Σιμόν Βέιλ (Simon Weil): Πώς να Αξιοποιούμε τον Πόνο
ΠΗΓΗ: https://www.themarginalian.org/
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η Σιμόν Βέιλ (1909-1943) υπήρξε μια από τις πιο διακεκριμένες φιλοσόφους και πολιτικές ακτιβίστριες του 20ού αιώνα, αναγνωρισμένη για τη βαθιά της σκέψη και την αφοσίωσή της στην κοινωνική δικαιοσύνη. Με την εντυπωσιακή της πνευματική διαδρομή, επιχείρησε να εξερευνήσει την ανθρώπινη ύπαρξη, τον πόνο και την αγάπη, καταθέτοντας μια μοναδική οπτική στη σύνθεση της πνευματικότητας και της φιλοσοφίας.
Ένα από τα κεντρικά θέματα στη σκέψη της είναι η έννοια της πνευματικής γνώσης, η οποία, κατά την άποψή της, δεν περιορίζεται σε συγκεκριμένα θρησκευτικά δόγματα ή παραδοχές. Αντιθέτως, είναι μια ευρύτερη αναζήτηση της αλήθειας, που συνδέεται με την εσωτερική εμπειρία και την προσωπική αντίληψη του κόσμου. Η Βέιλ προτείνει ότι η αληθινή πνευματικότητα αναδύεται μέσα από την κατανόηση και την αποδοχή του πόνου και της δυστυχίας, αναγνωρίζοντας τη σημασία αυτών των εμπειριών για την ανθρώπινη ανάπτυξη.
Η φιλοσοφία της εστιάζει επίσης στη δύναμη της συμπόνιας και της αλληλεγγύης, τονίζοντας την ανάγκη να συνδεθούμε με τους άλλους ανθρώπους και να αναγνωρίσουμε την κοινή μας ανθρώπινη κατάσταση. Με αυτή την προσέγγιση, η Βέιλ αναδεικνύει την πνευματική διάσταση της ύπαρξης, η οποία δεν απαιτεί πίστη σε συγκεκριμένα θρησκευτικά συστήματα, αλλά επιτρέπει στους ανθρώπους να αναζητούν την αλήθεια μέσα από τις προσωπικές τους εμπειρίες και τις σχέσεις τους.
Αυτή η ανεξάρτητη και στοχαστική προσέγγιση της υπέρτατης γνώσης καθιστά τη Σιμόν Βέιλ μια διαχρονική μορφή σκέψης, που συνεχίζει να εμπνέει και να προκαλεί το ενδιαφέρον για τη σύνθεση του πνευματικού και του υλικού κόσμου.
Πολύ πριν οι επιστήμονες αποκτήσουν εμπειρικά στοιχεία για τους εκπληκτικούς τρόπους με τους οποίους ο νους μας επηρεάζει το σώμα μας, η Γαλλίδα φιλόσοφος και πολιτική ακτιβίστρια Σιμόν Βέιλ (3 Φεβρουαρίου 1909 – 24 Αυγούστου 1943) — μία από τις πιο αξιοσημείωτες στοχάστριες του περασμένου αιώνα, την οποία ο Αλμπέρ Καμύ εύστοχα αποκάλεσε «το μόνο μεγάλο πνεύμα της εποχής μας» — διερεύνησε τη λεπτή σχέση μεταξύ της σωματικής και πνευματικής μας οδύνης, μεταξύ της αγωνίας του υλικού σώματος και της ψυχής.
Λίγους μήνες πριν από τον οδυνηρό, αλλά στωικό θάνατό της από φυματίωση — παρά τη διάγνωσή της και τις ρητές εντολές του γιατρού της να τρώει επαρκώς, η Βέιλ κατανάλωνε μόνο ό,τι δινόταν με δελτίο στους συμπατριώτες της υπό τη γερμανική κατοχή, σε μια αξιοσημείωτη πράξη αλληλεγγύης, που τελικά οδήγησε σε θανατηφόρο υποσιτισμό — στράφηκε στο πρόβλημα του πόνου στα Πρώτα και Τελευταία Σημειωματάρια (δημόσια βιβλιοθήκη), το ίδιο σπάνιο έργο που μας έδωσε τις απόψεις της Βέιλ για τον πειρασμό και το κλειδί της πειθαρχίας.
Σε ένα απόσπασμα από τα τέλη του 1942, η Βέιλ εξετάζει πώς η ενστικτώδης αντίδρασή μας στον πόνο συχνά εντείνει την οδύνη μας:
Ο τρόπος να αξιοποιηθεί ο σωματικός πόνος. Όταν υποφέρουμε, ανεξαρτήτως της έντασης του πόνου, όταν σχεδόν ολόκληρη η ψυχή μέσα της φωνάζει «Κάν’ το να σταματήσει, δεν αντέχω άλλο», ένα μέρος της ψυχής, ακόμα κι αν είναι ελάχιστο, θα πρέπει να λέει: «Συναινώ στο να συνεχιστεί αυτό για όλη την αιωνιότητα, αν η πνευματική σοφία το επιτάσσει». Η ψυχή τότε διχάζεται στα δύο. Διότι το μέρος της ψυχής που αισθάνεται φυσικά — τουλάχιστον κάποιες φορές — αδυνατεί να συναινέσει στον πόνο. Αυτός ο διχασμός της ψυχής γίνεται ένας δεύτερος πόνος, φιλοσοφικός, ακόμη πιο οξύς από τον σωματικό πόνο που τον προκαλεί.
Υπάρχει σχεδόν ένας βουδιστικός τόνος στην επιμονή της Βέιλ να αποδεχόμαστε τα πάντα όπως είναι, χωρίς να επιτείνουμε τον πόνο με το «δεύτερο βέλος» — την τάση μας να αντιστεκόμαστε σε κάθε δυσάρεστο γεγονός και να το κρίνουμε ως ένα είδος προσωπικής αποτυχίας, το οποίο, με τη σειρά του, οδηγεί σε μια ακόμη βαθύτερη αίσθηση δυσαρέσκειας. Αυτό θυμίζει αμέσως την κινεζική φιλοσοφία του wu-wei και τα διάσημα λόγια του Ρίλκε — «Άσε τα πάντα να συμβούν μέσα σου: ομορφιά και τρόμος».
Πηγή: https://www.everypixel.com/image-6871402083913740280
Πράγματι, η φιλοσοφία της Βέιλ για τον πόνο αγκαλιάζει την «πληρότητα» του Ρίλκε — την επεκτείνει πέρα από τον σωματικό πόνο και σε άλλες μορφές σωματικής και πνευματικής δυσφορίας, που συνηθίζουμε να επιτείνουμε σφίγγοντας τον εαυτό μας με αντίσταση προς το δυσάρεστο:
Μια παρόμοια χρήση μπορεί να γίνει με την πείνα, την κόπωση, τον φόβο και οτιδήποτε υποχρεώνει το αισθητό κομμάτι της ψυχής να φωνάξει: Δεν αντέχω άλλο! Κάν’ το να σταματήσει! Θα πρέπει να υπάρχει κάτι μέσα μας που να απαντά: Συναινώ στο να συνεχιστεί αυτό μέχρι τη στιγμή του θανάτου, ή ακόμη και να μην τελειώσει τότε, αλλά να συνεχιστεί για πάντα. Τότε είναι που η ψυχή διχάζεται σαν από δίκοπο σπαθί.
Το να αξιοποιούμε με αυτόν τον τρόπο τα βάσανα που η τύχη μας επιβάλλει είναι καλύτερο από το να επιβάλλουμε πειθαρχία στον εαυτό μας.
Τα Πρώτα και Τελευταία Σημειωματάρια της Βέιλ, όσο δύσκολο κι αν είναι να τα βρει κανείς, παραμένουν μια βαθιά ανάγνωση από την αρχή έως το τέλος — μια έντονα προσωπική ματιά σε ένα από τα πιο σημαντικά πνεύματα του εικοστού αιώνα, οι ιδέες του οποίου επηρέασαν σπουδαίες μορφές, όπως τη Σούζαν Σόνταγκ, την Ίρις Μέρντοχ, τη Φλάνερι Ο’Κόνορ και τον Κορνέλ Γουέστ. Συμπληρώστε αυτό το συγκεκριμένο απόσπασμα με τον προβληματισμό του Κ.Σ. Λιούις για το πώς ο πόνος προσδίδει πράξη στη ζωή και του Νίτσε για το γιατί μια πλήρης ζωή απαιτεί την αποδοχή του πόνου αντί για τη φυγή από αυτόν.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ & ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΟΓΙΑΝΝΗ – ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ – ΕΚΠΑΙΔΕΥΟΜΕΝΗ ΣΤΗ ΣΥΣΤΗΜΙΚΗ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ