Μορφές-εκφράσεις και τόποι της βίας
δημοσίευση από Γκότση Ηλία Κοινωνιολόγο-Ψυχοθεραπευτή-Συγγραφέα
«Η αντίσταση παραμένει για μένα ένας σημαντικός όρος, επειδή μία όψη της μη βίας είναι η άρνηση να αναπαράγουμε τη βία που υφίσταται ένα άτομο ή μια ομάδα, κλιμακώνοντας έτσι τις βιαιότητες. Βλέπω τη μη βία με το επιθετικό και δημιουργικό της γνώρισμα, αλλά τη βλέπω και ως μια μορφή αντίστασης.
Τζούντιθ Μπάτλερ»
Ζούμε σε μια ιστορική περίοδο, σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο, που χαρακτηρίζεται από την ρευστότητα, την αβεβαιότητα, τις παρατεταμένες οικονομικές κρίσεις και την αδυναμία να διατυπωθούν ατομικές και συλλογικές αφηγήσεις σχετικά με την παραγωγή νοήματος και προτάσεων που να συνδέονται με το φαντασιακό και το μέλλον.
Ένα βασικό χαρακτηριστικό αυτής της περιόδου είναι η βία που μας κατακλύζει καθώς δεν αποτελεί μια εξαίρεση στην κοινωνική ζωή, (παρά μονάχα στις ακραίες της εκδοχές), ούτε απλά εκφράζεται σαν μια στιγμιαία εκτόνωση μιας συλλογικής δυσαρέσκειας ή μιας ατομικής ψυχικής έντασης ή ενός ανεπεξέργαστου θυμού αλλά καθίσταται ολοένα και περισσότερο ένα φετίχ, μια πράξη που επιλέγεται όχι τόσο για τον σκοπό που θα επιτελέσει αλλά ασκείται για την απόλαυση που επιφέρει η καταφυγή σε αυτήν και για την επιβεβαίωση μιας θέσης δύναμης και κυριαρχίας.
Η γενίκευσή της, πέρα από το ότι καταδεικνύει την αδυναμία να διατυπωθούν οι ανάγκες και οι επιθυμίες μέσω του λόγου, δημιουργεί τον κίνδυνο να καταστεί μια παράδοξη μορφή «οργάνωσης» του ατομικού και του κοινωνικού γίγνεσθαι, (παράδοξη γιατί την ίδια στιγμή αποδιοργανώνει και καταστρέφει, τον εαυτό, τις σχέσεις και τους κοινωνικούς δεσμούς! ), αν κανείς την διερευνήσει σε όλες τις μορφές, τις εκφράσεις και τους τόπους που εμφανίζεται. Αυτή η γενίκευση, εκφράζεται τόσο ατομικά όσο και συλλογικά, κοινωνικά και πολιτικά καθώς οι κοινωνίες καθίστανται σταδιακά ολοένα και πιο φοβικές, η «μεικτοφοβία» επικρατεί της φιλίας έναντι των έτερων ξένων ενώ παράλληλα τα κράτη συντηρηκοποιούνται και γίνονται όλο και πιο αυταρχικά, παράγοντας βία υπό το πρόσχημα της αντιμετώπισής της βίας !
Έτσι μοιάζει ότι, παρά τις προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί, από τον διαφωτισμό και από την επίδραση των κοινωνικών, παιδαγωγικών και ανθρωπιστικών επιστημών, η βία όχι μόνο δεν έχει εξαφανιστεί από τον πολιτισμό μας αλλά αντιθέτως εμπλουτίζεται ως προς τις μορφές και τις εκφράσεις με τις οποίες αναδύεται στο προσκήνιο καθώς γίνεται όλο και πιο εκλεπτυσμένη, όλο και πιο σύνθετη και αόρατη, δίχως ταυτόχρονα οι αρχαϊκές αιματηρές και βάρβαρες εκδοχές της να έχουν εξαφανισθεί.
Θα μπορούσαμε άραγε βάσιμα να υποστηρίξουμε ότι υπάρχει στην εποχή μας μια παράδοξη συνύπαρξη των οικοθεωριών της βίας: όπως αναφέραμε και όπως εύστοχα αναλύει ο Κορεάτης στοχαστής Χαν Μπιούνγκ Τσούλ: Από τη μία η αόρατη, αναίμακτη αποικιοκρατική βία εξαπλώνεται ως ιός , απολύτως ταιριαστή με την μεταμοντερνική αντίληψη ότι «όλα χωρούν» και από την άλλη υπάρχει μια πολιτιστική και ιστορική παλινδρόμηση καθώς, όπως και σε άλλες ιστορικές περιόδους , η αιματηρή/ γρήγορη βία καθίσταται για μια ακόμα φορά ένα βασικό δομικό υλικό του τοπίου μέσα στο οποίο σχετιζόμαστε, νοιώθουμε, εκφραζόμαστε, επικοινωνούμε, δημιουργούμε πράξεις και νοήματα και εν τέλει πραγματωνόμαστε ως ατομικές υπάρξεις και ως συλλογικά συστήματα;
Οι μορφές της βίας
Εκτιμώ ότι ο κίνδυνος η απάντηση να είναι θετική είναι μεγάλος καθώς είναι πραγματικά δύσκολο να επιλέξει κανείς μια ιστορία, από αυτές που κατακλύζουν την δημοσιότητα, από το παγκόσμιο και το τοπικό/εθνικό τοπίο, ως μια αφορμή για να μιλήσει για την βία.
Σε ποιες ιστορίες και εκδοχές της βίας άραγε να πρωτοσταθούμε για να καταδείξουμε την έκταση του φαινομένου και τους κινδύνους που αναδύονται;
- Στις ιστορίες ενδο-οικογενειακής βίας που αφορούν τη σωματική και σεξουαλική κακοποίηση των γυναικών, των παιδιών και των εφήβων;
- Στις ιστορίες που περιγράφουν ρατσιστικές και φυλετικές εγκληματικές πρακτικές;
- Στις ιστορίες των παιδιών που εργάζονται από μικρή ηλικία σαν σκλάβοι, στον τρίτο κόσμο, για να αποκτήσουμε στη δύση καταναλωτικά αγαθά;
- Στις ιστορίες των ανθρώπων που πεθαίνουν σε όλο τον κόσμο σε βίαιες συγκρούσεις και των προσφύγων από τον πόλεμο ή την φτώχεια;
- Στις ιστορίες που μιλούν για εκατομμύρια βρέφη που πεθαίνουν από την πείνα, λίγα 24ωρα αφού γεννηθούν;
- Στις εικόνες των ζώων που σφαγιάζονται στα σύγχρονα κρεματόρια και σφαγεία;
- Στις εικόνες των καταστραμμένων, από την ανθρώπινη απληστία, φυσικών τοπίων;
- Στις εικόνες των ανθρώπων που λιμοκτονούν και πεθαίνουν στον τρίτο κόσμο ή στις φαβέλες της «πολιτισμένης δύσης»;
- Στις ιστορίες των ανθρώπων που καταδικάστηκαν να ζουν στην αορατότητα επειδή δεν εμπίπτουν στις ετεροκανονικές νόρμες για την σεξουαλικότητα;
- Στις εικόνες των εξαθλιωμένων αστέγων και των χρηστών ναρκωτικών ουσιών που περιφέρονται σαν φαντάσματα στα σύγχρονα γκέτο των μεγαλουπόλεων;
- Στις ιστορίες που περιγράφουν μορφές συστημικής και κρατικής βίας που εκφράζονται μέσω πρακτικών και πολιτικών που έχουν σαν στόχο την καταπάτηση της αξιοπρέπειας και των δικαιωμάτων των ανθρώπων;
- Στις ιστορίες που μιλούν για την θρησκευτική βία που οδηγεί συχνά σε πολιτιστική παλινδρόμηση ή σε κατάλυση κάθε επιστημονικής γνώσης;
Υπάρχουν τόσες πολλές ιστορίες, τόσες διαφορετικές μορφές, εκφράσεις και τόποι που εμφανίζεται η βία που είναι αδύνατο να καταγραφούν καθώς το ρεπερτόριο της σε όλες της μορφές της, (φυσική, λεκτική, εξωλεκτική, συναισθηματική, αργή, αιματηρή, ενσώματη ή ασώματη, ορατή ή αόρατη, ιδεολογική, αισθητική, σεξιστική, κ.α.) είναι πραγματικά τεράστιο.
Αν όμως κάτι αποτελεί ίσως την κορύφωσή της βίας είναι η εσωτερίκευσή της, η φετιχοποίηση και η λατρεία της και εν τέλει ο εθισμός σε αυτήν, δηλαδή η κανονικοποίησή της και η μετατροπή της σε αξία και σε μια κουλτούρα που διαπερνά κάθετα και οριζόντια τις κοινωνικές σχέσεις και την επικοινωνία.
Ο Χαν στο βιβλίο του «Τοπολογία της βίας», αναφέρεται σε αυτή τη διάσταση καθώς, όπως υποστηρίζει, στην μοντέρνα νεωτερική κοινωνία η βία, όπως την γνωρίζαμε, αποσύρεται εν μέρει από το προσκήνιο, από το ορατό και εμφανές, μεταφέρεται σε αόρατους χώρους, γίνεται άυλη και έτσι κυριαρχεί ολοένα και περισσότερο. ( Υπάρχουν κάποια πράγματα που δεν εκλείπουν ποτέ. Ένα από αυτά είναι η βία… Ο τρόπος με τον οποίο αυτή εκδηλώνεται αλλάζει σύμφωνα με την εκάστοτε κοινωνική συγκυρία. Σήμερα η βία μετατοπίζεται από το φανερό στο αόρατο, από το μετωπικό στο ιογενές, από την ωμή βία στην επικοινωνιακή βία, από το πραγματικό στο εικονικό, από το σωματικό στο ψυχικό, από το αρνητικό στο θετικό» )
Έτσι σε πλανητικό επίπεδο κάποιες από αυτές τις αόρατες μορφές , όπως λ.χ. είναι οι οικονομικοί πόλεμοι, η μόλυνση, η φτωχοποίηση, η εξάρτηση από το διαδίκτυο, οι επιδράσεις των ναρκωτικών ουσιών , η κυριαρχία της εικόνας και του θεάματος στην καθημερινή μας ζωή, η αποικιοποίηση του φαντασιακού μας από την καπιταλιστική και νεοφιλελεύθερη κουλτούρα για την ευτυχία ή για την ατομική πραγμάτωση μέσω της οικονομικής ανέλιξης, η εσωτερίκευση του σεξιστικού ασυνείδητου, αφορούν όλο και περισσότερους ανθρώπους και οι ετεροτοπίες αντιστάθμισης, οι «ειρηνικοί» τόποι, όπως και οι κουλτούρες και οι αισθητικές, που είναι «αμόλυντοι» από τη βία, μειώνονται διαρκώς.
Μερικές φορές, όπως αναφέρθηκε, όταν η βία είναι αόρατη δεν αφήνει ίχνη αίματος ούτε πληγές που τρομάζουν με το πόνο που προκαλούν. Τότε είναι «απαλή» ή αργή, όπως εύστοχα την έχει περιγράψει η Άννα Κουρουπού, σε μια σχετική εκδήλωση με τίτλο “Βία, Γρήγορη και Αργή», μπορεί να κατοικεί στη γλώσσα και στο βλέμμα ή να σκοτώνει τους ανθρώπους μέσα από την αορατότητα και την έλλειψη νοήματος.
Ωστόσο με όποια μορφή και έκφραση και αν εκφράζεται η βία, είτε είναι βουβή είτε κραυγάζει, είτε αφήνει σημάδια στο σώμα είτε στην ψυχή, είτε στον άνθρωπο είτε στα ζώα και τη φύση, έχει πάντα τον ίδιο στόχο που δεν είναι άλλος από την επέκταση της εξουσίας του εγώ , την κυριαρχία και την επιβολή, την καθυπόταξη και τελικά την εκμηδένιση του αδύναμου άλλου ή του ετέρου ξένου και σε ορισμένες περιπτώσεις του ίδιου του εαυτού μας.
Η καθυπόταξη και η εκμηδένιση μπορεί να είναι, όταν το υποκείμενο της βίας είναι ό άνθρωπος, σχεσιακή, διαλογική, αξιακή και ηθική., σωματική ή ψυχολογική, συναισθηματική. Χαρακτηριστικά το έτος 2022 σύμφωνα με μια αναφορά του λεξικού Merriam-Webster η αναζήτηση του όρου gaslighting αυξήθηκε κατά 1750%, σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, κάτι που σημαίνει ότι ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι βιώνουν κάποια μορφή συναισθηματική βία και κακοποίηση.
Ένα σημαντικό στοιχείο που χρήζει αποσαφήνισης είναι ότι ποτέ η βία, όπως κάθε έννοια άλλωστε, δεν έχει την ίδια σημασία και το ίδιο νόημα κάθε φορά που εμφανίζεται, όπως έγινε καθαρό και από το απόσπασμα που παρατέθηκε από τον Χάν.
Οι επιθετικοί προσδιορισμοί της βίας
Η βία πάντα έχει επίθετο που προσδιορίζει ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της αλλά πριν γίνει οποιαδήποτε απόπειρα ερμηνείας για το φυσικό ή διαδικτυακό χωρικό, χρονικό και σχεσιακό πλαίσιο που εμφανίζεται προτείνουμε εδώ να εγκαταλειφθεί κάθε θέση ουδετερότητας και να υπάρξει μια καθαρή αντιθετική θέση σχετικά με αυτό το φαινόμενο.
Θυμίζουμε ότι αν η ανθρώπινη εμπειρία οργανώνεται σε πεδία,(Domain), όπως προτείνει ο βιολόγος Huberto Maturana και μπορούμε ως παρατηρητές να σταθούμε σε διάφορες θέσεις παρατήρησης σε σχέση με αυτά, όπως είναι λ.χ. η αισθητική, η ερμηνεία ή το πράττειν, τότε αντίστοιχα η βία ως ένα μέρος αυτής της εμπειρίας μπορεί να μελετηθεί πως κατανοείται ή εκφράζεται σε αυτά τα επιμέρους πεδία.
Η αναφορά περί ουδετερότητας, έχει μια ιδιαίτερη αξία καθώς αυτό που υποστηρίζω και θέτω ως πρόταση, είναι ότι πριν κάνουμε οποιαδήποτε προσπάθεια συνδέσεων ή ερμηνειών για το πως η όποια μορφή βίας αναδύεται στο προσκήνιο σε διάφορους τόπους, ή για το ποιες διεργασίες την παράγουν, είναι σημαντικό να έχουμε ήδη τοποθετηθεί σχετικά με την απόρριψή της και αυτό είναι απαραίτητο να γίνει αρχικά στο πεδίο των πρακτικών μας, της κουλτούρας, της αισθητικής , της ηθικής και της γλώσσας μας.
Ανωτέρω έγινε μια αναφορά στον προσδιορισμό και στις μορφές της βίας και εκτιμώ ότι έχει μια σημασία να αναφερθούμε σε ορισμένους επιθετικούς προσδιορισμούς καθώς όσο επικίνδυνες και αποπροσανατολιστικές είναι οι ταξινομήσεις άλλο τόσο απλουστευτικές είναι οι γενικεύσεις που συσκοτίζουν σχετικά με το ποια είναι η κουλτούρα και η αισθητική που γεννά κάθε φορά τη βία ή που αυτές γεννιόνται, ενισχύονται και προτείνονται μέσα από αυτήν.
Σε αυτό το πλαίσιο θέασης η βία λαμβάνει διάφορες μορφές: άλλοτε ως ρατσιστική, άλλοτε ως εθνική και φυλετική, άλλοτε ως βία της ετεροκανονικότητας, της ομοφοβίας , του σεξισμού και της πατριαρχίας , άλλοτε ως οικονομική ή πολιτική, άλλοτε ως θρησκευτική ή σεχταριστική, άλλοτε ως οικολογική και ανθρωπόμορφη έναντι των υπολοίπων έμβιων και μη έμβιων συστημάτων που υπάρχουν στον πλανήτη.
Κάποιες φορές η βία είναι , όπως προαναφέρθηκε συστημική και διεκδικεί το προνόμιο να είναι νόμιμη καθώς φορά κρατική στολή, κρατά ασπίδες και κλομπ, οδηγεί άρματα και πολεμικά αεροπλάνα, ενεργοποιεί διακόπτες στις ηλεκτρικές καρέκλες, αποφασίζει αυθαίρετα για τα σώματα των πολιτών ασκώντας θανατοπολιτικές και βιοπολιτικές ελέγχου των σωμάτων.
Σαν ανταπάντηση ή και ανταπόδοση ορισμένες φορές, η πρόταση αντιμετώπισης της βίας είναι η αναπαραγωγή της και σε αυτή την περίπτωση οι φορείς της διεκδικούν το ηθικό δικαίωμα να την ασκούν έναντι όσων κρίνουν πως είναι οι επιτιθέμενοι. Στην πραγματικότητα δεν είναι πάντα καθαρό πότε η απάντηση στην βία την αναπαράγει ή είναι άμυνα ή αντίσταση.
Σε άλλες περιπτώσεις συστημικής βία, αυτή ενδύεται το μανδύα της επιστήμης και της ερμηνείας και κατοικεί στα δικαστήρια, στα ψυχιατρεία, στα εργαστήρια πειραμάτων, στις μονάδες παραγωγής τοξικών προϊόντων, στην ψυχολογική γλώσσα κ.α.
Συχνά οπλίζει το χέρι ενός φανατικού που έχει διαποτιστεί με θρησκευτικό η πολιτικό μίσος ,λαμβάνοντας τρομακτικές μορφές αλλά ορισμένες φορές είναι υποκριτική, (και για αυτό πιο επικίνδυνη), καθώς φορά ράσα και παρά τις χαμογελαστές μάσκες και τα «πράα» προσωπεία των θρησκευτικών εκπροσώπων μας πλήττει μέσα από την επιθυμία τους να ελέγξουν τη ζωή μας, τη σεξουαλικότητα και το σώμα μας.
Άλλοτε η βία κραυγάζει μέσα από στίχους και μουσική και διεκδικεί το «καλλιτεχνικό δικαίωμα» να λατρευτεί και να εκφραστεί δημόσια το μίσος και η οργή ενώ οι φορείς της διακηρύττουν πως κάνουν πλάκα, πως εκφράζουν το βίωμά τους μέσα από λόγια, ασχέτως αν αυτά πλημυρίζουν από την λατρεία προς τα όπλα, τα ναρκωτικά, τις διακρίσεις, τον ρατσισμό, την ομοφοβία και τον σεξισμό.
Κάποιες φορές σκοτεινά και αποκρουστικά πάλι η βία μας πλησιάζει σαν μια σκιά που ζει στην εξορία της κοινωνικής ζωής, αλλά παραμένει απειλητική, όπως για παράδειγμα μέσα από την παιδική πορνογραφία ή τον κόσμο που κατοικεί στο dark web.
Κάθε φορά όμως έχει το ίδιο χαρακτηριστικό, την ίδια βασική ιδιότητα: Είναι μια αρχαϊκή/ πρωτόγονη μορφή οργάνωσης των κοινωνικών σχέσεων, (αλλά και ταυτόχρονα αποδιοργάνωσής τους), που στηρίζεται στην κυριαρχία και στην μετατροπή των υποκειμένων σε αντικείμενα, των ανθρώπων σε πράγματα.
Είναι επίσης ένας αδιαμόρφωτος και πρωτόγονος τρόπος να εκφραστεί το θυμικό και ένα ανοργάνωτο συναίσθημα ή μια ιδέα . Αυτός ο τρόπος αποστρέφεται πάντα δίχως εξαιρέσεις την πολυφωνία και τον πλουραλισμό.
Είναι ακόμα η ανάδειξη της δύναμης σε υπέρτατη ηθική αξία έναντι άλλων.
Έτσι αν η ηθική της φιλοξενίας είναι όπως υποστηρίζει ο Ζακ Ντεριντά η ανάληψη της ευθύνης να αναγνωρίσουμε και να υποδεχτούμε με σεβασμό την ετερότητα τότε σε αντίθεση η ηθική της βίας έρχεται να καταλύσει κάθε όριο, τόσο του εκείνου που την εκφράζει, όσο και εκείνου που την βιώνει, για να θέσει σε προτεραιότητα την παρόρμηση και μια ναρκισσιστική αυτό-ικανοποίηση.
Ένα σημείο που έχει αξία να θίξουμε είναι η διάκριση που κάνει ο Χάν ανάμεσα στην βία της αρνητικότητας και στην βία της θετικότητας.
Στην εκδοχή της αρνητικότητας αφορά στην σχέση ανάμεσα στο Εγώ και τον Άλλο, (ή αν αφορά στον εσωτερικό διάλογο, ανάμεσα σε μια κυρίαρχη εσωτερική φωνή και σε παράπλευρες φωνές του εαυτού) και εκφράζεται με την επίθεση σε μια άλλη ύπαρξη, (αλλά ακόμα και στον ίδιο τον εαυτό), ή πιο ειδικά στην ετερότητα και την διαφορετικότητα, την οποία ο φορέας της επιθυμεί να εκμηδενίσει.
Σε αυτές τις περιπτώσεις χαρακτηριστικές φιγούρες είναι ο φονιάς, ο βιαστής, ο ρατσιστής, ο φασίστας, ο παιδεραστής, ο κήρυκας του μίσους (και ούτω καθεξής).
Μερικές φορές ο φορέας και ο εκφραστής της βίας είναι αποτρόπαιος, διαπράττει μαζικές δολοφονίες και δημιουργεί στρατόπεδα συγκέντρωσης και μαζικούς τάφους, που καθίσταται αποκρουστικός και ανοίκειος.
Αν όμως σε αυτές τις ιστορίες δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε τίποτα από τον εαυτό μας , θα είχε ωστόσο μια ιδιαίτερη αξία να αναστοχαστούμε, να κοιταχτούμε στον καθρέπτη και να αναρωτηθούμε πόσες φορές γίναμε φορείς της βίας στις καθημερινές μας πρακτικές,(ή συνένοχοι σε αυτήν), έστω όχι μέσα από φυσικές μορφές και εκφράσεις αλλά μέσα από την απαξίωση ή την χειραγώγηση των άλλων.
Επιστρέφοντας στον Χάν και στην αναφορά στην βία της θετικότητας αυτή κυρίως αφορά στην επικράτηση της καπιταλιστικής κουλτούρας, ( την οποία συχνά εσωτερικεύουμε),η οποία προωθεί τις ταξικές και οικονομικές ανισότητες, το θέαμα, την κατανάλωση, την επίδοση και τον ανταγωνισμό. Αυτή αποικιοποιεί σταδιακά το φαντασιακό και καταστρέφει κάθε δημιουργική πλευρά μας.
Η βία της θετικότητας αφορά επίσης μια εκπαίδευση, που βάζει σε προτεραιότητα την αριστεία, τον κατακερματισμό της γνώσης και την επίδοση ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να καθυποτάξει τον παιδικό αυθορμητισμό ή την βιωματική γνώση και εμπειρία των ανθρώπων.
Αφορά επίσης διάφορες προσεγγίσεις της ψυχολογίας που παθολογικοποιούν και ψυχολογικοποιούν κάθε συναισθηματική συνθήκη, που δεν ταιριάζει στο κυρίαρχο φαντασιακό σχετικά με την συναισθηματική ισορροπία και δίνουν έμφαση στην θετική σκέψη, στην αισιοδοξία και την αέναη αναζήτηση της ευφορίας και της ευτυχίας!
Το παράδοξο στην βία της θετικότητας είναι ότι συμμετέχουμε ψυχή και σώματι σε αυτήν εσωτερικεύοντας τις επιταγές της και αναζητώντας τους τρόπους με τους οποίους τελικά θα αυτό-παγιδευτούμε !
Οι τόποι της βίας
Όσον αφορά στους τόπους που «κατοικεί» και εκφράζεται η βία αυτοί ορισμένες φορές είναι δημόσιοι και μπορούν να γίνουν εύκολα ορατοί όπως είναι τα πεδία των μαχών, οι γειτονιές των αποκλεισμένων, τα ζωολογικά πάρκα που τα ζώα φυλακίζονται για να γίνουν θέαμα στα μάτια των «πολιτισμένων ανθρώπων» .
Άλλες φορές οι τόποι της βίας είναι «αόρατοι» όπως π.χ. τα σπίτια που γίνεται η κακοποίηση των παιδιών ή των γυναικών, τα διαμερίσματα που κρατούνται τα θύματα trafficking ή οι πολυτελείς σουίτες που παιδιά και γυναίκες πέφτουν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης.
Η αναφορά ωστόσο στους τόπους που βιώνεται και εκφράζεται η βία της αρνητικότητας δεν πρέπει να μας οδηγήσει να ξεχάσουμε τους τόπους που κατοικεί η βία της θετικότητας, όπως είναι οι λαμπερές βιτρίνες των πολυκαταστημάτων ή οι πάντα φωτισμένοι με νέον ουρανοξύστες, που μοιάζει να ειρωνεύονται τους ανθρώπους που έχουν καταδικαστεί από το σύστημα να ζουν ως «παρίες», όπως στην ταινία Παράσιτα[1] .
Δυο ξεχωριστές αναφορές εκτιμώ πως χρειάζεται να γίνουν πριν ολοκληρωθεί αυτό το κείμενο για τις μορφές , τις εκφράσεις και την τοπολογία της βίας:
Πρώτο σημείο: Η βία μπορεί να ανιχνευτεί, παρότι σιωπηρή και αόρατη, στον τόπο που κατοικούμε οι περισσότεροι άνθρωποι, εκείνον της ανοχής και της συνενοχής, όπως πολύ χαρακτηριστικά αποτυπώνεται στο Dogvill: στην φωνή που δεν κραυγάζει και σιωπά όταν είμαστε μάρτυρες σε σκηνές βίας στο δρόμο ή στα πάρκα, στο βλέμμα που αποστρέφεται την δυστυχία και τη θλίψη, στα αυτιά που ακούν μουσική και ρυθμό αντί για τον θρήνο των βασανισμένων και τις κραυγές των θυμάτων.
Δεύτερο σημείο: Έχει σημασία να γίνει μια ξεχωριστή αναφορά στον εσωτερικό μας τόπο όταν ο εαυτός βιώνει τη βία, όταν δηλαδή το υποκείμενο και το αντικείμενο της βίας είναι ταυτόσημο, και επιτίθεται στον ίδιο του τον εαυτό, επιχειρώντας να τον καταστρέψει, να τον παραβιάσει ψυχικά ή σωματικά και εν τέλει να τον εκμηδενίσει!
Οι ερμηνείες για την γέννηση της βίας μπορούν να είναι τόσες όσες και οι πολιτικές ή οι επιστημονικές θέσεις θέασης αλλά σε αυτό το κείμενο δεν είναι το ζητούμενο να μιλήσουμε για αυτές αλλά να δηλώσουμε με ένα καθαρό τρόπο ότι δεν θέλουμε να είμαστε μέρος της, ούτε να παραμένουμε σιωπηλοί θεατές στην εμφάνισή της.
Το ζητούμενο είναι ακόμα μέσα από αυτήν την ενδεικτική καταγραφή των μορφών, των εκφράσεων της βίας και των τόπων της βίας, να αντιληφθούμε ότι αυτή έχει εισχωρήσει σε πολλές πλευρές της προσωπικής και της κοινωνικής ζωής, ότι έχει συχνά εσωτερικευτεί, ότι μπορούμε να ασκούμε επιθέσεις τόσο στον άλλο όσο και στον εαυτό μας.
Δυνατότητες απάντησης στην πρακτική της βίας
Μέσα σε αυτό το τοπίο υπάρχουν διατυπωμένες απαντήσεις και πρακτικές τόσο στο φιλοσοφικό και πολιτικό πεδίο, όπως λ.χ. η μη βίαιη αντίσταση στην οποία μας προσκάλεσε ο Γκάντι, όσο και στο πεδίο της επικοινωνίας όπως η προσέγγιση της μη Μη βίαιης επικοινωνίας, ή της Ήρεμης δύναμης.
Σε κάθε περίπτωση η μοναδική απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι η ομορφιά, ο αλτρουισμός, η τρυφερότητα και η αγάπη ώστε να διακοπεί η αναπαραγωγή της !
«Η ομορφιά μου δίνει μιαν αίσθηση πληρότητας, μέτρου, ειρήνευσης και παλλόμενης θρησκευτικής ταύτισης με την Πανουσία της ζωής (…) η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο», αναφέρει ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι στον Ηλίθιο ενώ νομπελίστρια Όλγκα Τοκάρτσουκ είχε πει κατά της διάρκεια της απονομής του βραβείου Νόμπελ ότι: “Η τρυφερότητα θα σώσει τον κόσμο.”
Ακόμα ο Έντγκαρ Μορέν σε ένα βιβλίο που έχει γράψει σχετικά με την ηθική αντιπροτείνει μια διαφορετική σχεσιακή οπτική που θέτει στο κέντρο της αναζήτησής μας την σύνδεση και την αλληλεπίδραση μεταξύ του εγωιστικού και του αλτρουιστικού κινήτρου, κάτι που μπορεί να αποτελέσει ένα αντίλογο στον βαθύ εγωκεντρισμό που διαπερνά τη βία.
Τέλος ο νομπελίστας βιολόγος Ηuberto Maturana μας προσκαλεί να αναρωτηθούμε για την σημασία που έχει η αγάπη όχι μόνο για την επιβίωση μας ως ανθρώπινα όντα αλλά και για την ανέλιξή μας, γράφοντας πως « Η αγάπη είναι το πεδίο εκείνων των συμπεριφορών ή των δυναμικών σωματικών διαθέσεων, μέσα από τις οποίες ο άλλος αναδύεται ως ο νόμιμος άλλος σε συνύπαρξη μαζί μας. Επίσης, η επιθετικότητα είναι το πεδίο εκείνων των συμπεριφορών ή των δυναμικών σωματικών διαθέσεων, μέσα από οποίες αρνείται κανείς τον άλλο ως νόμιμο άλλο σε συνύπαρξη μαζί μας. Παρόμοια, ο φόβος είναι το πεδίο εκείνων των συμπεριφορών ή των δυναμικών σωματικών διαθέσεων, μέσα από τις οποίες κάποιος απομακρύνεται από τις συνθήκες μέσα στις οποίες βρίσκεται. Με αυτούς τους όρους η αγάπη δεν είναι αρετή ή κάτι το ιδιαίτερο, αλλά είναι απλώς ένα βιολογικό φαινόμενο, με την έννοια του πεδίου εκείνων των συμπεριφορών διαμέσου των αναδύεται και οργανώνεται η κοινωνική ζωή. Είναι απλώς εκείνη η βιολογική δυναμική που συγκροτεί την εμπιστοσύνη και την αμοιβαία αποδοχή σε σωματικές και πνευματικές σχέσεις εγγύτητας και οικειότητας»
Βασικές βιβλιογραφικές πηγές:
Huberto Maturana: Η βιολογία της αγάπης ΜΕΤΑΛΟΓΟΣ, τεύχος 40 Δεκέμβριος 2021
Μπιουνγκ-Τσουλ Χαν: «Τοπολογία της Βίας» Εκδόσεις Opera.Αθήνα 2022
Εντγκάρ Μορέν: Η Μέθοδος 6. Ηθική Εκδόσεις 21ου αιώνα. Αθήνα 2013
Γκότσης Ηλίας: Η Γραμματική των αποθεμάτων. Εκδόσεις ΑΡΜΟΣ. Αθήνα 2019
Τζούντιθ Μπάτλερ Η δύναμη της μη βίας . Εκδόσεις ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ 2022
Η μη βίαιη επικοινωνία. Marsall Rosenberg. Εκδόσεις Κοντύλι 2016
Η ήρεμη δύναμη Haim Omer Εκδόσεις Γλάρος 2018
[1] Νοτιοκορεατική μαύρη κωμωδία-θρίλερ του 2019, σε σκηνοθεσία του Πόνγκ Τσουν- Χο
διαβάστε σχετικά με την τοξική αρρενωπότητα και τη βία https://synixiseis.gr/2023/01/15/%cf%84%ce%bf%ce%be%ce%b9%ce%ba%ce%ae-%ce%b1%cf%81%cf%81%ce%b5%ce%bd%cf%89%cf%80%cf%8c%cf%84%ce%b7%cf%84%ce%b1-%ce%bc%ce%ad%cf%83%ce%b1-%ce%ba%ce%bf%ce%b9%ce%bd%cf%89%ce%bd%ce%b9%ce%ba%ce%ae%cf%82/
διαβάστε επίσης μια συνέντευξη της Τζούντιθ Μπάτλερ στην ΕφΣυν σχετικά με την μη βία https://www.efsyn.gr/themata/idees-palies-kai-nees/267621_i-mi-bia-os-politiki-epilogi