Φιλοκτήτης

Κοινοποίηση

Φιλοκτήτης Σοφοκλή: Αποσπάσματα

Πες μου, πόσο καιρό Ήμουνα ο εχθρός του εαυτού μου στον πόλεμό μου. Στις επιθέσεις εναντίον μου, είχες αυτός όπλα φοβερότερα Απ’ όσα είχαν για σας της Τροίας οι σιδηρόφρακτοι άνδρες. Και το φοβερότερο για μένα δεν ήταν ο πόνος Που έκανε το άρρωστο πόδι να με ρίχνει στη σκόνη. Ο τρόμος ήταν: ο εχθρός μου που δεν έχει πρόσωπο. Αν μπορούσα με τα μάτια μου να δω τον εαυτό μου

Κι ηττήθηκα πριν απ’ την πρώτη μάχη, εκεί

Εκεί όπου κανένα δέντρο δε με βοηθούσε τα χρόνια να μετράω

Όπου ο ήλιος μονάχα τον ίδιο πάντα κύκλο κάνει

Με ίδια πάντα αλλαγή, τον δικό της κύκλο η σελήνη

Ανάμεσα στην τροχιά των απόμακρων άστρων

Αμετακίνητων για το μάτι πάνω στη μαύρη οδό.

Μετά από χίλιες φορές, κουράστηκα να μετράω

Τις ανατολές και τα βασιλέματα. Πες μου, πόσο καιρό

Ήμουνα ο εχθρός του εαυτού μου στον πόλεμό μου.

Στις επιθέσεις εναντίον μου, είχες αυτός όπλα φοβερότερα

Απ’ όσα είχαν για σας της Τροίας οι σιδηρόφρακτοι άνδρες.

Και το φοβερότερο για μένα δεν ήταν ο πόνος

Που έκανε το άρρωστο πόδι να με ρίχνει στη σκόνη.

Ο τρόμος ήταν: ο εχθρός μου που δεν έχει πρόσωπο.

Αν μπορούσα με τα μάτια μου να δω τον εαυτό μου

Με βέλη να καρφώσω στον ήλιο τον άνεμο

Που με κύματα μου λεκιάζει τη θάλασσα, τον καθρέφτη.

Μέσα στο μάτι των ορνίων ίσως να με έβλεπα

Φιλοκτήτης

Όμως κοντά μου αρκετά τα φέρνει μονάχα το βέλος

Που ταυτόχρονα κάνει τυφλό του βλέμμα τους για το δικό μου.

Πριν από το θάνατο δεν θα μπορούσα να δω το πρόσωπό μου

Κι όχι περισσότερο απ’ όσο κρατάει ένα βλέφαρο.

Για τη στιγμή αυτή ευχαρίστως θα πέθαινα

Ευχαρίστως, για να βλέπω αργά τον εαυτό μου, τον αργό θάνατο.

Θα ήμουνα λοιπόν ο τελευταίος που με είδε

Πριν εξαφανιστώ μέσα στην πείνα των καλεσμένων μου.

Τ’ απομεινάρι, κόκκαλα χωρίς ιδιαίτερες αξιώσεις

Στο ευμετάβλητο κλίμα γίνεται ελαφρότερο, σκόνη.

Ελαφριά πολύ, ο άνεμος γύρω τη σκορπάει, και τίποτε δε μένει.

Έχεις δυό μάτια, δείξε μου το πρόσωπό μου.

Μου παίρνεις το πρόσωπό μου με τα μάτια σου.

Πάρε μακρυά τα μάτια σου, ψέματα λένε, Έλληνα.

Πάρε μακρυά τα μάτια σου, πριν την εικόνα μου

Σου ξεσκάψω από τα μάτια σου με τα νύχια μου.

Ή μήπως το βλέμμα μου ψεύδεται κι ο ίδιος δεν είμαι

Παρά μόνο μνήμη δική μου μ’ εμένα παρελθόντα.

Κρατάς την αναπνοή σου όταν με πλησιάζεις.

Γι’ αυτό και το ξέρω: η βρώμα μου είναι πραγματική.

Πες μου τους νεκρούς και πες πόσος ο καιρός

Από τότε που, μέσα στον πυρετό από την πληγή,

Έβλεπα τον στόλο να χάνεται ασυγκράτητος,

Με βουητό που όλο κι απομακρυνόταν,

Ο ίδιος εγώ όχι πια ορατός με κραυγή κιόλας μη ακουστή

Στ’ αυτί κιόλας το άλλο βουητό, πέρασμα

Από διπλές φτερούγες, που οργώνουν τον άνεμο,

Με αυλακιές αόρατες το αδιάλειπτο γαλάζιο.

Με βιάζεσαι ν’ απαντήσεις, Και δέκα, κι εκατό

Να ‘ναι τα χρόνια, κανείς θεός δεν τα μετακινάει,

Κανένα δάκρυ δεν κάνει τη σκόνη πάλι σάρκα. […]

Heiner Müller (2008) Φιλοκτήτης, Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα – σε μετάφραση Ελένης Βαροπούλου

Κοινοποίηση

Ρωτήστε μας ότι σας ενδιαφέρει συμπληρώνοντας την παρακάτω φόρμα

137 Seacoast Ave, New York, NY 10094
+1 (234) 466-9764
Excuisite food, unforgettable atmosphere...