέρουν ο ένας με τον άλλον (φωναχτά) και με τον εαυτό τους (σιωπηλά) σε μια. . . από κοινού διερεύνηση των θεμάτων που τους ενδιαφέρουν: μία από τη διαδικασία διερεύνησης, διερώτησης, ανταπόκρισης, αναρρώτησης, αναστοχασμού κ.λπ. με τη μορφή σύνθεσης φραστικών διατυπώσεωνii (μια απόκριση, μια έκφραση ενός νοήματος). Όµως, ο διάλογος δεν περιορίζεται στα οµιλούµενα λόγια. Περιλαμβάνετε επίσης το σιωπηλό τρόπο (εσωτερικό διάλογο και σωματική έκφραση) με τον οποίο μιλάμε μεταξύ μας και με τους άλλους.Η διαλογική συζήτηση αναφέρεται στη συνομιλία κατά την οποία οι συµµετέχοντες εµπλέκονται ο ένας «µε» τον άλλον και «µε» τον εαυτό τους µε λέξεις, σήµατα, σύµβολα, χειρονοµίες κ.λπ. – σε μια αμοιβαία κοινή διερεύνηση καθώς αμοιβαία ανταποκρίνονται (σχολιάζοντας, εξετάζοντας, διερωτώμενοι, αναρωτούμενοι, στοχαζόμενοι, νεύοντας, βλέποντας, κ.λπ.) τη δική του σκοπιά νοηματοδότησης όχι τη δική σου. Η διαλογική κατανόηση δεν είναι μια έρευνα για γεγονότα ή λεπτομέρειες αλλά ένας προσανατολισμός. Είναι μια (δια)δραστική διαδικασία, όχι παθητική, να προσπαθείς να μάθεις και να καταλάβεις τον άλλον όπως εκείνος που ήθελε. Έρχεται σε αντίθεση με την εκ των προτέρων γνώση ενός προσώπου, του κόσμου και της ιστορίας του με βάση τη θεωρία ή την εμπειρία.Σε σχέση με τη διαδικασία καθοδήγησης, ο διάλογος προσκαλείται από τη διαδικασία του καθοδηγητή να μαθαίνει για τον άλλον και τη μοναδικότητά του -με άλλα λόγια, το να μαθαίνει για το ανοίκειο. Μέσα από τη διαδικασία της προσπάθειας κατανόησης, εντός της ίδιας της συζήτησης αναπτύσσονται ενότητες κατανοήσεις που έχουν σχέση με το παρόν ζήτημα. Ο διάλογος είναι ένα συνεχές γίγνεσθαι, ανολοκλήρωτο και απροσμέτρητο. Παρόλο που πάντα μιλάμε μια διφορούμενη, διαφορετική γλώσσα από τον άλλον, ο Bakhtin θεωρεί ότι η ομιλία και η γλώσσα μας πάντα περιλαμβάνει προθέσεις και νοήματα του άλλου, όπως επίσης παρούσες και προηγούμενες εμπειρίες, σχέσεις κ.λπ. του καθενός (1981). Εντούτοις, τίποτα δεν είναι καθαρά καινούργιο.Ο γενεσιουργός διάλογος, κατά τον Bakhtin (1981), [4] (H. Anderson 2016).

Ο Διάλογος, ο εαυτός και ο άλλος, το νόημα

  • «Δεν υπάρχει ούτε πρώτη ούτε τελευταία λέξη, αλλά και ούτε όρια στα διαλογικά συμφραζόμενα. Εκτείνονται στο απέραντο παρελθόν και στο απέραντο μέλλον. Ακόμα και παρελθούσες σημασίες, αυτές δηλαδή που γεννήθηκαν στο διάλογο των παρελθόντων αιώνων, δεν μπορούν ποτέ να είναι σταθερές (οριστικές, μια για πάντα ολοκληρωμένες)- πάντοτε θα αλλάξουν θα ανανεωθούν, στη διαδικασία της επικείμενης, μελλοντικής εξέλιξης του διαλόγου. Σε κάθε στιγμή κατά την εξέλιξη του διαλόγου υπάρχουν απέραντες, απεριόριστες μάζες λησμονημένων συμφραζόμενων σημασιών, όμως σε κάποια συγκεκριμένη στιγμή στην πορεία του διαλόγου που εξελίσσεται, ανακαλούνται και ξαναγεννιούνται με ανανεωμένη μορφή (σε νέα συμφραζόμενα). Τίποτα δεν είναι απόλυτα νεκρό: κάθε σημασία που θα γιορτάσει τη στιγμή της επιστροφής της.»(Μπαχτίν Μ. 1997) [5]
  • «…είμαστε ταυτόχρονα σημασιολόγοι (σε ​​ένα κόσμο που η ουσία του είναι ιστορίες ) και ηθοποιοί (σε έναν κόσμο που η ουσία του είναι γεγονότα). Αυτά δεν μπορούν να είναι ξεχωριστά αλλά δεν είναι το ίδιο πράγμα. Ζούμε πάντα στην ένταση μεταξύ των ιστοριών που «λέμε» στους εαυτούς μας και τους άλλους και των ιστοριών που «ζούμε» με τους άλλους. Αυτή η ένταση είναι η πηγή της μεγάλης χαράς και του πόνου της ανθρώπινης ζωής, η μητέρα αμέτρητων δραμάτων». ( Pearce & V. Cronen [6] )

    Ο διάλογος και οι πρακτικές του

  • Ακροάσου, άκου και μίλα με σεβασμό.Ο σεβασμός είναι μία σχεσιακή δραστηριότητα, δεν είναι ένα ατομικό εσωτερικό χαρακτηριστικό.
  • Ακροάσου, άκου και μίλα σαν κάποιος που μαθαίνει. Να είσαι αυθεντικά περίεργος για τον άλλον. Πρέπει να πιστεύεις ειλικρινά ότι μπορεί να μάθεις κάτι από αυτόν.
  • Ακροάσου, άκου και μίλα για να κατανοήσεις. Μην κατανοείς πολύ γρήγορα. Έχε κατά νου σου ότι η κατανόηση δεν τελειώνει ποτέ. Να είσαι διστακτικός με όσα νομίζεις ότι ίσως γνωρίζεις. Η γνώση παρεμβαίνει στον διάλογο, μπορεί να αποκλείσει το να μάθει για τον άλλον, να εμπνευστεί από αυτόν.
  • Ακροάσου, άκου και μίλα με προσοχή. Οι παύσεις είναι σημαντικές. Περίμενε πριν μιλήσεις: δώσε χρόνο στον άλλον να τελειώσει και δώσε στον εαυτό σου ένα λεπτό για να σκεφτείς αυτό που θες να πεις και πως θέλει να το πεις.
  • Ακροάσου, άκου και μίλα φυσικά. Η ενεργητική ακρόαση, η ακοή και η ομιλία είναι σχεσιακές δραστηριότητες και διαδικασίες δεν είναι τεχνική.( Anderson H. 2014) [7]

    Ο διάλογος και το παιχνίδι της αβεβαιότητας

  «Η ειδική φύση του διαλόγου έγκειται στο ότι αντιμετωπίζει την αβεβαιότητα καθώς εισέρχεται σε αυτήν αντί να την αποφεύγει. Όταν μπαίνει κανείς σε ένα διάλογο με άλλα άτομα ή με τον εαυτό του, ανοίγει ένα εύρος από δυνατότητες που δεν είναι καθορισμένες από την αρχή αλλά παραμένουν ευέλικτες και ευαίσθητες στην αλλαγή κατά τη διάρκεια της διεργασίας.» (σελίδα 28)

«Από διαλογική άποψη, βλέπουμε την εμπειρία της αβεβαιότητας (με την ουδέτερη έννοια του όρου), ως ένα εγγενές χαρακτηριστικό του διαλογικού εαυτού, το οποίο ανοίγει μια διεργασία συναλλαγής με άγνωστο αποτέλεσμα σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό. Ως αποτέλεσμα αυτής της διεργασίας, η βεβαιότητα δεν προκύπτει από την αποφυγή της βεβαιότητας αλλά από την εισαγωγή της.» (Hemans JMH, and Hermans-Konorka A. 2016) [8]

Ο εαυτός στην αφήγηση και στον διάλογο

  • «Θέλω να αρχίσω διατυπώνοντας την τολμηρή πρόταση ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει τίποτα τέτοιο όπως ένας διαισθητικά προφανής και ουσιαστικός εαυτός για να τον γνωρίσουμε, ότι δεν υπάρχει ένας εαυτός που απλώς στέκεται εκεί έτοιμος να περιγραφεί με λέξεις.

Αυτό που μάλλον συμβαίνει είναι ότι συνεχώς κατασκευάζουμε και ανακατασκευάζουμε τον εαυτό μας από την κατασκευή και για να ικανοποιήσουμε τις ανάγκες που συναντάμε και δρούμε έτσι υπό την καθοδήγηση των αναμνήσεων από μας από το παρελθόν και των ελπίδων και των φόβων μας για το μέλλον.

 Η αφήγηση του εαυτού για τον εαυτό του είναι σαν τη δημιουργία μιας ιστορίας για το ποιοι και τι είμαστε, τι συνέβη και γιατί κάνουμε αυτό που κάνουμε.

Δεν φτιάχνουμε αυτές τις ιστορίες για τον εαυτό κάθε φορά που την αρχή. Οι ιστορικές κατασκευές του εαυτού μας συσσωρεύονται με το πέρασμα του χρόνου και επιπλέον μορφοποιούνται σε κάποια συμβατικά είδη έκφρασης. Παλιώνουν και ξεπερνιούνται όχι μόνο γιατί μεγαλώνουμε ή γιατί γινόμαστε σοφότεροι, αλλά διότι οι ιστορίες που φτιάχνουμε για τον εαυτό μας πρέπει να ταιριάζουν με τις νέες συνθήκες, τους νέους φίλους και τις νέες προσπάθειες.

Οι ίδιες οι αναμνήσεις μας πέφτουν θύματα των ιστοριών που δημιουργούμε για τον εαυτό μας .(Bruner J. 2004) [9]

  • «… Μέσω των παραπάνω κατηγοριών αποσαφηνίζεται εκείνο που στη διαλογικότητα ονομάζεται «νόμος της τοπο-θεσίας», σύμφωνα με τον οποίο όλα προσλαμβάνονται από μια θέση μέσα στην ύπαρξη , κατά συνέπεια το νόημα εκείνου που παρατηρείται διαμορφώνεται από τη θέση που προσλαμβάνεται»

…ο  Karcevsij αναγνώρισε ότι «η αντίθεση, ατην πιο καθαρή και απλή της μορφή, οδηγεί εκ των πραγμάτων στο χάος και δεν μπορεί να λειτουργήσει ως η βάση ενός συστήματος. Η πραγματική διαφοροποίηση προυποθέτει μια ταυτόχορνη ομοιότητα και μια διαφορά» Με άλλα λόγια, προυποθέτει ένα κέντρο και έναν χάος. Αυτό που ο Karcevsij διατυπώνει για τη γλώσσα, είναι στην ουσία εκείνο που υποστήριξε ο Bakhtin για τη φύση της πραγματικής: ο ευατός (το υποκείμενο που προσλαμβάνει) και ο άλλος(εκείνος που προσλαμβάνεται) δεν υπάρχουν ως ξεχωριστές ολότητες, αλλά ως σχέσεις ανάμεσα σε δυο συντεταγμένες… η κάθε μια από τις χρήσεις για τη διαφοροποίηση της από την άλλη.» ( Holquist M. 2014).

«Ως εκ τούτου ο εαυτός του μπορεί να προσληφθεί ως ένα πολύπλευρο φαινόμενο, για να τριάδα, και όχι δυλάδα: ένα κέντρο, ένα μη κέντρο και την μεταξύ τους σχέση… Η διαλογικότητα είναι μια μορφή Αρχιτεκτονικής, μια γενική επιστήμη που διευθετείται τα μέρη σε ένα όλο. Μ΄ άλλα λόγια η αρχιτεκτονική είναι η επιστήμη των σχέσεων»

… Το να μοιράζεται κανείς την ύπαρξη ως γεγονός σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι βρίσκεται- και δεν έχει βέβαια την επιλογή να μην βρίσκεται- σε διάλογο, όχι μόνο με τα ανθρώπινα μόνο, αλλά και με εκείνα τα φυσικά και πολιτιστικά μορφώματα που συλλήβδην αποκαλούμε « κόσμος». (Holquist M. 2014) [10]

[2] Απόσπασμα από το βιβλίο: «Συνεργατική θεραπεία. Σχέσεις και συζητήσεις που κάνουν τη διαφορά». Anderson H. 2017, σελ.44)

[3] Αποσπάσματα από το άρθρο: «Η Αξιολόγηση των Απόψεων του Μ. Μπαχτίν σε Αντιπαράθεση με τη Μονολογική Φύση της Εξάρτησης». (Γκότσης, Η., 2008) Μετάλογος , Τεύχος 14: 6-22

[4] Απόσπασμα από το άρθρο: «Συνεργατική-Διαλογική «Καθοδήγηση» Η «Από Κοινού» Προσέγγιση» ( H. Anderson 2016). Μετάλογος , Τεύχος 29, σελ. 8-9

[5] Μ Μπαχτίν. Esteika, s. 373. Μτφρ: Μαρία Γνησίου-Δ. Αγγελάτος στο Δ. Αγγελάτος, η «φωνή» της μνήμης;. Δοκίμιο για τα λογοτεχνικά είδη, Αθήνα:, Πατάκης, 1997, σ. 265,

[6] Απόσπασμα από τις σημειώσεις του B. Pearce & V. Cronen: USING CMM “THE COORDINATED MANAGEMENT OF MEANING”. Μτφ. Ε. Σιαφαρίκα 2018.

[7] Απόσπασμα από το βιβλίο: «Συνεργατική θεραπεία. Σχέσεις και συζητήσεις που κάνουν τη διαφορά». της Anderson H. 2014, σελ. 82-83

[8] Απόσπασμα από το βιβλίο: «Η Θεωρία του διαλογικού εαυτού». (Hemans JMH, and Hermans-Konorka A. 2016)

[9] Απόσπασμα από το βιβλίο: « Δημιουργώντας ιστορίες. Νόμος, Λογοτεχνία, Ζωή» (Bruner J. 2004, σελ. 112- 113 )

[10] Αποσπάσματα από το βιβλίο το: «Διαλογικότητα. Ο Μπαχτίν και ο κόσμος του». (Holquist M. (2014, σελ. 58-59 και σελ 64)

  1. Η γλώσσα
  • «Από τη σκοπιά της μεταμοντέρνας παράδοσης, η γλώσσα (δηλαδή μέσο με το οποίο επικοινωνούμε ή εκφραζόμαστε ή ανταποκρίνονται στους άλλους – λεκτικό και μη λεκτικό) είναι το πρωταρχικό όχημα μέσω του οποίου κατασκευάζουμε και κατανοούμε τον κόσμο μας… Παρομοίως ο φιλόσοφος Λούντβιχ Βιτγκενστάιν εισάγει. Η ιδέα ότι η γλώσσα δεν είναι εξωτερική περιγραφή μιας εσωτερικής διαδικασίας, και δεν περιγράφει την ακρίβεια που πραγματικά συμβαίνει. Πιο συγκεκριμένα η γλώσσα επιτρέπει να περιγράφει αυτό που συμβαίνει και να αποδοθεί ένα νόημα. Η γλώσσα αποκτά το νόημα και την αξία της μέσα από τη χρήση της: για παράδειγμα το νόημα μιας λέξης που βρίσκεται στη χρήση της. Βρισκόμασταν σε μια διαδικασία που προσπαθούμε να κατανοήσουμε τον κόσμο μας και να αναζητήσουμε νόημα. Η διαδικασία και η αναζήτηση καθαυτές έχει το νόημα. Από αυτή την οπτική η γλώσσα είναι το όχημα της διαδικασίας και οι αναζητήσεις, μέσω των προσπαθειών μας να κατανοήσουμε και να δημιουργήσουμε νόημα- γνώση σχετικά με τον κόσμο μας και τους εαυτούς μας. Η γλώσσα λοιπόν περιορίζει και διαμορφώνει τις σκέψεις και τις εκφράσεις μας»(Anderson H .2014) [2]
  • «Η γλώσσα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην αλληλεπίδραση του ατόμου με το περιβάλλον. Από τη μία όμως υπάρχει ένας περιορισμός καθώς η γλώσσα δημιουργεί το πλαίσιο στο οποίο αναδύονται τα νοήματα και τα συναισθήματα, αλλά επίσης θέτει τα όρια της σκέψης μας (σκεφτόμαστε όσα η γλώσσα μας επιτρέπει να εκφράσουμε) και αφετέρου η γλώσσα δημιουργεί νέα νοήματα και νέες πραγματικές . Για τους Μπαχτίν και Βολοσίνοφ η γλώσσα είναι κοινωνική και όχι ατομική διαδικασία, η οποία επηρεάζεται από κεντρομόλες δυνάμεις που βρίσκονται στη μονογλωσσία και από φυγόκεντρες που βρίσκονται στην πολυγλωσσία. Μέσα από το διάλογο εμφανίζεται πλήθος διαλέκτων και εκφράσεων που ευνοούν την πολυγλωσσία, η οποία «απελευθερώνει τη συνείδηση ​​από την τυραννία της γλώσσας»

Το άτομο ως εκ τούτου αποτελείται από έναν πολλαπλό εαυτό, ο οποίος ενσωματώνει ατομικές και συλλογικές εμπειρίες. Ο Μπαχτίν υποστηρίζει ότι το άτομο εμπεριέχει τη δυνατότητα διαφορετικών γλωσσών, μια δυνατότητα δηλαδή ετερογλωσσίας η οποία προέρχεται από την καταγραφή των διαφορετικών ιστοριών του παρελθόντος ( J . Lye , 2005). Οι κρυμμένες και ξεχασμένες φωνές αναγεννούνται μέσω της θεραπευτικής συνομιλίας, καθώς ο θεραπευτής προσκαλείται σε μια αφήγηση της προσωπικής ή διαγενειακής ιστορίας του θεραπευόμενου. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Μπαχτίν: «κάθε φωνή θα εμφανιστεί όταν βρεθεί κάποιος πρόθυμος να την ακούσει» (Γκότσης, Η., 2008) [3]

[2] Απόσπασμα από το βιβλίο: «Συνεργατική θεραπεία. Σχέσεις και συζητήσεις που κάνουν τη διαφορά». Anderson H. 2017, σελ.44)

  1. Γραμματική

Σκέψεις για τη γραμματική των ανθρώπων:

«Αν δούμε τη σχέση μεταξύ ημών και των πελατών, των αγοραστών ή των χρηστών των υπηρεσιών μας ως βασική στη συν-δημιουργία της αλλαγής, την ανακούφιση του πόνου και την επίλυση ή τη διάλυση των προβλημάτων, τότε η δουλειά μας γίνεται περισσότερο ή λιγότερο αποτελεσματικά ανάλογα με το γκάμα των τρόπων με τους οποίους σχετιζόμαστε, αφηγούμαστε και δημιουργούμε, «συναισθανόμαστε» (emotioning) και νιώθουμε. Βρίσκουμε χρήσιμο να σκεφτούμε αυτήν την γκάμα των πιθανοτήτων ως γραμματικές ικανότητες. Όπως υπάρχουν κανόνες, συμβάσεις και πρότυπα στον τρόπο που φτιάχνονται οι λέξεις, οι προτάσεις, οι παράγραφοι στη γραμματική μιας γλώσσας, έτσι υπάρχουν και στο ζην «κανόνες», συμβάσεις ή πρότυπα στον τρόπο με τον οποίο τα συναισθήματα, οι ιστορίες, η νόηση και οι σχέσεις συντίθενται σε μια ενωμένη ολότητα.

Ο Ludwig Wittgenstein λέει πως μπορούμε να εξερευνήσουμε τη «γραμματική» των λέξεων, των συναισθημάτων, των χειρονομιών και των υπολοίπων. Κάνοντας αυτό, φτάνουμε σε μια κατανόηση του τι είναι οτιδήποτε (Wittgenstein 1953 PI para 373). Με αυτό, εννοεί πως καταλαβαίνουμε τους τρόπους με τους οποίους οι λέξεις συνδέονται με άλλες λέξεις σε προτάσεις για να κάνουν νόημα. Καθώς εξελίσσεται η δουλειά μας, αναπτύσσουμε πιο εκλεπτυσμένες και ενδιαφέρουσες ποιότητες στους τρόπους που συνδέουμε λέξεις, φράσεις, χειρονομίες, και λοιπά για να κατανοήσουμε. Εισάγουμε το κωμικό στο τραγικό, για παράδειγμα, ή το τραγικό στο κωμικό.

Το εύρος των ικανοτήτων που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε στη δουλειά μας ως θεραπευτές, σύμβουλοι, μάνατζερς και άλλοι, συνδέεται με την ικανότητα ομιλίας με συγκεκριμένο τρόπο, με την ικανότητα να σχετιζόμαστε με μια ποικιλία τρόπων με μια παλιά συναισθημάτων και την ανάπτυξη ικανοτήτων σε έναν κόσμο χειρονομιών. που μας εχει να κανουμε τη δουλεια μας. Θα επεκτείνουμε τη χρήση του όρου του Wittgenstein «γραμματική» στις γραμματικές των συναισθημάτων, των χειρονομιών, της μη λεκτικής συμπεριφοράς, καθώς και στη γραμματική σε σχέση με τη γλώσσα. Χρησιμοποιούμε τον όρο γραμματική για συντομία, όπως ο Wittgenstein, για να αναφερθούμε σε εκείνα τα πρότυπα με τα οποία χρησιμοποιούμε συναισθήματα, χειρονομίες, λέξεις και άλλα με τρόπο που να έχουν νόημα» [1] (Lang P. & McAdam E. 2017).

[1] Απόσπασμα από το άρθρο : «Ιστορίες, προοπτικές και θέσεις. Τροφοδοτώντας και ενισχύοντας τους ανέμους της δημιουργικής φαντασίας στις συζητήσεις» (Lang P., McAdam E. 2017). Μετάλογος , Τεύχος 30 , σελ. 2)

Κοινοποίηση

Ρωτήστε μας ότι σας ενδιαφέρει συμπληρώνοντας την παρακάτω φόρμα

137 Seacoast Ave, New York, NY 10094
+1 (234) 466-9764
Excuisite food, unforgettable atmosphere...