Οι ιστορίες αγάπης είναι αφηγήσεις που γράφονται παράλληλα
“Συχνά ακούμε από εμάς και άλλους/ες/α γνωμικά και προτροπές για το τι είναι σωστό-τι λάθος, τι πρέπει-τι δεν πρέπει, πως θα λειτουργούσε ένα άτομο αν αισθανόταν κάτι απέναντι σε άλλο κλπ… Μεγαλώνουμε τροφοδοτώντας προστατευτικές εσωτερικές φωνές μέσα από αφηγήσεις άλλων για το πως πρέπει να λειτουργούμε ή πως αναμένουμε να λειτουργούν τα άλλα άτομα απέναντί μας για να επιβεβαιώσουμε την αγάπη, την αξιοπρέπεια κι άλλα αισθήματα που στιγμιαία διαπιστεύουν την αυταξία μας. Ενίοτε, οι κανόνες ζωής που έχουμε θέσει, έχουν άκαμπτες καμπύλες που εάν δεν ευοδωθούν, συγκρούονται με τις προσδοκίες μας και καταλήγουν σε σύγχυση.
Το παρακάτω άρθρο προσκαλεί σε αναστοχασμό πάνω σε ερωτήματα όπως:
Υπάρχουν κατευθυντήριες στις ιστορίες αγάπης;
-Κατά πόσο οι προσδοκίες μας διαμορφώνονται από αφηγήσεις άλλων αποτυπωμένες σε πολιτισμικά διαθέσιμα ερεθίσματα (ταινίες, ιστορίες άλλων);
-Πως συγγράφουμε από κοινού και αντιλαμβανόμαστε κατά μόνας τις ιστορίες της ζωής μας;
-Πόσο ευαίσθητες στην ερμηνεία είναι οι τροχιές αυτών των ιστοριών;
-Είναι το φίλτρο μας ένας καμβάς από αιωρούμενες ψηφίδες που φυλάσσουν σθεναρά όσα μας συνέβησαν και όσα φροντίσαμε να συμβούν στο παρελθόν στο παρόν και στο μέλλον;
–Καταληκτικά, υπάρχει αποστειρωμένη ανάγνωση του κόσμου μέσα από τις αισθήσεις μας;“
Εισαγωγή: Μαρίνα Κυβελέα, Ψυχολόγος – Εκπαιδευόμενη Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια
Σας προκαλούμε να φέρετε στο νου σας δύο ζευγάρια, το καθένα χωριστά γευματίζει σε ένα σπίτι. Το πρώτο εκ των ζευγαριών περνάει τον χρόνο αυτής της συνάντησης χαϊδεύοντας το ένα άτομο τα μαλλιά του άλλου, αλληλοαποκαλούμενοι/ες με γλυκανάλατα παρατσούκλια και αφού το δείπνο έχει τελειώσει, κρατιούνται χέρι-χέρι στο τραπέζι κοιτώντας τρυφερά το ένα τα μάτια του άλλου. Σύντομα βρίσκονται στο κρεβάτι. Το άλλο ζευγάρι κατά την διάρκειά της συνάντησης γευματίζει ήσυχα, ανταλλάσσοντας ελάχιστες κουβέντες και όταν το γεύμα φτάνει στο τέλος του, βάζουν τα πιάτα στο πλυντήριο. Αργότερα, κάθονται στο ίδιο δωμάτιο, αλλά χωριστά, και διαβάζουν και οι δύο.
Και τα δυο ζευγάρια είναι ερωτευμένα, απλώς το εκφράζουν διαφορετικά. Ο φιλόσοφος Karen Jones στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης έχει μια σημαντική πληροφορία σχετικά με αυτό: Η αγάπη είναι -όπως το αποκαλεί- μια ευαίσθητη στην ερμηνεία πορεία (interpretation–sensitive trajectory). Οι πορείες είναι διεργασίες. Κάποιο άτομο δεν είναι ερωτευμένο την μία στιγμή με τον ίδιο τρόπο που κάποιο άλλο δεν έχει ένα επάγγελμα ή ένα χόμπι μια φευγαλέα στιγμή. Το γεγονός ότι ένα επεισόδιο λογίζεται ως έρωτας για ένα συγκεκριμένο ++- εξαρτάται από πράγματα τα οποία έχουν συμβεί πριν ή θα συμβούν μετά από αυτό το επεισόδιο.
Υπό αυτή την έννοια, η αγάπη είναι μια διεργασία, όχι ένα επεισόδιο. Κάθε πράξη εντάσσεται εντός μιας συνεχιζόμενης αφήγησης και με αυτό τον τρόπο αποκτά το νόημά της. Η ίδια πράξη αν εκτελεσθεί σε μια διαφορετική αφήγηση (ή ιστορία), θα μπορούσε να έχει ένα ριζικά διαφορετικό νόημα. Για παράδειγμα, για το πρώτο ζευγάρι, η ιδέα του να κάθονται χωριστά το ένα άτομο από το άλλο διαβάζοντας, μπορεί να είναι το αντίθετο της έκφρασης της αγάπης θα μπορούσε να σημαίνει ότι η σχέση έχει φθίνει. Απεναντίας, για το δεύτερο ζευγάρι, αυτή η σκηνή θα μπορούσε να είναι η ιδανική κατανόηση του πως θέλουν να περάσουν μαζί εκείνο το βράδυ.
Γράφουμε από κοινού τις ιστορίες (αγάπης) και δίνουμε νόημα στις πράξεις μας εντός αυτών των αφηγήσεων.
Σε μια αφήγηση, συγκεκριμένα γεγονότα βγάζουν νόημα, στο φως του καθενός/καθεμίας. Η σκηνή που κάθεται ένα άτομο με το σύντροφό του και διαβάζουν μπορεί να αποκτήσει νόημα ως μέρος της ρομαντικής σχέσης υπό το φως άλλων γεγονότων, όπως το να έχουν ζήσει μαζί χρόνια ή να μοιράζονται ένα κοινό πάθος για τα βιβλία. Ακόμη πιο σημαντικά, έχει νόημα ως ένα επεισόδιο αγάπης για το/την/το σύντροφό του/της λόγω του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβάνεται κάθε άτομο την σχέση του, η οποία κατά μια έννοια είναι μοναδική και για τους/τις/τα δυο. Συνεπώς, γι’ αυτό τον λόγο το να διαβάζει καθένα(ς)/καμία κάποιο μυθιστόρημα σιωπηλά μπορεί να είναι έκφραση αγάπης (εκτός αν ο/η/το συνάδελφό(ς) τυχαίνει να είναι επίσης ο ερωτικός σύντροφος και συνυπάρχει μια δεύτερη αφήγηση αγάπης συνυφασμένη με την αφήγηση του πλαισίου εργασίας).
Αυτό κάνει τα πράγματα να ακούγονται απλά, αλλά δεν είναι. Σε κάθε σχέση θα είμαστε υποκείμενα σε διαφορετικά επίπεδα ανάλυσης που τρέχουν ταυτόχρονα, και ακόμη στην πιθανότητα ότι αυτό που υποθέτουμε ότι είναι μια κοινή αντίληψη, μπορεί να μην είναι τόσο κοινή. Τυπικά, καθένα από εμάς φτάνει στην ατομική του αντίληψη για την ρομαντική αγάπη μέσα από τρία (3) επίπεδα αφήγησης. Η φιλόσοφος Hilde Lindemann στο Michigan State University επισημαίνει την ύπαρξη κοινωνικά κοινών αφηγήσεων που σχετίζονται με συγκεκριμένες πρακτικές. Στο βιβλίο Holding and Letting Go (2014), εξηγεί, για παράδειγμα, ότι το προφίλ της εγκυμοσύνης σχετίζεται με την κατανάλωση συγκεκριμένων τροφών, την δημοσίευση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και την ανάγνωση βιβλίων για την γονικότητα. Τα παραπάνω, είναι τα αναμενόμενα γεγονότα σε μια αφήγηση εγκυμοσύνης, τα οποία διαμορφώνονται εν μέρει κοινωνικά.
Εξίσου, (a) υπάρχουν συγκεκριμένες πρακτικές που τυπικά συνδέονται με την αφήγηση της αγάπης που συγκεντρώνουμε από την κουλτούρα μας, συχνά από την λαϊκή κουλτούρα. Αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν το τροπάριο του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας ή την ιστορία μιας πριγκίπισσας της Disney, ή την διελκυστίνδα μεταξύ καθήκοντος και ρομαντικής αγάπης. Σκεφτείτε την νοσταλγία για στιγμές ευτυχίας που αποτυπώνεται στην ακόλουθη ατάκα από την ταινία Casablanca (1942): «Θα έχουμε για πάντα το Παρίσι» (‘We’ll always have Paris). Αυτές και άλλες ιστορίες ή αναπαραστάσεις ιστοριών συνεισφέρουν στη διαμόρφωση της αντίληψής μας για τον έρωτα και την αγάπη, από την μυθοπλασία στην πραγματικότητα (πριν καν διανύσουμε αυτό το κατώφλι).
Επιπλέον, έχουμε τις δικές μας συγκεκριμένες αφηγήσεις περί σχέσεων οι οποίες είναι
(b) τύποι αφηγήσεων για το εμείς (we–narratives) όπως ονόμασαν οι φιλόσοφοι Deborah Tollefsen and Shaun Gallagher στο Πανεπιστήμιο του Memphis το 2017. Στην περίπτωση των ρομαντικών σχέσεων, το «εμείς» αναφέρεται συγκεκριμένα στα άτομα που εμπλέκονται στη σχέση. Κάθε ρομαντική σχέση έχει μια μοναδική αφήγηση για το «εμείς» η οποία διαμορφώνεται από (τα άτομα) και διαμορφώνει την σχέση. Για παράδειγμα, το πίσω κείμενο του πως γνωρίστηκαν δυο άτομα, μπορεί να διαμορφώσει το πως τα άτομα ορίζουν τις ρομαντικές τους σχέσεις. Συνεπώς, συγκεκριμένες πρακτικές όπως ο βαθμός της αναμενόμενης σωματικής στοργής, γίνονται επεισόδια τα οποία γίνονται συνήθειες και προσδοκίες οι οποίες βγάζουν νόημα ως μέρος κάποιων σχέσεων και όχι άλλων, δεδομένου ότι διαφορετικοί άνθρωποι έχουν διαφορετικές αφηγήσεις για το «εμείς» (we-narratives).
Τελικώς, έχουμε (c) τις ατομικές μας αφηγήσεις. Τα περισσότερα από εμάς είμαστε ή θα είμαστε σε περισσότερες από μια ρομαντικές σχέσεις κατά την διάρκεια της ζωής μας και αυτές οι αφηγήσεις για το εμείς (we-narratives) γίνονται επίσης σχέδια για τον ορισμό μας: τι θεωρούμε αγάπη και τι όχι. Μάλιστα, διαμορφώνουν τις προσδοκίες μας αλλά μπορούν να λειτουργήσουν και ως υποδείγματα των αφηγήσεων για το εμείς, που ελπίζουμε ή ίσως θέλουμε ρητά να αποφύγουμε.
Από τον συνδυασμό των παραπάνω, συνθέτουμε ένα προσωπικό πλαίσιο ερμηνείας το οποίο καθορίζει ποιες πράξεις για καθέναν/καθεμία/καθένα από εμάς, θεωρούνται αγάπη. Κατανοούμε τι σημαίνει να αγαπάς μέσα από τις πολιτισμικές και τις προσωπικές ιστορίες στις οποίες παίζουμε (κάποιο ρόλο). Άνθρωποι που ζουν στις ίδιες κοινωνίες, εκτίθενται σε παρόμοιες πολιτισμικές ιστορίες και τείνουν να έχουν καμπύλες ζωής που εμφανίζουν σπουδαία ομοιότητα μεταξύ τους (μεγαλώνουν, χτίζουν καριέρα, αναζητούν την πληρότητα μέσω μιας αμοιβαίας συνεχιζόμενης ρομαντικής σχέσης ή μέσω περισσότερων από μια). Ωστόσο, υπάρχει χώρος και για ατομικές διαφορές και μπορεί να αποβούν πηγή παρεξηγήσεων, εντάσεων ή απογοήτευσης (για παράδειγμα όταν ένας/μια σύντροφος/ισσα αναμένει περισσότερη ή λιγότερη σωματική έκφραση της αγάπης απ’ ότι επιθυμεί/μπορεί το άλλο άτομο να δώσει, ή όταν μια αφήγηση συγκρούεται με τις προσδοκίες του/της συντρόφου ως προς την ρομαντική όσο και συναισθηματική αποκλειστικότητα). Κοινώς, όταν οι/τα σύντροφοι έχουν αφηγήσεις που παράγουν διαφορετικές προσδοκίες, η απογοήτευση και η δυσαρέσκεια είναι σχεδόν αναπόφευκτες.
Στην αγάπη δεν υπάρχουν εύκολες κατευθυντήριες γραμμές, αλλά ενδεχομένως, αναγνωρίζοντας τον βαθμό στον οποίο οι αλληλεπικαλυπτόμενες και διαφορετικές αφηγήσεις διαμορφώνουν τις προσδοκίες μας για την αγάπη, μπορούμε να αποφύγουμε κάποια από τα χειρότερα αποτελέσματα. Ίσως ακόμη, έχουμε το φιλοσοφικό καθήκον να αναρωτηθούμε τον βαθμό στο οποίο οι αφηγήσεις μας διαμορφώνονται από ρομαντικά κλισέ από τραγούδια, ταινίες και sitcoms (ακόμη κι αν λανθασμένα πιστεύουμε ότι είμαστε υπεράνω αυτών). Ωστόσο, δεν είναι αρκετό να αναγνωρίζουμε ότι είμαστε διαπλεκόμενοι/ες/α σε πολύπλοκα δίκτυα των ρομαντικών αφηγήσεων. Αντί αυτού, χρειάζεται να διασφαλίσουμε ότι πραγματικά συγγράφουμε από κοινού (co–authoring) τις αφηγήσεις (μας) για εμάς (we–narratives). Οι άνθρωποι που αγαπάμε δεν είναι απλώς χαρακτήρες, αλλά είναι και δημιουργοί της ιστορίας που μοιραζόμαστε, και για να αγαπάμε το ένα το άλλο, οφείλουμε να το σεβαστούμε αυτό. Ο κόσμος είναι απίθανο να μας προμηθεύσει με ένα ιδανικά ταιριαστό σε εμάς παραμύθι μεν, η αγάπη δε, δεν θα ανθίσει αν καθένας/καθεμία/καθένα από εμάς προσπαθεί να πει μια διαφορετική ιστορία.
«Χρειάζεται να διασφαλίσουμε ότι πραγματικά συγγράφουμε από κοινού (co–authoring) τις αφηγήσεις μας για εμάς (we–narratives).»
Πηγή: aeon
Εικόνες: 1. The art of Conversation, Rene Magritte, 1963 2. Unknown, www.pinterest.com
Βίντεο: Big plans, Day 335 [Artist: Andi Xhuma]
Μετάφραση & Επιμέλεια: Μαρίνα Κυβελέα, Ψυχολόγος – Εκπαιδευόμενη Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια