Η Γραμματική των αποθεμάτων
Αναστοχασμός στην Γραμματική των Αποθεμάτων
Κάθε φορά που με προσκαλούν να μιλήσω για την Γραμματική των Αποθεμάτων χρειάζεται να απαντήσω στο ερώτημα αν η γλώσσα μου θα είναι περισσότερο βιωματική ή επιστημονική.
Αυτό το ερώτημα είναι σημαντικό καθώς ένα βασικό αξίωμα στην καταξιωτική είναι η αποδοχή ότι η γλώσσα και το βλέμμα μας κατασκευάζουν κόσμους.
Τι σημαίνει όμως ακριβώς αυτή η φράση;
Μπορεί ίσως να μας προσκαλεί σε ένα άκρατο υποκειμενισμό, σε μια αμφισβήτηση μιας ελάχιστης κοινής αποδεκτής συμφωνίας για τη γλώσσα ;
Αν πραγματικά συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα ήταν, κατά τη γνώμη μου αρκετά επικίνδυνο, θα μας προσκαλούσε σε μια συνθήκη αποσύνδεσης και ατομικισμού, σε μια σύγχρονη Βαβέλ αντικρουόμενων ηθικών κόσμων και νοημάτων.
Αυτό που εννοούμε όμως εδώ είναι ότι εστιάζοντας στη γλώσσα και στην κατασκευή του νοήματος, αποδίδουμε μια σημασία στην ευθύνη να ανταποκριθούμε σε μια αισθητική και ηθική στάση, σύμφωνα με την οποία είναι πολύ σπουδαίο να κατανοήσουμε ότι μέσα στην ιστορία, την δική μας και των άλλων ταυτόχρονα, στις βιωμένες εμπειρίες αλλά και στις εμπειρίες που έχουμε εσωτερικεύσει από τους σημαντικούς άλλους, όπως η κοινότητα, η οικογένεια, οι συγγραφείς που αγαπήσαμε, οι ήρωες που θαυμάσαμε, υπάρχει μια τεράστια πληθώρα από στιγμές.
Αυτές οι στιγμές, καταγράφονται σε μια αχανή μνήμη και επανέρχονατι σε μια επιλεκτική μνήμη μέσα από τη γλώσσα, μέσω της αφήγησης τους στο βίωμα του παρόντος λόγου.
Αυτό όμως προϋποθέτει μια αφαίρεση, στην οποία μας προσκαλεί η χαρτογράφησή τους, και τελικά μέσα από το διάλογο για αυτές με άλλα υποκείμενα, συγκροτούμε τελικά μια ταυτότητα και μια εικόνα εαυτού.
Καθώς αναζητάμε μια πολυφωνική και όχι μια συμπαγή και μονοφωνική ιστορία για την ταυτότητά μας αναγνωρίζουμε ταυτόχρονα ότι η γλώσσα και η εστίαση του βλέμματος σε ορισμένες από αυτές τις στιγμές, είναι που δυνητικά αναδεικνύουν, που φέρνουν στο φως, καινούργιους τρόπους θέασης του εαυτού και του κόσμου, και μας οδηγούν σε αυτό που ο Κώστας Αξελός ονομάζει το παιχνίδι του κόσμου, στο οποίο αναγνωρίζουμε ότι υπάρχει μια ιστορία που εμπεριέχει πολλές ιστορίες, ένας κόσμος που εμπεριέχει επίσης πολλούς κόσμους και ένα μεγάλος πλούτος συναισθημάτων που εμπεριέχουν επίσης πολλά συναισθήματα.
Σε αυτή την συνθήκη λοιπόν έχει μια τεράστια αξία αν η γλώσσα και το βλέμμα μας προσκαλούν σε μια καταξίωση και σε μια θέση αξιοπρέπειας του εαυτού και των άλλων, αν εστιάζουν στην ανάδειξη των αποθεμάτων ή των ελλειμμάτων, αν ενθαρρύνουν ή επικρίνουν, αν σέβονται ή χλευάζουν την ετερότητα και την μοναδικότητα των ανθρώπων.
Μιλώντας λοιπόν για την σημασία που έχει να κατανοήσουμε αυτό τον τεράστιο πλούτο που υπάρχει στην ανθρώπινη εμπειρία και την σημασία που έχει η εστίαση σε μια καταξιωτική γλώσσα, επιστρέφω ξανά στο αρχικό ερώτημα σε σχέση με τον επιστημονικό και βιωματικό λόγο, καθώς αυτό μας συνδέει με την έννοια της γραμματικής.
Έτσι η γραμματική, το πρώτο πρόθεμα του τίτλου, μας προσκαλεί σε μια γλώσσα που αφορά στο σύνολο της εμπειρίας μας η οποία εμπεριέχει τόσο τη λογική όσο και το συναίσθημα.
Η γραμματική επίσης αναφέρεται επίσης στις περιοχές οργάνωσης της εμπειρίας μας, στον τρόπο που οργανώνουμε και εκφράζουμε δράσεις, στην μέθοδο που κατανοούμε τον κόσμο και στα εργαλεία ερμηνείας και τέλος στις συναισθηματικές διεργασίες, στην ηθική και αισθητική στάση μέσω της οποίας συνδεόμαστε συναισθηματικά, συντονιζόμαστε και επικοινωνούμε με τους άλλους.
Ωστόσο η σημασία της γλώσσας δεν μπορεί παρά να κατανοηθεί παρά μονάχα αν αναστοχαστούμε για αυτή σε συνάρτηση με το πλαίσιο αναφοράς, το τοπίο υποδοχής, πραγμάτωσης, νοηματοδότησης και εν τέλει εξέλιξης της εμπειρίας όπως το ονομάζουμε στην καταξιωτική.
Αυτό το τοπίο έχει μια τεράστια σημασία καθώς συνδέεται με τη γέννηση, τη δημιουργία και τον εμπλουτισμό ή τον περιορισμό των αποθεμάτων.
Θα ήθελα να υποστηρίξω αυτή την ιδέα μιλώντας αυτό-αναφορικά. Όταν ζούσα σε μια μικρή επαρχιακή πόλη, με τον θείο μου που παρότι ήταν καθηλωμένος σε αναπηρικό αμαξίδιο, λόγω παραπληγίας, είχε κατορθώσει να ξεφύγει από την απομόνωση που του επιφύλασσε το κοινωνικό πλαίσιο της ελληνικής επαρχίας της περιόδου 1950-1970.
Το μέσο της διαφυγής του ήταν το διάβασμα καθώς χάρη σε αυτό, ως αυτοδίδακτος, είχε κατορθώσει να ανοίξει ένα φροντιστήριο αγγλικών.
Η κοινωνία που ζούσαμε ήταν ιδιαίτερα κλειστή στην οποία η ατομικότητα έβρισκε ελάχιστο χώρο να εκφραστεί , πολύ περισσότερο το δικαίωμα στην ετερότητα.
Μέσα σε εκείνο το κοινωνικό πλαίσιο αναζητούσαν ένα τρόπο να διαφοροποιηθώ και να δραπετεύσω με ένα ασφαλή και δημιουργικό τρόπο.
Ανακάλυψα τότε τον Ντοστογιέφσκι, τον Μάρκες, καθώς και σπουδαίους συγγραφείς του αναρχισμού που άρχισα να διαβάζω μετά μανίας, σε κάθε ευκαιρία που έβρισκα.
Στην πραγματικότητα είχα ανακαλύψει, μέσα σε ένα περιβάλλον που αποθάρρυνε τα αποθέματα, που συνδέονταν με τον πολιτισμό μια ρωγμή από την οποία μπορεί να εισέλθει το φως σε μια κλειστή και στερητική συνθήκη ενώ ταυτόχρονα πιστεύω πως ήταν σημαντική μια κληρονομιά, που λάμβανα από τη γιαγιά μου και τους γονείς μου, οι οποίοι ήταν βαθιά προσανατολισμένοι στο καλό.
Αυτή η αφήγηση που ερχόταν από αυτούς τους ανθρώπους μιλούσε για τον αγώνα και την προσπάθεια να συνεχίσει κανείς να ζει χωρίς να προξενεί κακό, ως βασικές και αδιαπραγμάτευτες αξίες ενώ εστίαζε πολύ στην έννοια της ευγνωμοσύνης.
Μέσα από αυτή την σύντομη ιστορία σας μίλησα ήδη για τις πρώτες σημαντικές έννοιες που με απασχολούν στο βιβλίο μου που είναι η έννοια της ρωγμής, της γραμματικής και του τοπίου.
Όπως οι περισσότεροι/ες γνωρίζετε η έννοια της ρωγμής δεν είναι κάτι πρωτότυπο, ούτε μπορώ να ισχυριστώ πως είμαι ο μοναδικός που εστιάζει σε αυτή.
Στην ψυχοθεραπεία, στη λογοτεχνία, στην ποίηση, στον κινηματογράφο, στην πολιτική σκέψη, στην κριτική θεωρία, να θυμίζω μόνο τις περίφημες ετεροτοπίες του Φουκώ, διαρκώς συναντάμε αναφορές σε αυτή την υπέροχη λέξη που είναι γεμάτη από αμφισημία:
Αποτελεί η ρωγμή ένα κίνδυνο για καταστροφές ή μια ευκαιρία για δημιουργία και ζωή;
Η απάντηση δίνεται κάθε φορά ανάλογα με τη λειτουργία που η ρωγμή επιτελεί.
Εδώ ερχόμαστε να συναντήσουμε μια ακόμα βασική ιδέα του βιβλίου που παραφράζει διαρκώς και με κάθε ευκαιρία την σκέψη του Βιτγκενστάιν: Το νόημα των πραγμάτων καθορίζεται από την λειτουργία που αυτά επιτελούν, αναφέρει ο φιλόσοφος και στην γραμματική των αποθεμάτων αυτή η ιδέα επανέρχεται σχεδόν ως εμμονή. Οι λέξεις έχουν το νόημα ανάλογα με την λειτουργία που επιτελούν, οι ρωγμές αντίστοιχα, η αισθητική, ο διάλογος, τα αποθέματα, το φαντασιακό, οι πράξεις μας, αποκτούν κάθε φορά ένα ξεχωριστό νόημα ανάλογα με τη λειτουργία που επιτελούν.
Αυτή η ευπλαστότητα μοιάζει ίσως τρομακτική, ποιός/α δεν θα επιθυμούσε για παράδειγμα η λέξη αγάπη να έχει ένα καθολικό και οικουμενικό νόημα, αλλά αυτό δεν ήταν ποτέ έτσι, ίσως μονάχα στην εποχή του ρομαντισμού, αλλά μετά τον Φλωμπέρ και την Μαντάμ Μποβαρύ και τον Οδυσσέα του Τ. Τζόυς ενηλικιωθήκαμε και αντιληφθήκαμε πως κανείς δεν αγαπά, ούτε ερωτεύεται με τον ίδιο τρόπο.
Ταυτόχρονα όμως η ρευστότητα και η αβεβαιότητα σχετικά με τις λέξεις, τις πράξεις και τα νοήματα, ενισχύει τις δυνατότητες για ένα καινούργιο διαφωτισμό.
Αναφέρομαι στην έννοια του διαφωτισμού γιατί εκτιμώ ότι είναι σημαντικό να συνδεθούμε με ένα καινούργιο πολιτισμικό παράδειγμα που θα επωφελείται από τις φωτεινές στιγμές που έχουν υπάρξει στην ανθρώπινη ιστορία και θα το οποίο θα απαντά στον εκφασισμό της καθημερινής ζωής, στην τεράστια ανθρωπιστική κρίση, που εκφράζεται με την προσφυγική κρίση, τους πολέμους την φτώχεια και την ανέχεια, και στην οικολογική καταστροφή.
Νομίζω πως καθώς αναφέρομαι στις φωτεινές στιγμές είναι η κατάλληλη στιγμή να αναφερθώ στο δεύτερο όρο του τίτλου, στην λέξη αποθέματα.
Προσπαθήσαμε πρόσφατα με την σύζυγό μου να εξηγήσουμε στην κόρη μου τον τίτλο του βιβλίου.
Είναι παράξενο γιατί όσον αφορά στη λέξη γραμματική νομίζω πως δεν δυσκολευτήκαμε ιδιαίτερα καθώς της είπαμε ότι σημαίνει μια μέθοδο, ένα σύνολο τρόπων μέσω των οποίων συνδεόμαστε και αξιοποιούμε τα αποθέματα.
Για τη λέξη αποθέματα όμως ήταν λίγο περισσότερο σύμπλοκο καθώς μιλήσαμε από τη μία για μια πηγή εμπειριών, για μια δεξαμενή καλών ιστοριών που χαρακτηρίζονται από την φροντίδα, την ασφάλεια, που αποτελούν μια μορφή δώρου, το οποίο δεν προσβλέπει σε κάποια ανταπόδοση.
Αυτές οι εμπειρίες διατηρούνται στη μνήμη, και αυτά ήταν εύκολο να τα εξηγήσουμε αλλά δεν ήταν εύκολο να μιλήσουμε για την ηθική και τα αξιακά πλαίσια με τα οποία είναι αναπόφευκτα συνδεδεμένα τα αποθέματα που προσκαλούν στην συνεργατικότητα, στην συμπερίληψη, στην αλληλεγγύη και όχι στο μίσος, στην καταστροφή και στον διαχωρισμό.
Ο λόγος για αυτή την δυσκολία είναι ότι δυστυχώς οι έννοιες της ηθικής και των αξιών, θεωρούνται παράταιρες, δεν είναι πλέον ενταγμένες στον καθημερινό λόγο ή στο σχολείο παρότι κατά τη γνώμη μου με την κρίση και τις επιπτώσεις της, έγιναν ξανά εξαιρετικά επίκαιρες.
Έτσι η λέξη απόθεμα είναι για μένα κάτι πού σπουδαίο που παραπέμπει όχι μόνο σε εκείνες τις συναισθηματικές εμπειρίες που αποτελούν εφόδια για μια λειτουργική ενήλικη ζωή αλλά επίσης σε εκείνες που συνδέονται με αξιακά πλαίσια και με την δυνατότητα των ανθρώπων ή των συστημάτων να αλλάζουν τη μοίρα τους ή τις προβλέψεις που οι ειδικοί κάνουν για αυτούς.
Αν εστιάσουμε στο ατομικό επίπεδο τα αποθέματα μπορούν να εντοπιστούν και να αναδυθούν τόσο καθώς διερευνούμε την οικογενειακή μας ιστορία, όσο και καθώς διερευνούμε την δική μας πρωτογενή δράση. Μπορούμε έτσι να στρέψουμε στο βλέμμα σε σημεία που συγκροτούν μια περισσότερο πλούσια γραμματική, όπως εγώ συνδέθηκα με την προσπάθεια του θείου μου να μάθει ως αυτοδίδακτος μια ξένη γλώσσα και να ανοίξει ένα φροντιστήριο αγγλικών, (το πιθανότερο ήταν πως ήταν ο πρώτος παραπληγικός στην Ελλάδα που το έκανε) ή με την προσπάθεια των γονιών μου να επιβιώσουν σε ένα άγονο τοπίο.
Το γεγονός ότι ανακαλύπτουμε ή συνδεόμαστε με τα αποθέματα δεν σημαίνει ότι ξεχνούμε ή ότι παραμελούμε τα τραύματα που αποτελούν συστατικό στοιχείο κάθε ιστορίας. Σημαίνει περισσότερο ότι καθώς αναγνωρίζω μια πολυφωνική ταυτότητα και πολλούς εαυτούς μέσα στον εαυτό μου, δεν αφήνω το τραύμα, να οργανώσει με ένα μονολογικό τρόπο τις σκέψεις, τις δράσεις ή την ματιά μου για τον εαυτό μου και τους άλλους.
Η αποδοχή επίσης της ηλιοτροπικής αρχής, η ιδέα δηλαδή ότι οι άνθρωποι τείνουν προς τον φως όπως το ηλιοτρόπιο προς τον ήλιο δεν σημαίνει ότι παραγνωρίζουμε ότι σε κάθε ένα και κάθε μια από εμάς υπάρχει μια πλευρά που είναι συνδεδεμένη με το κακό, που μπορεί αν δεν αναγνωριστεί και φροντιστεί να μας οδηγήσει στο μίσος και την επιθετικότητα, καθώς ο εαυτός είναι εκ φύσεως πολυφωνικός.
Μια ακόμα λοιπόν σημαντική έννοια που κατέχει κεντρικό ρόλο στο βιβλίο είναι η έννοια του πολυφωνικού εαυτού.
Εκτιμώ ότι μέσα από τη διαλογικότητα και την αναγνώριση της πολυφωνίας μπορεί να καταστεί δυνατή η σύνδεση με τα συλλογικά, τα οικογενειακά και τα ατομικά αποθέματα.
Η αναγνώριση της πολυφωνίας ωστόσο δεν είναι δίχως κάποιο κόστος: Αναγνωρίζοντας τον κόσμο ως πολυφωνικό, ως ένα κόσμο που χωρά πολλούς κόσμους θέτουμε υπό αμφισβήτηση την δική μας αυθεντία και προσκαλούμαστε να γίνουμε περισσότερο συμπεριληπτικοί αφήνοντας στην άκρη την βεβαιότητα και την ασφάλεια που προσφέρει η σκέψη ότι οι ιδέες μας είναι μοναδικές. Αυτό γίνεται ακόμα πιο σύμπλοκο όταν ταυτίζουμε τον εαυτό μας με τις ιδέες μας ή ακόμα και με τις πράξεις μας και δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε ότι μέσα σε ένα ιστορικό πλαίσιο έχουμε κάνει ένα πλήθος από μετακινήσεις και αλλαγές που ορισμένες φορές έχουν καταστήσει τις παλιές μας ιδέες και αντιλήψεις να μοιάζουν ξένες στο παρόν. Ακόμα θα ήταν βοηθητικό και λιγότερο απειλητικό αν συνειδητοποιούσαμε ότι εμείς με κάποιο τρόπο αποκαθηλώσαμε και ασεβήσαμε σε παλιές ιδέες και πρακτικές, (πολύ συχνά μαζί με τις ιδέες αποκαθηλώσαμε και τους σημαντικούς άλλους που συνδέονται με αυτές), προκειμένου να δημιουργήσουμε μια καινούργια αφήγηση, να αποκτήσουμε μια αίσθηση έλεγχου για την ζωή μας.
Αναφέρομαι και δίνω μια έμφαση στις ιδέες της πολυφωνίας και της διαλογικότητας γιατί εκτιμώ ότι μας οδηγεί σε δυο από πιο σπουδαίες έννοιες που διατρέχουν το βιβλίο, με τις οποίες θα ήθελα να κλείσω και την ομιλία μου.
Αυτές οι έννοιες συνδέονται με τον ηθικό αναστοχασμό και την σχεσιακή υπεθυνότητα από τη μια και την έννοια του dreaming, του φαντασιακού από την άλλη.
Όσον αφορά λοιπόν στον ηθικό αναστοχασμό τον ορίζω ως μια αναστοχαστική εμπειρία που βασίζεται σε μια μετά-γνώση, η οποία επεξεργάζεται και διερευνά τη σχέση μας με την ηθική, τις αισθητικές στάσεις, τις πρακτικές και τα ερμηνευτικά εργαλεία με τα οποία κάθε φορά μετέχουμε σε ένα βίωμα. Σύμφωνα με αυτή την ιδέα ο ηθικός αναστοχασμός αποτελεί μια αφήγηση για την δράση που «οργανώνει», το ηθικό πλαίσιο των δράσεων μας. Ο ηθικός αναστοχασμός, μέσα από αυτή την οπτική είναι ένα μέσο για την αναζήτηση μιας ετεροτοπίας ως αντίβαρο στην κυριαρχία, την βία και τον αποκλεισμό, έννοιες που βρίσκονται σε αντίθεση με τον σεβασμό, τον ρυθμό και την αρμονία, που είναι τα ζητούμενα στη συνάντηση με τον άλλο, σύμφωνα με την καταξιωτική προσέγγιση.
Ο ηθικός αναστοχασμός μας προσκαλεί επίσης να είμαστε συνδεδεμένοι με την ιδέα ότι ο “χάρτης δεν είναι ο τόπος” αλλά οι αναπαραστάσεις μας για ένα μέρος της πραγματικότητας.
Ξεκινώντας λοιπόν από την παράδοση και τα καθαρά ηθικά πλαίσια, τα οποία προσέφεραν από τη μια μια τεράστια ασφάλεια και ένα καθαρό πλαίσιο δράσης αλλά ταυτόχρονα λειτουργούσαν ως ένας ελεγκτικός μηχανισμός στις καθημερινές συνήθειες των ανθρώπων, ο οποίος συχνά ήταν ασφυκτικός και εξαιρετικά περιοριστικός, όπως στην δική μου περίπτωση για την οποία σας μίλησα, περνώντας στην νεωτερικότητα και στην αναζήτηση μιας αυτονομίας του εγώ στενά συνδεδεμένης με το καπιταλιστικό ιδεώδες, η οποία έθεσε σε αμφισβήτηση τα ηθικά πλαίσια της παράδοσης καταλήγουμε σήμερα σε μια μετανεωτερική συνθήκη η οποία χαρακτηρίζεται από την διεκδίκηση του αυτοπροσδιορισμού.
Αυτές οι μεταβάσεις δεν είναι εξ ορισμού προοδευτικές ούτε οδηγούν σε ένα καινούργιο παράδειγμα συλλογικότητας από τη στιγμή που είναι στενά συνδεδεμένες με τις αξίες ενός ανταγωνιστικού συστήματος, που προτάσσουν ένα εαυτό αποσυνδεδεμένο από τον/ην άλλο/η, που παραγνωρίζουν επίσης την σημασία και την επίδραση των εσωτερικών φωνών που συνδέονται με τους σημαντικούς άλλους και την επίδραση ευρύτερων συστημάτων.
Ωστόσο οποιαδήποτε κριτική στον μοντερνισμό ή την μετανεωτερικότητα δεν πρέπει να μας παρασύρει σε μια ρετροτοπία, σε ένα dreaming που συνδέεται με μια επιστροφή ή μια λατρεία στο παρελθόν και σε μια συστημική κλειστότητα.
Δυστυχώς παρατηρώντας τον κόσμο σε ένα πλανητικό επίπεδο, η ρετροτοπία κερδίζει διαρκώς έδαφος, οδηγώντας σε ετικετοποίηση και κοινωνικούς αποκλεισμούς, σε διακρίσεις, σε παθολογικοποίηση συμπεριφορών και εδώ είναι που εισέρχεται μια προβληματική που διατρέχει ολόκληρη την Γραμματική των Αποθεμάτων και είναι η έννοια της συστημικής ηθικής, μια έννοια που κατά την ταπεινή μου γνώμη δεν έχει μελετηθεί ακόμα σε βάθος, δηλαδή το πώς η ηθική που έχουν τα συστήματα αποτελεί ένα κέντρο που οργανώνει άλλοτε μονολογικά, δηλαδή κλειστά και περιοριστικά και άλλοτε πολυφωνικά τόσο τους ενδο-συστημικούς όσο και τους δια-συστημικούς διαλόγους.
Έτσι εκτιμώ ότι ως γονείς, εκπαιδευτικοί, θεραπευτές είναι σημαντικό να αναστοχαστούμε σχετικά με την ηθική και την αισθητική για το πώς θα νοηματοδοτήσουμε τον ρόλο μας και πως θα διατηρήσουμε ένα συνεχές αλλά θα δημιουργήσουμε και ασυνέχειες σε σχέση με το παρελθόν, οι οποίες θα αναγνωρίζουν την μοναδική και ξεχωριστή υποκειμενικότητα των ανθρώπων με τους οποίους είμαστε σε σχέση φροντίδας.
Κλείνοντας την παρουσίασή μου θα ήθελα να κάνω μια αναφορά και στην έννοια του dreaming, το νόημα της οποίας όπως έχω ήδη πει ορίζεται από τη λειτουργία της.
Συχνά προσεγγίσεις όπως η καταξιωτική που αναδεικνύουν τη σημασία του μέλλοντος και της θέσμισης μιας μελλοντικής πραγματικότητας βρίσκονται υπό κριτική καθώς εκτιμάται ότι υποτιμούν την επίδραση του παρελθόντος ή τη σύγκρουση και τη διαλεκτική που υπάρχει μεταξύ αντικρουόμενων επιθυμιών είτε μέσα στον ίδιο τον εαυτό είτε ανάμεσα στον εαυτό και στους άλλους ή ανάμεσα σε διαφορετικά συστήματα.
Στην Γραμματική των Αποθεμάτων η έννοια του dreaming είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την διαλογικότητα, τη διαλεκτική, τη σύγκρουση και τη συνεργατικότητα, τις επιδράσεις των ματαιώσεων και των απωλειών και τέλος με την δυνατότητα των ανθρώπων να ελέγχουν τη ζωή τους παράγοντας πράξεις μέσα από το νόημα που δίνουν στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον τους και νόημα μέσα από τις πράξεις τους.