Ο χρόνος και η ελεύθερη βούληση

Κοινοποίηση

Γκότσης Ηλίας : Επίλογος στο βιβλίο ΟΝΕΙΡΟΤΟΠΙΑ: Ο χρόνος και η ελεύθερη βούληση

Κι αλήθεια θα υπάρξει χρόνος
Για τον κίτρινο καπνό που γλιστράει σ’ όλο το δρόμο ως μακριά,
τρίβοντας την πλάτη του πάνω στων παραθύρων το γυαλί
Θα υπάρξει χρόνος, θα υπάρξει χρόνος
Να προετοιμάσεις ένα πρόσωπο για να συνέρθεις τα πρόσωπα που συναντάς
Θα υπάρξει χρόνος για να φονεύσεις και να δημιουργείς,
Και χρόνος για όλα τα έργα και τις ημέρες των χεριών
Που ορθώνουν κι αποθέτουν ένα ερώτημα στο πιάτο σου
Χρόνος για σένα και χρόνος για μένα,
Και χρόνος όμως για δισταγμούς μια εκατοστή,
Και μια εκατοστή οράματα και αναθεωρήσεις,
Πριν τσάι και μια φρυγανιά να έχουνε παρθεί.

[…]

Κι αλήθεια θα υπάρξει χρόνος
Να αναρωτηθώ «Τολμάω άραγε;»και «άραγε τολμώ;»
Καιρός για να γυρίσω πίσω και τα σκαλιά να κατεβώ,
Με ένα καραφλό σημείο στη μέση των μαλλιών —
(Θα πούνε: «Πώς τα μαλλιά του ισχναίνουν έτσι»)
Το πρωινό μου το παλτό, το κολάρο μου ως το πιγούνι σφιχτά να ανεβαίνει,
Τη γραβάτα μου πλούσια και σεμνή, αλλά από μια απλή καρφίτσα αγκιστρωμένη —
(Θα πουν: «Μα πόσο τα χέρια και τα πόδια του έχουν ρέψει»)
Τολμάω άραγε
Να διαταράξω του σύμπαντος τη στρέψη;
Σε ένα λεπτό υπάρχει χρόνος  Για αποφάσεις κι επανεξετάσεις που ένα λεπτό πρόκειται ν’ αντιστρέψει.

              — Τ.Σ. Έλιοτ, Το ερωτικό τραγούδι του Τζέι Άλφερντ Προύφροκ

Χρόνος

Όλα συμβαίνουν μέσα στη διάσταση της δοκιμασμένης παγχρονικότητας, που δεν είναι μια διάσταση μεταξύ άλλων, λεπτό προς λεπτό, ώρα με την ώρα, εποχή με την εποχή, κάνοντας την εμπειρία τόσο του μη ξεπερασμένου παρελθόντος, του εξασθενημένου παρόντος, όσο και του μέλλοντος που είναι ήδη εδώ.

Κώστας Αξελός[1]

Αυτό το βιβλίο δεν θα μπορούσε να κλείσει χωρίς ένα σχόλιο για το χρόνο, την ελεύθερη βούληση και το διάλογο που αναπτύσσεται ανάμεσά τους. Έτσι, ο επίλογός του είναι αφιερωμένος σε αυτές τις έννοιες.

Σε κάθε περίοδο κρίσης, κατά την οποία τα προβλήματα κυριαρχούν στη ζωή μας και απρόβλεπτες αλλαγές, πέραν της βούλησης και της επιθυμίας μας, μεταλλάσσουν την καθημερινή μας εμπειρία, αντιλαμβανόμαστε το χρόνο με εντελώς διαφορετική τρόπο από ό,τι συνήθως. Υπάρχουν στιγμές που βιώνονται αργά και βασανιστικά, που μοιάζουν ατελείωτες, και νιώθουμε ότι ένα λεπτό κρατά  σχεδόν μια αιωνιότητα· άλλοτε, πάλι, ο χρόνος μοιάζει με τυφώνα, μας παρασέρνει σε μια δίνη από συναισθήματα και χιλιάδες σκέψεις μάς κατακλύζουν.

Έτσι, ορισμένες φορές βιώνουμε το χρόνο σαν να υπάρχει μονάχα το παρελθόν. Ζούμε μέσα στις μνήμες μας, αναζητάμε εκεί τις απαντήσεις για το μέλλον και για το παρόν, καθώς βυθιζόμαστε στη νοσταλγία —όταν το χθες χαρακτηρίζεται από ασφάλεια και φροντίδα— ή μπαίνουμε σε εσωστρέφεια, σε εσωτερική αμφισβήτηση των ικανοτήτων μας — όταν το παρελθόν μας έχει υπάρξει κακοποιητικό. 

Άλλες φορές, πάλι, νιώθουμε ότι υφίσταται μόνο το παρόν και οι ανάγκες του, ιδιαίτερα όταν η επιβίωση είναι το ζητούμενο.

Τέλος, συχνά είναι το μέλλον που κυριαρχεί και τότε οι αποφάσεις αναβάλλονται για ένα απροσδιόριστο κι αόριστο αύριο,  με αποτέλεσμα το παρόν να ακυρώνεται, όπως και οι πράξεις που συνδέονται με τις εμπειρίες του τώρα.

Ο  χρόνος τριχοτομείται, καθώς τον βιώνουμε αποσπασματικά, γεγονός πολύ επικίνδυνο, γιατί στην πραγματικότητα οδηγεί σε τριχοτόμηση του εαυτού, σε διάσπαση και κατακερματισμό της ταυτότητάς μας. Ανατρέχοντας για τελευταία φορά στο φιλόσοφο Κώστα Αξελό, προσπαθώ να ισχυροποιήσω αυτήν τη σκέψη: «Το πραγματικά “ενδιαφέρον”, αυτό δηλαδή που διαφέρει από την καθημερινότητα, αφορά κυρίως το χρόνο. Αλλά το χρόνο όχι ως συνάθροισμα στιγμών, που περνάνε έτσι και μας ξεφεύγουν. Το χρόνο που είναι σε κάθε στιγμή ενότητα και του παρελθόντος του χθες, του σήμερα του παρόντος και του αύριο του μέλλοντος. Επειδή οι άνθρωποι και δεν σκέφτονται και δεν ζουν στην εμπειρική τους ζωή το χρόνο σαν σε κάθε στιγμή τρισδιάστατο, γι’ αυτό τον χωρίζουν, τον κόβουν σε κομμάτια και μπροστά σ’ αυτό τον τεμαχισμένο χρόνο είναι φυσικό να αγωνιούν».

Ακολουθώντας, λοιπόν, την πρόσκληση που μας απευθύνει, έχω την αίσθηση πως  η εμπειρία μιας κρίσης  προσφέρει την ευκαιρία να κατανοήσουμε τη σχέση μας με το χρόνο, να ανακαλύψουμε πότε η εμπειρία μάς οδηγεί σε εστίαση, αλλά όχι ταυτόχρονα σε αποσύνδεση, με μια από τις διαστάσεις του χρόνου. Τα λόγια του δημιουργούν, επίσης, μια βάση για να σκεφτούμε σχετικά με τη βραδύτητα, την αμεσότητα και την ταχύτητα με την οποία βιώνουμε τη χρονικότητα.

Η συνειδητοποίηση και η ενότητα στην οποία αναφέρεται ο Αξελός, μέσα από την οπτική της διαλογικότητας, δεν θα μπορούσε να είναι εφικτή, αν παράλληλα δεν είχαμε τη δεξιότητα να διακρίνουμε το σημαντικό από το ασήμαντο, το πρωτεύον από το δευτερεύον· με άλλα λόγια, αν δεν είχαμε τη αντοχή να βιώνουμε την απώλεια, τη ματαίωση και τελικά να ανακαλύπτουμε την αξία της εστίασης και της αφαίρεσης. 

Προσωπικά, κατανόησα τη σπουδαιότητα της εστίασης (όχι ειδικά στο χρόνο, αλλά στον εαυτό και τις δυνάμεις του) μέσα από ένα θεραπευόμενό μου που έχει προβλήματα με την όρασή του. Τούτα τα λόγια του  με δίδαξαν  κάτι πολύ σπουδαίο: «Μη νομίζεις πως βλέπεις πολύ περισσότερο από εμένα, επειδή εγώ μπορεί να βλέπω το 40% από όσο ένας μέσος άνθρωπος. Έχω, όμως, μάθει να παρατηρώ και να εστιάζω, έτσι βλέπω στο 100% της όρασής μου! Εσύ μπορείς ίσως να δεις στο 80% της όρασής σου, αλλά αξιοποιείς μόνο το 50%, το άλλο το αφήνεις να σπαταλιέται άσκοπα!».

Κάπως έτσι είναι κι ο χρόνος. Άλλοτε εστιάζουμε στην κάθε στιγμή, τη γονιμοποιούμε, την εντάσσουμε σε ένα «παιχνίδι» μέσα στο οποίο αναδύεται η φαντασία και η δημιουργικότητα, τη βιώνουμε, είτε μόνοι μας είτε σε σχέσεις, με συναισθήματα και σε επαφή με τον εαυτό μας και, εν τέλει, τη συνδέουμε με μια εμπειρία που αξίζει να καταγραφεί στη μνήμη μας, ώστε να επιτρέφουμε σε αυτή μέσα από τις αφηγήσεις μας.

Άλλοτε, πάλι, ζούμε μέσα στο χρόνο, μετατρέποντας τις στιγμές μας σε ασήμαντες και βιώνοντάς τες δίχως να εστιάζουμε στο σημαντικό από το ασήμαντο. Έτσι, οι εμπειρίες μας αλλοτριώνονται, αποβαίνουν συνδεδεμένες με τη σπατάλη (σε κάθε επίπεδο), με την κατανάλωση και την αποξένωση από τον εαυτό και τους άλλους.

Μπορεί στην καθημερινότητά μας να μας κατακλύζει ένας καταιγισμός από ειδήσεις, από άσκοπες εικόνες, από εφήμερα γεγονότα, που συχνά μας μπερδεύουν και μας δυσκολεύουν να εστιάσουμε. Ωστόσο, πάντα υπάρχει χρόνος, εκείνο το μαγικό λεπτό του Έλιοτ, που, αν το «ζήσουμε ολόκληρο», μπορούμε να ανακαλύψουμε τους πολλούς μας εαυτούς, να φανταστούμε, να ονειρευτούμε, να επιλέξουμε, να δράσουμε.

Αλλά η δράση είναι εφικτή μονάχα μέσα σε ένα πλαίσιο ανέλιξης και προϋποθέτει τη σύνδεση με την πλευρά του εαυτού που αντέχει την απώλεια,     η οποία προκύπτει από την αφαίρεση, από τη διάκριση του σημαντικού από το λιγότερο σημαντικό, από το επείγον και το μη επείγον, από το μερικό και το όλο.

Η διαδικασία της αφαίρεσης συνδέεται επίσης με το χρόνο, δεδομένου ότι ζούμε μέσα σε αυτόν.

Όσο μεγαλώνουμε προστίθενται εμπειρίες ωρίμανσης που αντικαθιστούν ή εμπλουτίζουν προηγούμενες επιλογές δράσεων, υπάρχοντα μοντέλα για τη σύνδεση και το διάλογο με τον/την άλλο/η, συνήθειες και τελετουργίες, σταθερότητες και βεβαιότητες.

Η εστίαση και η αφαίρεση συνδέονται πάντα με την επιθυμία για το πού θέλουμε να οδηγηθούμε, με την προσπάθεια να ανακτήσουμε τον έλεγχο σε περιόδους κρίσης.

Σε αυτή την προσπάθεια υπάρχει ο κίνδυνος να ζήσουμε ένα παράδοξο: καθώς εστιάζουμε σε μια περιοχή της εμπειρίας μας, καθώς αφιερώνουμε όλο και περισσότερο χρόνο σε ένα πεδίο, ίσως ταυτόχρονα αποσυνδεόμαστε από ένα άλλο. Συνεπώς, δημιουργείται ένα ερώτημα: Πού πραγματικά εστιάζουμε και πού αυτό μπορεί, μέσα σε μια ανελικτική διαδικασία, να μας οδηγήσει;

Η ελεύθερη βούληση και  οι προθέσεις

Οι απαντήσεις συνδέονται με ορισμένους παράγοντες και την επίδραση που μας ασκούν:

  • Με την ελευθερία βούλησης και την αναγνώριση της σημασίας που έχει η προθετικότητα, δηλαδή η ικανότητα να πράττουμε μέσα από την απόδοση νοήματος και προθέσεων στις επιλογές μας αλλά και την αναγνώριση της

επίδρασης ουσιαστικών αιτιωδών παραγόντων (κοινωνικών, πολιτικών, πολιτιστικών, οικονομικών, ψυχολογικών).

  • Με τις προηγούμενες εμπειρίες μας, οι οποίες επηρεάζουν, συνειδητά ή ασυνείδητα, τις επιλογές μας.
  • Με την αναγνώριση και την επεξεργασία των συναισθημάτων μας, τα οποία σε περιόδους κρίσεων άλλοτε είναι μπερδεμένα, άλλοτε εναλλάσσονται ταχύτατα και άλλοτε μας οδηγούν σε καθήλωση.
  • Με  μια διπολική αντίληψη, η οποία οδηγεί σε  ένα διχασμό όσον αφορά τη  κατανόηση της πραγματικότητας, λ.χ., αιτιοκρατία-ελεύθερη βούληση, αυτεπίγνωση-μη συνειδητό, ετεροπροσδιορισμός-αυτοπροσδιορισμός,

φόβος-τόλμη, ασφάλεια-κίνδυνος, έλεγχος-απώλεια ελέγχου, λογική-συναίσθημα κ.ά.

Όσον αφορά τον τελευταίο παράγοντα, Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στις αντιθετικές συνθήκες, κάθε άλλο, οι διαφορές και οι συγκρούσεις είναι διαρκείς. Σημαίνει πως κινούμαστε συνεχώς  μέσα σε ένα διαλογικό πλαίσιο, σε ένα φάσμα, στα άκρα του οποίου βρίσκονται οι «αντίθετοι πόλοι», πως βιώνουμε ένα συνεχές γιν και γιανγκ.

Έτσι, μπορούμε σε μια περιοχή της εμπειρίας μας (π.χ., στην αισθητική, την κατανόηση ή τη δράση) ή σε ένα πεδίο της πραγματικότητάς μας  τοποθετούμαστε με ελεύθερη βούληση και σε ένα άλλο να βιώνουμε τις επιδράσεις ενός αξεπέραστου καταναγκασμού.

Αν, παρ’ όλα αυτά, κατορθώναμε να κατανοήσουμε το γεγονός ότι κινούμαστε μέσα σε αυτό το φάσμα, ζώντας εναλλασσόμενες εμπειρίες και συναισθήματα, ή ότι την ίδια εμπειρία μπορούμε να τη βιώνουμε διαφορετικά ανάλογα με την οπτική γωνία, τότε ίσως η ελεύθερη βούληση και η προθετικότητα θα είχαν περισσότερες πιθανότητες να υπάρξουν.

Κλείνοντας, θα ήθελα να σας προσκαλέσω να σκεφτείτε για λίγο την ακόλουθη ιστορία: «Ένας γάιδαρος εξαιρετικά πεινασμένος βρίσκεται μπροστά σε ένα σταυροδρόμι, το οποίο οδηγεί σε δύο ίδια ακριβώς δέματα με σανό. Ο γάιδαρός μας επιθυμεί ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, με τους ίδιους όρους ταυτόχρονα και τα δύο. Καθώς στέκεται αναποφάσιστος, είναι καταδικασμένος να πεθάνει από την πείνα.»[2]

Το παράδοξο του Μπουριντάν (Είναι καταδικασμένος πράγματι ο γάιδαρος να πεθάνει, εγκλωβισμένος ανάμεσα σε δυο ταυτόσημες επιθυμίες για δυο ίδια ακριβώς πράγματα;) συνιστά προσπάθεια θεμελίωσης μιας συνθήκης απόλυτου ντετερμινισμού, στην οποία οι επιλογές μας δεν εξαρτώνται από τη βούληση αλλά από ορισμένα αντικειμενικά δεδομένα.

Πράγματι, αν πιστεύουμε ή δεχόμαστε ότι ο γάιδαρος είναι αδύναμος να επιλέξει (ίσως επειδή έχει καταπονηθεί ή, ακόμα περισσότερο, επειδή η ύπαρξή του δεν είναι συνδεδεμένη με τη δυνατότητα επιλογής), μοιάζει αναπόφευκτο αργά ή γρήγορα να πεθάνει. Ο θάνατός του θα οφείλεται σε καθήλωση, σε ακινητοποίηση, στον εγκλωβισμό του σε μια παγίδα, στην οποία κάθε κίνηση προς τον ένα δρόμο ακυρώνεται από μια αντίρροπη κίνηση προς την αντίθετη κατεύθυνση. Κεντρικό σημείο αποτελεί η αδυναμία επιλογής, καθώς απουσιάζει η δυνατότητα της εστίασης και της αντοχής να αντέξει μια ματαίωση, την απώλεια μιας επιθυμίας.

Το χαρακτηριστικό μιας τέτοιας συνθήκης αποτελεί, σύμφωνα με τον Μπουριντάν, η απουσία της δυνατότητας για ελεύθερη βούληση και το παράδοξο παρέμενε άλυτο για αιώνες.

Η επίλυσή του συνδέθηκε με τη δυνατότητα να σκεφτούμε με διαφορετικούς όρους, οι οποίοι εγείρουν ισχυρές αμφιβολίες για το αναπόφευκτο που συνδέεται με τον ντετερμινισμό και αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία σε λεπτομέρειες που παλαιότερα φαίνονταν ασήμαντες, όπως, π.χ., ο τρόπος που ο γάιδαρος κοιτάζει τα δυο δέματα ή ο ρόλος των σκιάσεων από το φως του ήλιου, οι οποίες ενδεχομένως διαφοροποιούν τα δυο δεμάτα.

Πάνω από όλα, όμως, το παράδοξο απαντήθηκε μέσα από την ανακάλυψη ότι εξαρχής χρειάζεται να αμφισβητήσουμε τη γλώσσα που το περιγράφει, αφού σε μια διαλεκτική αντίληψη τίποτε δεν είναι ποτέ ίδιο με κάτι άλλο.

Αυτές οι λεπτομέρειες γνωρίζουμε πλέον ότι είναι εξαιρετικά κρίσιμες για να τοποθετηθούμε σχετικά με ανάλογα παράδοξα, αλλά ίσως το καθοριστικό σημείο συνίσταται στο να αναγνωρίσουμε τη δυνατότητα της ελεύθερης βούλησης και την ικανότητα της νοηματοδότησης η οποία μπορεί να ανατρέψει το φαινομενικά αναπόφευκτο.

Το σημαντικότερο, όμως, είναι να κατανοήσουμε το εξής:

«Οι ιστορίες μάς παγιδεύουν και μας απελευθερώνουν, ζούμε και πεθαίνουμε με ιστορίες… Ποιες ιστορίες μπορούμε να αφηγηθούμε; Πώς αναγνωρίζουν οι άνθρωποι ότι έχουν τη δύναμη να γίνουν δημιουργοί και όχι απλώς ακροατές ιστοριών;

Ελπίδα είναι η ιστορία της αβεβαιότητας, της συνδιαλλαγής με τον κίνδυνο που συνεπάγεται  το να μην ξέρεις τι ακολουθεί, πράγμα που είναι πιο απαιτητικό από την απελπισία και, κατά κάποιο τρόπο, πιο τρομακτικό.

Και ανυπολόγιστα πιο προσοδοφόρο.

Αυτό που είναι εντυπωσιακό όταν ξεπερνάς μια βαθιά κατάθλιψή ή έρχεσαι κοντά σε έναν καταθλιπτικό είναι ο απόλυτος εγωισμός της δυστυχίας, το ρηχό, καθηλωμένο προς τα μέσα βλέμμα της.»[3]


[1] Το απόσπασμα  το «δανείστηκα’ από το https://tvxs.gr/news/biblio/pos-na-zisoyme-kostas-akselos

1. Πρόκειται για ένα φιλοσοφικό ερώτημα που ανάγεται στο Μεσαίωνα (14ος αι.) και έχει μείνει γνωστό ως «Το παράδοξο του Μπουριντάν», ενός Γάλλου φιλοσόφου και ιερέα — παρότι δεν είναι στην πραγματικότητα αυτός ο δημιουργός του.

[3].R. Solnit,Ελπίδα στο σκοτάδι, σελ. 18-19.

Κοινοποίηση

Ρωτήστε μας ότι σας ενδιαφέρει συμπληρώνοντας την παρακάτω φόρμα

137 Seacoast Ave, New York, NY 10094
+1 (234) 466-9764
Excuisite food, unforgettable atmosphere...