Θεραπεύουμε το ένα το άλλο

Κοινοποίηση

Θεραπεύουμε το ένα το άλλο

  “Καθημερινά βιώνουμε κατάστασεις που προκαλούν αναστάτωση από διαπροσωπικό μέχρι σε συλλογικό επίπεδο. Μια κακή μέρα στη δουλειά, απώλειες, ρήξεις, πανδημίες, πόλεμοι και φυσικές καταστροφές. Είναι άξιο παρατήρησης ότι ακόμη και σε κατάστασεις συλλογικής αναστάτωσης, η κύρια επιταγή είναι να γίνει μια ατομική διαχειρίση του δυσφορικού συναισθήματος. Οι ειδικοί ψυχικής υγείας καλούνται να εκπαιδεύσουν τα άτομα ή τις κοινότητες σε εσωτερικούς μηχανισμούς για να ηρεμούν μόνα τους την αναστάτωση τους. Το παρακάτω άρθρο προτείνει μια στροφή από αυτό το “μόνα μας” στο “μεταξύ μας”, οτι οι μηχανισμοί δεν βρίσκονται μέσα μας αλλά κυρίως είναι διαθέσιμοι προς ενεργοποίηση στις διαπροσωπικές μας σχέσεις και τις κοινότητες μας. Απομακρυνόμαστε από αυτους τους μηχανισμούς και την ενσυναίσθηση μας, καθώς προτάσσεται ο ατομικισμός και το “εμείς και οι άλλοι”. Τέτοιες ατομικιστικές στάσεις πιστοποιούνται από πολλούς με μια αναγωγή στην εξελικτική ψυχολογία. Όμως, αν βάλουμε σε μια συνομιλία τις εξελικτικές ερμηνείες και τις ερμηνείες της κοινωνικής ψυχολογίας (όπως γίνεται στο παρόν άρθρο) μπορούμε να δούμε μια μεγάλη δυνατότητα ενίσχυσης της συλλογικής ενσυναίσθησης με σημείο στίξης το κοινό βίωμα της ανθρωπινότητας μας.”

Εισαγωγή – Αμαλία Ντάνου Ψυχολόγος – Εκπαιδευόμενη Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια

Πηγή: aeon

Θεραπεύουμε ο ένας την άλλη

Όταν ένα άτομο βρίσκεται σε αναστάτωση, μπορούμε να στραφούμε σε βαθύτατους, εξελιγμένους μηχανισμούς για να ηρεμήσουμε την καταιγίδα, μέσα από προσοχή, άγγιγμα και φροντίδα.

Brandon Kohrt: αναπληρωτής καθηγητής ψυχιατρικής και επιστημών συμπεριφοράς στο Πανεπιστήμιο George Washington. Το έργο του ασχολείται με τη βελτίωση των υπηρεσιών ψυχικής υγείας για πληθυσμούς που πλήττονται από συγκρούσεις, καταστροφές και άλλες ανθρωπιστικές καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Έχει επικεντρωθεί σε στρατηγικές για τη μείωση του στίγματος κατά των ατόμων με ψυχικές ασθένειες σε όλο τον κόσμο. Έχει υπάρξει σύμβουλος στο πρόγραμμα ψυχικής υγείας του Carter Center στη Λιβερία και της Διαπολιτισμικής Ψυχοκοινωνικής Οργάνωσης στο Νεπάλ. Είναι συν-επιμελητής του βιβλίου Global Mental Health: Anthropological Perspectives (2016).

   Όταν μιλάω στους ασθενείς μου για ρύθμιση των συναισθημάτων, μεταξύ των πρώτων πραγμάτων που τους έρχονται στο μυαλό είναι συνήθως η βαθιά αναπνοή και ο διαλογισμός. Όσα άτομα έχουν περάσει από συμβουλευτική μπορεί να περιγράψουν γνωστικές-συμπεριφορικές προσεγγίσεις, όπου ακολουθούν καθορισμένα βήματα για να αμφισβητήσουν τις υποθέσεις που διέπουν τις συναισθηματικές τους αντιδράσεις. Με όλη την πρόσθετη αγωνία, το άγχος και την κατάθλιψη που σχετίζονται με την πανδημία COVID-19, πολλοί από τους ασθενείς, τις φίλες και τα μέλη της οικογένειάς μου, αναφέρουν ότι χρησιμοποιούν διάφορες εφαρμογές χαλάρωσης και ενσυνειδητότητας (mindfulness) που είναι πλέον διαθέσιμες.

     Ως ψυχίατρος, εκτιμώ ότι αυτές οι τεχνικές έχουν τη δυνατότητα να είναι χρήσιμες. Πολλές από αυτές έχουν λάβει εγκρυρότητα από καλά σχεδιασμένες ερευνητικές μελέτες. Αλλά υπάρχει και μια άλλη πτυχή της ταυτότητάς μου που με κάνει να αμφιβάλλω για το αν η συναισθηματική ρύθμιση είναι κάτι που πρέπει πραγματικά να κάνουμε μόνα μας. Αυτή η πλευρά μου είναι ο εκπαιδευμένος ανθρωπολόγος. Ασχολούμαι με την ψυχιατρική για περισσότερο από μια δεκαετία, αλλά ταξιδεύω σε όλο τον κόσμο για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα προσπαθώντας να καταλάβω πώς οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν και ανταποκρίνονται στον πόνο.

    Πριν από είκοσι πέντε χρόνια, πέρασα μερικούς μήνες σε έναν μικρό τσιμεντένιο ναό στο νοτιοανατολικό Νεπάλ. Οι οικογένειες έφερναν τα αγαπημένα τους άτομα όταν δεν μπορούσαν πλέον να τα υποστηρίξουν στο σπίτι. Οι ιερείς του ναού άκουγαν τις οικογένειες να εξηγούν τα προβλήματά τους. Το άτομο που βρισκόταν σε αναστάτωση έμενε μερικές εβδομάδες, μήνες ή και περισσότερο. Κάθε πρωί, οι κάτοικοι προσεύχονταν μαζί, ψέλνοντας και κουνώντας μπρος πίσω τα σώματα τους, καθισμένες σταυροπόδι ή γονατιστές στο πάτωμα. Ενώ αρχικά γοητεύτηκα από αυτή την, στα μάτια μου, πιο ασυνήθιστη μορφή θεραπείας, άρχισα επίσης να παρατηρώ τους ανθρώπους να περνάνε από το ναό, μέρα με τη μέρα, για μια συζήτηση με έναν από τους ιερείς. Περιέγραφαν τις ανησυχίες στην καρδιά και το μυαλό τους και ο άγιος άνδρας καθόταν μαζί τους, χωρίς ποτέ να βιάζεται. Μερικές φορές, τους μάθαινε ένα μάντρα ή τους σκούπιζε την πλάτη και τους ώμους τους με μια βούρτσα από φτερό. Τότε έφευγαν με περισσότερο φως στο πρόσωπό τους. Κάποιες επέστρεφαν συχνά, άλλους τους έβλεπα μόνο μια φορά.

   Έχω δει αυτό το μοτίβο αλληλεπίδρασης ξανά και ξανά. Στη βόρεια Ουγκάντα, ένας εργαζόμενος υγείας του χωριού καθόταν κάτω από ένα δέντρο και μιλούσε με μια γυναίκα που την είχαν παραγκωνίσει οι γείτονές της επειδή είχε ένα παιδί με μια σπάνια νευρολογική διαταραχή.Στη Λιβερία, ένας αστυνομικός, η κόρη του οποίου ζούσε με ψυχική ασθένεια, καθόταν και άκουγε έναν συνάδελφό του που εξηγούσε πόσο τον δυσκόλευε η επιβολή καραντίνας κατά τη διάρκεια της επιδημίας του Έμπολα. Στην Αϊτή, ένας Oungan ιερέας μιλούσε με έναν δάσκαλο για το πώς κατάφερε να ανασυρθεί σκάβοντας μέσα από τα ερείπια,  αφότου τα κτίρια είχαν καταρρεύσει γύρω του στο σεισμό του 2010. Αν ακούσετε προσεκτικά, αυτές οι συζητήσεις δεν περιορίζονται σε ανθρώπους που ασκούν επαγγέλματα βοήθειας. Υπάρχει κάπου ένας οδηγός ταξί και μια επιβάτης που συζητάνε για την αγωνία που φέρνει το μεγάλωμα εφήβων. Ή μια γυναίκα που μοιράζεται με τη σύντροφο της τον θυμό της για τους συναδέλφους της μετά από μια μέρα στο γραφείο.

   Η ρύθμιση των συναισθημάτων για τη μείωση της ψυχικής δυσφορίας φαίνεται να είναι μια θεμελιώδης ανθρώπινη συμπεριφορά που δεν συμβαίνει απλώς μέσα μας, αλλά μεταξύ μας. Παρηγορούμε συνεχώς άλλα άτομα και παρηγορούμαστε για μικρά συμβάντα και απογοητεύσεις που εύκολα θα ξεχαστούν ή τραύματα που αλλάζουν ριζικά τη ζωή μας. Δυστυχώς, η κυρίαρχη ψυχιατρική και ψυχολογία, καθώς και το κίνημα αυτοβοήθειας, βαρύνονται με την προσδοκία ότι για να επιτευχθεί η ευημερία πρέπει να κατακτηθούν δεξιότητες αυτορρύθμισης.

   Κατά την κλινική μου εκπαίδευση, αρχικά θεωρούσα τη διαχείριση της δυσφορίας ως μια τεχνική δεξιότητα για τους επαγγελματίες. Η αποτελεσματική παροχή βοήθειας στα άλλα άτομα για τη ρύθμιση των συναισθημάτων τους απαιτούσε την εκπαίδευση των ψυχολόγων, των θρησκευτικών αρχηγών ή άλλων ειδικών. Ωστόσο, παρατηρώντας τα διαπολιτισμικά στοιχεία της ρύθμισης των συναισθημάτων μεταξύ των ανθρώπων μου δημιουργείται η πεποίθηση ότι στην πραγματικότητα πρόκειται για μια ανθρώπινη καθολική ικανότητα που παίρνει μυριάδες εκδηλώσεις. Και ως μια πανταχού παρούσα ανθρώπινη συμπεριφορά, αναμφισβήτητα θα πρέπει να γίνει κατανοητή από εξελικτική σκοπιά.

    Με τους ανθρωπολόγους Catherine Panter-Brick του Πανεπιστημίου Yale και Melvin Konner του Πανεπιστημίου Emory, καθώς και με τον Vikram Patel, τον κορυφαίο παγκοσμίως ειδικό στην παγκόσμια ψυχική υγεία στο Πανεπιστήμιο Harvard, και τη συνάδελφό μου Katherine Ottman του Πανεπιστημίου George Washington, προσπαθήσαμε να εντοπίσουμε τι θα μπορούσε να μας πει η εξελικτική θεωρία για τη διαπροσωπική θεραπεία και τη ρύθμιση των συναισθημάτων μεταξύ των ανθρώπων.  Τομείς όπως η εξελικτική ιατρική και η εξελικτική ψυχιατρική είχαν ήδη εργαστεί για να ρίξουν φως στην προέλευση των σωματικών και ψυχικών ασθενειών, αποκαλύπτοντας αναντιστοιχίες μεταξύ των πιέσεων της φυσικής επιλογής που διαμόρφωσαν αυτό που είμαστε και των σημερινών περιβαλλοντικών, διατροφικών, κοινωνικών και άλλων παραγόντων που μας επηρεάζουν στην καθημερινή ζωή. Ωστόσο, το ζήτημα της ψυχολογικής θεραπείας δεν είχε διερευνηθεί σε παρόμοιο βάθος. Γιατί οι άνθρωποι αφιερώνουμε καθημερινά από λεπτά, έως ώρες και εβδομάδες της ζωής μας, για να παρηγορούμε άλλα άτομα που βρίσκονται σε αναστάτωση, ακόμη και όταν αυτό δεν είναι το επάγγελμά μας; Γιατί ως άνθρωποι στηρίζουμε ο ένας τον άλλον και γιατί αυτό μοιάζει να είναι κοινό σε όλους τους πολιτισμούς και σε όλη την ιστορία του είδους μας;

   “Αν οι συναισθηματικές διεργασίες είναι συνδεδεμένες με την κοινωνική ρήξη, συνεπάγεται ότι θα παίξουν ρόλο στην κοινωνική αποκατάσταση.”

   Τα ερωτήματα αυτά μοιάζουν επιφανειακά με εκείνα που σχετίζονται με τον αλτρουισμό: δηλαδή, γιατί κάνουμε οτιδήποτε καλό για τους άλλους, από εξελικτική άποψη; Η επιβίωση του ισχυρότερου, στη λαϊκή κουλτούρα, έχει συνήθως απλοποιηθεί σε ένα ιδεώδες απόλυτου ατομικισμού. Ωστόσο, ξεκινώντας από τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, οι εξελικτικοί βιολόγοι ανέπτυξαν μοντέλα για τον αλτρουϊσμό που ξεπερνούσαν την ιδέα ότι βοηθάμε τους άλλους μόνο και μόνο λόγω του κοινού DNA. Oι κοινωνικές συνδιαλλαγές ως “μια σου και μια μου”  “quid-pro-quo” παρέμειναν κυρίαρχες ως ερμηνείες, αλλά η σύγχρονη εξελικτική θεωρία αναγνωρίζει επίσης πώς οι από κοινού κοινωνικές συμπεριφορές είναι σημαντικές για την επιβίωση λόγω του ανταγωνισμού μεταξύ των κοινωνικών ομάδων. Πρώτα απ’όλα, η συνεργασία είναι χρήσιμη για την απόκτηση και την προστασία των πόρων. Ένα μέλος της ομάδας που μονοπωλεί όλους τους πόρους από τα άλλα άτομα ενδέχεται να αποκομίσει ένα βραχυπρόθεσμο όφελος, αλλά είναι συνολικά πιο ευάλωτο σε απειλές επειδή η ομάδα ως σύνολο έχει αποδυναμωθεί. Σε κάποιο σημείο της εξελικτικής μας ιστορίας, οι άλλοι άνθρωποι έγιναν πολύ μεγαλύτερη απειλή από τα αρπακτικά ζώα. Αυτός ο ενδοομαδικός ανταγωνισμός μπορεί να παρατηρηθεί και σε άλλα κοινωνικά θηλαστικά, ιδίως σε πρωτεύοντα θηλαστικά εκτός του ανθρώπου. Τα γραπτά της Jane Goodall για τους χιμπατζήδες είναι πλούσια σε περιγραφές σχηματισμών και σχισμάτων ομάδων, αναγκαστικών αποκλεισμών και συμφιλιώσεων στην ενδο-ομάδα.

    Τα συναισθήματα, είτε θετικά είτε δυσάρεστα, συνδέονται στενά με αυτές τις κοινωνικές δυναμικές. Συναισθήματα όπως ο θυμός, η ζήλια, η ντροπή, η ενοχή, η μοναξιά και η θλίψη προκαλούνται συχνά από αλλαγές στη θέση του ατόμου μέσα σε μια ομάδα ή σε σημαντικές προσωπικές σχέσεις. Έτσι, αν οι συναισθηματικές διεργασίες συνδέονται με την κοινωνική ρήξη, προκύπτει ότι είναι πιθανό να παίζουν ρόλο στην κοινωνική αποκατάσταση. Πρέπει να υπάρχει ένας μηχανισμός που να μας λέει ότι άλλοι άνθρωποι ανήκουν στον κοινωνικό μας κύκλο και έτσι μας βοηθούν να διατηρήσουμε τον κοινωνικό ιστό. Τα συναισθήματα λειτουργούν λίγο σαν ένα κοινωνικό ανοσοποιητικό σύστημα: οι κοινωνικές σχέσεις προκαλούν μια συναισθηματική φλεγμονώδη αντίδραση όταν κάτι τις απειλεί. Αλλά υπάρχουν επίσης τρόποι να αμβλύνουμε αυτή την αντίδραση και να αποφύγουμε μια κατάσταση κοινωνικής σήψης, φέρνοντας τους ανθρώπους πίσω στο σύστημα όταν οι σχέσεις έχουν διαρραγεί.

    Ένα εντυπωσιακό παράδειγμα αυτού προέρχεται από τη δουλειά μου με πρώην παιδιά-στρατιώτες. Σε πολλές περιπτώσεις, η εμπειρία της επιστροφής στην πατρίδα μετά από την εμπειρία του να είσαι παιδί-στρατιώτης είναι ακόμη πιο δυσάρεστη από τον ίδιο τον πόλεμο. Η ενοχή, η ντροπή και ο διαρκής θυμός είναι συνηθισμένα φαινόμενα. Οι οικογένειες, οι δάσκαλοι και τα μέλη της κοινότητας μπορεί να φοβούνται τα άτομα που επέστρεψαν ή να αισθάνονται ενοχές και ντροπή επειδή δεν κατάφεραν να αποτρέψουν τα παιδιά τους από το να εμπλακούν στη διαμάχη. Στην Ουγκάντα, τη Μοζαμβίκη και τη Σιέρα Λεόνε, χρησιμοποιήθηκαν παραδοσιακές θεραπευτικές τελετουργίες για τον συμβολικό διαχωρισμό των παιδιών από τις πράξεις που είχαν διαπράξει, με κινήσεις που αντιπροσωπεύουν την ενοχή, τη ντροπή, τον θυμό και την αγωνία να εγκαταλείπουν το σώμα. Εδώ, όμως, είδαμε ότι η συναισθηματική ρύθμιση των γονέων, των δασκάλων και άλλων ήταν μερικές φορές ακόμη πιο σημαντική. Εκπαιδεύσαμε μέλη της κοινότητας να βοηθήσουν τους εκπαιδευτικούς που φοβόντουσαν να έχουν παιδιά στρατιώτες στην τάξη να συζητήσουν τους φόβους τους. Παρομοίως, κάθισαν με μέλη οικογενειών που ήταν συγκλονισμένα από την αμφιθυμία της χαράς και του φόβου για την επιστροφή του παιδιού τους. Περνώντας χρόνο με αυτούς τους ανθρώπους, οι κοινοτικοί λειτουργοί υγείας τους βοήθησαν να αισθάνονται λιγότερο μόνες. Τα συναισθήματά τους είχαν περισσότερο νόημα και μπορούσαν να αρχίσουν να αναδιαμορφώνουν τις σχέσεις με τα παιδιά τους.

    Ακριβώς όπως υπάρχουν ομοιότητες στον τρόπο λειτουργίας της γλώσσας ανάμεσα στους πολιτισμούς, φαίνεται να υπάρχει μια γραμματική του τρόπου με τον οποίο οι άνθρωποι υποστηρίζουν η μια τον άλλον μπροστά στην ψυχική δυσφορία. Από εξελικτική άποψη, είναι λογικό ότι το ανθρώπινο κοινωνικό ανοσοποιητικό σύστημα εξελίχθηκε με τρόπο που προσομοιάζει  τη γλώσσα. Η γλώσσα είναι μια κοινωνική συμπεριφορά που υποστηρίζει τον τρόπο λειτουργίας των ομάδων και απαιτεί έναν ακροατή και μια ομιλήτρια για να λειτουργήσει. Η ρύθμιση των συναισθημάτων είναι μια παρόμοια δυναμική διαπροσωπική διαδικασία.

   Πολλοί ανθρωπολόγοι έχουν γράψει για τα κοινά στοιχεία της σαμανικής θεραπείας, συγκρίνοντας τα με την ψυχοθεραπεία και άλλες μορφές συμβουλευτικής. Στη δεκαετία του 1960, ο Jerome Frank, ψυχίατρος, και ο Claude Lévi-Strauss, ανθρωπολόγος, περιέγραψαν ξεχωριστά καθολικά στοιχεία της θεραπείας. Αργότερα, ο ανθρωπολόγος James Dow, ο οποίος πέρασε δεκαετίες μελετώντας θεραπευτικές πρακτικές στην Καραϊβική και το Μεξικό, βασίστηκε στη βαθιά δομή της γλωσσολογικής θεωρίας για να εντοπίσει ορισμένα κοινά βήματα: υπάρχει ένα σύνολο συμβόλων που μοιράζονται ανάμεσα στη θεραπεύτρια και το άτομο που πάσχει – η θεραπεύτρια πείθει το άτομο που πάσχει ότι το πρόβλημα μπορεί να εξηγηθεί – η θεραπεύτρια συνδέει τον πόνο με ένα συναλλακτικό σύμβολο μέσω του συναισθήματος – η θεραπεύτρια χειρίζεται τα σύμβολα για να δημιουργήσει συναισθηματική αλλαγή και να ανακουφίσει τον πόνο.

   Αυτό που είναι εντυπωσιακό είναι το πώς αυτή η περιγραφή της συμβολικής θεραπείας ταιριάζει με ό,τι αντιλαμβανόμαστε για την ενσυναίσθηση στα πρωτεύοντα θηλαστικά και σε άλλα θηλαστικά. Σύμφωνα με τον πρωτευοντολόγο Frans de Waal και την ψυχολόγο Stephanie Preston, το συναίσθημα μεταφέρεται από το ζώο που βρίσκεται σε αναστάτωση σε ένα άλλο μέλος της ομάδας του. Αυτό συμβαίνει μέσω μετάδοσης, η οποία μπορεί να πραγματωθεί με ήχους αγωνίας, εκφράσεις του προσώπου ή άλλη γλώσσα του σώματος και στη συνέχεια λαμβάνεται μέσω των κατοπτρικών νευρώνων και άλλων νευρολογικών διεργασιών. Κατά συνέπεια, το ζώο που βρίσκεται σε αναστάτωση και το ζώο που το παρηγορεί μοιράζονται το ίδιο συναίσθημα ή την ίδια κατάσταση συναισθήματος. Το ζώο που παρηγορεί είναι σε θέση να ρυθμίσει την αναστάτωση του και να διοχετεύσει αυτή την αίσθηση ισορροπίας σε παρηγοριά, προκειμένου να βοηθήσει το βασανισμένο πλάσμα με τη φυσική του παρουσία, μέσω φροντιστικών συμπεριφορών ή άλλων καταπραϋντικών αλληλεπιδράσεων. Οι De Waal και Preston προσθέτουν επίσης ένα άλλο σημαντικό βήμα: καθώς το ζώο σε δυσφορία ηρεμεί, η συναισθηματική μετάδοση επιτρέπει στο ζώο που παρηγόρησε να βιώσει ανακούφιση – μια μορφή αυτο-επιβράβευσης που διαιωνίζει τέτοιες συμπεριφορές βοήθειας.

Μπορούμε να αναπλαισιώσουμε τον πόνο των άλλων ακόμη και όταν τον νιώθουμε εμείς οι ίδιοι. Το οργανώνουμε, του δίνουμε νόημα, το ανακουφίζουμε.

   Αυτές οι εκδηλώσεις συναισθηματικής παρηγοριάς πιθανώς εξελίχθηκαν εξαιτίας της αυξημένης πολυπλοκότητας στον τρόπο με τον οποίο τα ζώα επικοινωνούν την αναστάτωση. Αν μια μαϊμού δει ένα φίδι και αντιδράσει με φόβο, οι άλλες μαϊμούδες της ομάδας θα ανταπεξέλθουν καλύτερα αν μπορούν να αντιδράσουν γρήγορα, εσωτερικεύοντας αυτόν τον φόβο, αντί να περιμένουν να δουν οι ίδιες το φίδι. Ωστόσο, καθώς οι συναισθηματικές σχέσεις έγιναν πιο περίπλοκες, υπάρχουν φορές που δεν θα χρειαστεί μια ακραία συμπεριφορική αντίδραση – ακόμη και αν έτσι αισθανόμαστε. Τα μέλη της ομάδας πρέπει να διαχειριστούν αυτές τις αντιδράσεις στο πλαίσιο ενός κοινωνικού ανοσοποιητικού συστήματος. Με νευροεπιστημονικούς όρους, συχνά θεωρούμε ότι ο μετωπιαίος λοβός που αναπτύχθηκε αργότερα είναι το τμήμα του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνο για τη συναισθηματική ρύθμιση: περιορίζει ή τροποποιεί τη δραστηριότητα στις πιο “πρωτόγονες” περιοχές του εγκεφάλου, όπως η αμυγδαλή, που σχετίζονται με το φόβο και τη δυσφορία. Αλλά και οι κοινωνικές μας σχέσεις παίζουν αυτόν τον ρόλο της μείωσης των καταστάσεων ψυχικής δυσφορίας. Οι φίλες, η οικογένεια και οι κοινωνικές ομάδες είναι ένα είδος “εκτεταμένου μετωπιαίου λοβού”, όπως αρέσκεται να λέει ο ψυχίατρος James Griffith. Μας βοηθούν να ηρεμήσουμε και να τα βγάλουμε πέρα με την απώλεια, το τραύμα και την παραβίαση.

    Μπορούμε να χαρτογραφήσουμε αυτές τις διαδικασίες στην καθημερινή μας ζωή. Το να βλέπουμε άλλα άτομα σε κατάσταση απόγνωσης μπορεί να μας κάνει να δακρύσουμε. Όταν βλέπουμε κάποιον που φοβάται, βρισκόμαστε σε εγρήγορση για την πιθανότητα να υπάρχει κίνδυνος κοντά μας. Αυτή η συναισθηματική μετάδοση θα μας έφερνε όλους σε πλήρη σύγχυση αν η θλίψη, ο πανικός ή ο θυμός απλώς περνούσαν αμείωτα από το ένα μέλος της ομάδας στο άλλο. Όταν αυτό συμβαίνει, έχουμε τη βία του όχλου. Ωστόσο, αυτή δεν είναι η τυπική αντίδραση, επειδή μπορούμε να αναπλαισιώσουμε τον πόνο των άλλων ακόμη και όταν τον νιώθουμε και εμείς τα ίδια. Το οργανώνουμε, του δίνουμε νόημα και το ανακουφίζουμε.

    Στη συνέχεια, είμαστε σε θέση να ανταποκριθούμε στο άλλο άτομο που βρίσκεται σε αναστάτωση. Επικοινωνούμε έμμεσα και άμεσα το πώς μπορεί να κατευναστεί η δυσφορία. Αυτό μπορεί να γίνει μέσω της φυσικής παρουσίας, όπως το να καθίσουμε μαζί ή να δώσουμε μια αγκαλιά. Η φυσική επαφή μπορεί να έχει βαθιές βιοχημικές αντιδράσεις που μειώνουν το στρες. Στηριζόμαστε επίσης σε γνωστικές διαδικασίες, καθώς οι άνθρωποι συζητούν την κατάσταση και εντοπίζουν λόγους για καθησυχασμό ή ελπίδα ή επιλύουν το πρόβλημα συνεργατικά. Η καρδιά όλων αυτών των αλληλεπιδράσεων είναι το “μαζί”. Ορισμένες τεχνικές ψυχοθεραπείας ή θρησκευτικοί ή σαμανικοί χειρισμοί μπορούν ακόμη και να μετασχηματίσουν συμβολικά το άγχος. Ένας από τους συνεργάτες μου στην Ουγκάντα είναι ο Byamah Mutamba: οι γονείς του τον ονόμασαν “Mutamba”, που είναι μια συντομευμένη μορφή της φράσης Runyakitara “αυτός που θεραπεύει τη μοναξιά” – ποτέ δεν υπήρξε πιο εύστοχο όνομα για έναν ταλαντούχο ψυχίατρο. Όταν αναλύουμε την ψυχολογική θεραπεία, το βασικό της μήνυμα είναι: “Δεν είσαι μόνος”.

Διαβάστε επίσης: Αγκαλιά & Νευροεπιστήμες

    Δυστυχώς, δεν ζούμε σε έναν κόσμο όπου είναι εύκολο να απαλύνουμε τον πόνο μέσω της αλληλεπίδρασης με άλλους ανθρώπους. Η καταγεγραμμένη αύξηση της ψυχικής δυσφορίας κατά τη διάρκεια της πανδημίας οφειλόταν πιθανότατα στη διακοπή πολλών από αυτών των μεταξύ μας διαδικασιών. Εξάλλου, η φυσική παρουσία και η συνύπαρξη εξελίχθηκε ως η πιο βασική μορφή διαπροσωπικής ρύθμισης των συναισθημάτων – ένας χιμπατζής περιποιείται έναν άλλο χιμπατζή που βρίσκεται σε κατάσταση δυσφορίας. Αυτή η επαφή και ο νευροφυσιολογικός της αντίκτυπος στον εγκέφαλο και το σώμα μας έχει χαθεί ή έχει περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό για πολλές από εμάς. Ακόμα και οι απλές ανθρώπινες επαφές μπορούν να είναι συναισθηματικά καταπραϋντικές: σκεφτείτε μια τυπική μέρα για τους μαθητές από το νηπιαγωγείο μέχρι το πανεπιστήμιο, οι οποίοι συνδέονται με δεκάδες άλλους σε σύντομες καθημερινές συναναστροφές. Το να βρεθεί  κάποιο μαζί με άλλα άτομα με αυτόν τον τρόπο προσφέρει πολλές ευκαιρίες να μοιραστεί τα μικρά ή μεγάλα δυσφορικά κομμάτια της ημέρας, στηριζόμενο σε κάποιο άλλο για να τα καταλάβει και να τα επεξεργαστεί – χωρίς να χρειάζεται να ξεκινήσει σκόπιμα την επικοινωνία με κάποιο άτομο για να συνδεθεί μέσω μιας κλήσης Zoom. Όσον αφορά τις επαγγελματικές υπηρεσίες ψυχικής υγείας, με πολλούς τρόπους η εξ αποστάσεως φροντίδα έχει βοηθήσει απίστευτα και θα πρέπει να συνεχιστεί. Υπάρχουν όμως και καταστάσεις όπου η παρουσία στο ίδιο δωμάτιο είναι σημαντική για να παρατηρηθεί το σώμα και να επιτραπεί η ελεύθερη ροή των συναισθημάτων.

    Έτσι κι αλλιώς, δεν είναι ότι τα είχαμε όλα αυτά τακτοποιημένα και πριν από το COVID-19. Υπήρχε ήδη μπόλικη και αμείωτη αναστάτωση γύρω μας. Η κατανόηση του γιατί η διαπροσωπική συναισθηματική ρύθμιση αποτυγχάνει είναι ένας ακόμη λόγος για τον οποίο ένα εξελικτικό πλαίσιο μπορεί να είναι χρήσιμο. Ενώ η συναισθηματική μετάδοση είναι σημαντική στις ενδο-ομάδες, μπορεί να είναι αντιπαραγωγική για τον ανταγωνισμό μεταξύ ομάδων. Το να αισθάνεσαι θλίψη όταν βλέπεις το πονεμένο πρόσωπο ενός αντιπάλου μπορεί να μην βοηθάει την ομάδα σου ή την κοινότητα σου να ευδοκιμήσει. Δυστυχώς, η βιολογία μας φαίνεται να λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο. Ενώ ο νευροδιαβιβαστής ωκυτοκίνη παίζει σημαντικό ρόλο στο δέσιμο και την ενσυναίσθηση για τα μέλη της “ενδο-ομάδας”, συμβάλλει στα συναισθήματα ευχαρίστησης για τον πόνο των μελών της “έξω-ομάδας”. Είναι μια βιολογική οδός για την χαιρεκακία. Νευροψυχολογικές και νευροαπεικονιστικές μελέτες υποδεικνύουν ότι δεν έχουμε τον ίδιο μοχλό συναισθηματικής μετάδοσης για τα περισσότερα μέλη της “εξω-ομάδας”. Για να αυξήσουμε ακόμη περισσότερο το διακύβευμα κατά της ενσυναίσθησης, όταν ένα άτομο αισθάνεται άγχος, απειλή ή στενοχώρια, συρρικνώνει τον κύκλο του για το ποιος μετράει ως “ενδο-ομάδα”. Σε στιγμές που αισθανόμαστε χαρούμενοι, η μεγαλοψυχία επικρατεί. Όταν όμως νιώθουμε ότι απειλούμαστε, υποχωρούμε στη συναισθηματική σύνδεση με έναν μικρό κύκλο οικείων προσώπων, και ακόμη και αυτά τα άτομα μπορεί να μη θεωρούνται, παροιμιωδώς, ότι βρίσκονται στην ίδια βάρκα.

   Το ερώτημα της σχέσης “ενδο-ομάδας” και “εξω-ομάδας” είναι ιδιαίτερα περίπλοκο για τους ανθρώπους λόγω της πολιτισμικής εξέλιξης. Σε πολλά άλλα είδη, οι βιολογικοί φαινότυποι – φυσικά χαρακτηριστικά, οσμές, απειλητικές κλήσεις, σταθερά πρότυπα συμπεριφοράς – τείνουν να καθορίζουν το καθεστώς της ομάδας. Αλλά χάρη στην πολιτισμική εξέλιξη, οι άνθρωποι χρησιμοποιούν ένα πλήθος χαρακτηριστικών για να καθορίσουν την κατάσταση “ενδο-ομάδας” έναντι “εξω-ομάδας”. Η γλώσσα αποτελεί ένα μεγάλο μέρος, αλλά και η ενδυμασία, η συμπεριφορά και τα σύμβολα που υποδηλώνουν το “ανήκειν” και τις κοινές εμπειρίες ζωής. Υπάρχει ένας τέραστιος κατάλογος μελετών που δείχνει ότι οι επαγγελματίες υγείας, συμπεριλαμβανομένων των επαγγελματιών ψυχικής υγείας, συχνά δεν επιδεικνύουν ενσυναίσθηση για τους ασθενείς τους- ειδικότερα, οι περισσότερες μελέτες έχουν καταδείξει αξιοσημείωτη έλλειψη ενσυναίσθησης μεταξύ των λευκών γιατρών που εργάζονται με μαύρους ασθενείς.

Αν οι επαγγελματίες υγείας αισθάνονται αυτή την κοινή ανθρωπιά, τότε είναι καλύτερα σε θέση να καταπραΰνουν την αγωνία των ασθενών τους

Ποια είναι λοιπόν μια εξελικτικά πληροφορημένη απάντηση;

Ένα μέρος της υπόθεσης είναι να διευρύνουμε την ετερότητα του εργατικού δυναμικού ψυχικής υγείας.  Aν η ενσυναίσθηση προάγεται από την κοινή ταυτότητα της ομάδας, τότε οι θεραπευτές μας πρέπει να μοιάζουν περισσότερο με τις κοινότητες που εξυπηρετούν. Στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2016, μόνο το 16% των ενεργών ψυχολόγων προέρχονταν από μειονοτικούς πληθυσμούς, παρόλο που αποτελούσαν το 40% του πληθυσμού των ΗΠΑ. Η κατάσταση είναι χειρότερη με τους εν ενεργεία ψυχιάτρους: μόνο το 10% προέρχεται από υποεκπροσωπούμενες μειονότητες. Δεδομένης της δυσανάλογης επιβάρυνσης των στρεσογόνων παραγόντων στις μειονοτικές κοινότητες, συμπεριλαμβανομένου του ρατσισμού, των οικονομικών εμποδίων, της αστυνομικής βίας και άλλων παραγόντων, το χάσμα είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό. Υπάρχουν παρόμοιες ανισότητες σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι ειδικοί σε θέματα ψυχικής υγείας συγκεντρώνονται σε χώρες υψηλού εισοδήματος, όπου ένας στους πέντε ανθρώπους έχει πρόσβαση σε κατάλληλη φροντίδα για την κατάθλιψη. Αλλά στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος της Αφρικής, της Ανατολικής Ασίας και της Νότιας Αμερικής, μόνο ένας στους 27 ανθρώπους έχει πρόσβαση σε ανάλογη φροντίδα.

   Μια παγκόσμια στρατηγική είναι η εκπαίδευση ανθρώπων που δεν είναι ειδικοί στην ψυχική υγεία, ώστε να αναλάβουν κάποιους από τους ρόλους που θα έπαιζε ένας ψυχίατρος ή ψυχολόγος. Τα προγράμματα αυτά βασίζονται στην ιδέα ότι όλοι έχουμε τη δυνατότητα να υποστηρίξουμε ο ένας τον άλλον. Ενώ η κλινική εκπαίδευση για ψυχιάτρους και ψυχολόγους συνήθως επικεντρώνεται στην κατάκτηση τεχνικών για μια συγκεκριμένη κατηγορία θεραπείας, η εκπαίδευση των καθημερινών ατόμων αφορά τη διακίνηση πολλών από αυτών των θεμελιωδών δεξιοτήτων βοήθειας. Η εκπαίδευση βοηθάει να επανακτήσουμε τις ικανότητες που βρίσκονται μέσα σε όλα μας και δεν είναι αποκλειστικότητα εκείνων που διαθέτουν πολυετή επαγγελματική κατάρτιση.

   Η Panter-Brick έχει εργαστεί με ένα πρόγραμμα στην Ιορδανία, στο οποίο παρέχεται υποστήριξη σε Σύριους πρόσφυγες με σκοπό την μείωση της ψυχικής δυσφορίας και την προαγωγή της ανθεκτικότητας μεταξύ των άλλων προσφύγων. Η Patel έχει ηγηθεί του παγκόσμιου κινήματος για αυτές τις πρωτοβουλίες με κοινοτικούς λειτουργούς υγείας και μη ειδικούς σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος και τώρα επεκτείνει αυτές τις προσπάθειες στις ΗΠΑ. Μαθαίνουμε ότι αυτά τα προγράμματα, που αρχικά σχεδιάστηκαν από αναγκαιότητα, έχουν το πλεονέκτημα ότι προωθούν την ενσυναισθητική φροντίδα, επειδή οι παρηγορητές και οι παρηγορούμενοι προέρχονται από τις ίδιες κοινότητες και κοινές εμπειρίες ζωής.

   Παρόλα αυτά, οι συνεργάτες μου και εγώ γνωρίζουμε επίσης ότι η συμφωνία ταυτοτήτων δεν είναι η μόνη ή έστω η προτιμώμενη λύση. Μπορεί να έχετε περισσότερα κοινά με κάποια στην άλλη άκρη του κόσμου παρά με τον γείτονά σας, τουλάχιστον όσον αφορά τα κομμάτια που συνδέονται με την προσωπική σας ψυχική δυσφορία. Ολόκληρα θεραπευτικά συστήματα που βασίζονται στην αντίληψη ότι το άτομο που παρηγορεί και το άτομο που παρηγοριέται πρέπει να είναι ίδιοι θα ήταν προβληματικά – ιδιαιτέρως επειδή οι υπεύθυνοι που σχεδιάζουν αυτά τα συστήματα μπορεί να μην έχουν σαφή ιδέα για το ποια θα νιώθει συναισθηματικά συνδεδεμένη με ποιο. Ως εκ τούτου, μια άλλη στρατηγική είναι να εξεταστεί πώς να προωθηθεί η ενσυναίσθηση και η σύνδεση ευρέως μεταξύ των επαγγελματιών υγείας, των μη ειδικών που εργάζονται στις κοινότητες και του γενικού κοινού.

   Εδώ είναι που η κοινωνική ψυχολογία και η εξελικτική θεωρία μπορούν να συναντηθούν. Η εξελικτική θεωρία υποδεικνύει γιατί αναδύονται ορισμένες ομαδικές συμπεριφορές, ενώ η κοινωνική ψυχολογία προσφέρει έναν τρόπο χρήσης αυτών των πληροφοριών για την αλλαγή της κοινωνικής δυναμικής. Ο ψυχολόγος Gordon Allport έθεσε τα θεμέλια γι’ αυτό τη δεκαετία του 1950, με έργο που συνέπεσε με το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα και τη φυλετική ενοποίηση στα σχολεία. Ο Allport και οι συνεργάτες του πρότειναν ότι η διο-ομαδική επαφή θα μπορούσε να καταρρίψει τις προκαταλήψεις και τα εμπόδια όταν οι ομάδες είχαν έναν κοινό στόχο (κάποιοι απόηχοι της εξελικτικής θεωρίας εδώ), και σχεδίασαν κοινές δραστηριότητες για τα λευκά και τα μαύρα μαθητά για να οικοδομήσουν αυτή τη συνεργασία και να εδραιώσουν πτυχές της κοινής ταυτότητας. (Ωστόσο, κατέβαλαν λιγότερη προσπάθεια για την ενοποίηση των εκπαιδευτικών, όπως έχει επικριθεί ευρέως).

   Μετά τον Allport, οι ερευνητές έχουν δώσει πολύ μεγαλύτερη προσοχή στο πώς να οικοδομήσουν την ενσυναίσθηση όταν οι ομάδες συναντιούνται. Πέρασα την τελευταία δεκαετία προσπαθώντας να καταλάβω πώς να ενισχύσω την ενσυναίσθηση που νιώθουν οι γιατροί, οι νοσηλευτές και τα εργαζόμενα στην κοινοτική υγεία προς τους ασθενείς που ζουν με ψυχικές ασθένειες σε μέρη που κυμαίνονται από το Νεπάλ έως την Αιθιοπία και τη Λιβερία. Εκπαιδεύουμε όσους ζουν με ψυχική ασθένεια να αφηγούνται τις ιστορίες τους, σε συνδυασμό με φωτογραφίες που βγάζουν από τη ζωή τους. Αυτές οι αφηγήσεις ακολουθούν ένα τόξο που φέρνει τα εργαζόμενα στον τομέα της υγείας σε ένα συναισθηματικό ταξίδι, ενθαρρύνοντας τη ροή της ενσυναίσθησης και ελπίζοντας ότι θα αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο συνδέονται με τις ασθενείς. Δείχνουν πόσα κοινά έχουν οι γιατροί και οι εργαζόμενες στον τομέα της υγείας με εκείνους που θεραπεύουν και πώς νοιάζονται για τα ίδια πράγματα: τη φροντίδα των παιδιών και των μελών της οικογένειας, την οικονομική ασφάλεια, τη συμμετοχή σε συλλογικές δραστηριότητες και τη το να βλέπουν την ομορφιά στην καθημερινή ζωή. Αν οι εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας αισθάνονται αυτή την κοινή ανθρωπινότητα – ότι μοιράζονται κάποιες ιδιότητες  ενδο-ομάδας – τότε είναι καλύτερα σε θέση να απαλύνουν την αγωνία των ασθενών τους. Η ενσυναίσθηση και η συναισθηματική μετάδοση ρέουν πιο γρήγορα, ακολουθούμενες από παρηγοριά και επίλυση, και με τα εργαζόμενα στον τομέα της υγείας να λαμβάνουν την ψυχολογική ανταμοιβή από τη βοήθεια ενός άλλου ατόμου.

    Η καθεμιά από εμάς θα μπορούσε να επωφεληθεί από το να σκεφτεί με εξελικτικούς όρους για τη συλλογική ρύθμιση του συναισθήματος. Ένα σημαντικό βήμα είναι να θυμηθούμε ότι το να βοηθηθούμε από τις άλλες δεν είναι ένδειξη αδυναμίας: είναι θεμελιώδες για το τι κάνουμε και ποια είμαστε. Θα πρέπει να είμαστε πρόθυμες να ζητήσουμε βοήθεια όταν τη χρειαζόμαστε και να συνδεθούμε με άλλους που βρίσκονται σε δυσκολία. Στα νοσοκομεία και σε άλλους χώρους εργασίας σε όλο τον κόσμο, περιμένουμε από το προσωπικό να είναι σε θέση να χειριστεί όλα όσα περνάει με το COVID-19, στη δουλειά και στο σπίτι. Και αν δυσκολεύεσαι, τότε είναι δική σου ευθύνη να κάνεις κάποια μορφή “αυτοφροντίδας”. Το ιατρείο όπου εργάζομαι πλήρωσε για όλους τους υπαλλήλους μια συνδρομή σε μια δημοφιλή εφαρμογή ενσυνειδητότητας-mindfulness. Αλλά είναι εξίσου σημαντικό να βρεθεί χρόνος για σύνδεση με άλλους. Μια συνάδελφος μπορεί να είναι το άτομο που είναι πιο πιθανό να είναι σε θέση να διατηρήσει αυτή τη ροή ενσυναίσθησης λόγω του κοινού πλαισίου και της κουλτούρας. Όλα μας χρειαζόμαστε περισσότερη εμπιστοσύνη στο ότι μπορούμε να είμαστε χρήσιμα απλά και μόνο με το να είμαστε εκεί, να ακούμε και να μοιραζόμαστε το συναίσθημα του άλλου. Αυτό μας κάνει πιο δυνατα ως ομάδα.

    Η συλλογική ενσυναίσθηση είναι επίσης κάτι που πρέπει να προάγουμε στα παιδιά μας, στα σχολεία τους και στην ανατροφή τους, για να στηριχθούμε σε αυτά τα φυσικά ένστικτα και να τα διατηρήσουμε. Μια μέρα, όταν η σύζυγος μου και εγώ μαλώναμε -όπως είναι λογικό να συμβεί  όταν μια οικογένεια κλειδώνεται μαζί για ένα χρόνο-  η 4χρονη κόρη μας ήρθε σε εμάς με έναν πολύχρωμο χάρτινο ανεμόμυλο. Είχε μάθει να το χρησιμοποιεί στα απομακρυσμένα μαθήματα μέσω Zoom του νηπιαγωγείο, όταν ένιωθε θυμωμένη ή αναστατωμένη. Μόλις βίωσε τη συναισθηματική μετάδοση της ψυχικής δυσφορίας από τη σύζυγό μου και εμένα, έφερε τον ανεμόμυλο σε εμάς, με δική της πρωτοβουλία, ως κάτι συμβολικό και φυσιολογικό για να κάνουμε μαζί. Ήταν ο μικρός μας σαμάνος, κάνοντας αυτό που οι άνθρωποι κάνουν για να υποστηρίζουν ο ένας τον άλλον εδώ και εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια. Ήξερε ότι θεραπευόμαστε μαζί.

Μετάφραση & Επιμέλεια: Αμαλία Ντάνου Ψυχολόγος – Εκπαιδευόμενη Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια

Κοινοποίηση

Ρωτήστε μας ότι σας ενδιαφέρει συμπληρώνοντας την παρακάτω φόρμα

137 Seacoast Ave, New York, NY 10094
+1 (234) 466-9764
Excuisite food, unforgettable atmosphere...