Τοποθέτηση στην εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή

Ένα διαλογικό μοντέλο που βασίζεται στη Θεμελιωμένη Θεωρία για την ανάλυση των αντανακλάσεων του θεραπευτή
Peter Rober, K.U. Leuven, Belgium
Robert Elliott, University of Toledo, U.S.A.
Ann Buysse, Ghent University, Belgium
Gerrit Loots, Vrije Universiteit Brussel, Belgium
Kim De Corte, Ghent University, Belgium
Μετάφραση -προσαρμογή : Νατάσσα Παπαδοπούλου – ψυχολόγος (εκπαιδευόμενη στην συστημική ψυχοθεραπεία)
ΣΥΝΟΨΗ
Δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε πιάσει τον εαυτό μας να συνομιλεί, να απαντά, να διαφωνεί, να διερωτάται, κυρίως όταν είναι απορροφημένος σε μια σκέψη ή μια διαδικασία. Είναι γνωστό πως οι περισσότεροι άνθρωποι, αρκετά συχνά, αναπτύσσουν μια εσωτερική συνομιλία που τους βοηθά να συγκεντρωθούν, να κατανοήσουν ποιες ακριβώς είναι οι ανησυχίες τους και, ίσως, να οδηγηθούν σε ένα αποτέλεσμα. Το ίδιο φαίνεται να συμβαίνει και σε ένα θεραπευτή, κατά τη διάρκεια μιας συνεδρίας, μιας και έχει ανάγκη να υπενθυμίσει στον εαυτό του πράγματα, να επεξεργαστεί όσα ακούει και να παραμείνει επικεντρωμένος στη θεραπευτική διαδικασία. Σε όλα αυτά, αναλυτικότερα, αναφέρεται το παρακάτω επιστημονικό άρθρο των Rober, Elliot, Buysse, Loots και De Corte.
Πιο συγκεκριμένα, θέλοντας να δουν πως λειτουργεί η εσωτερική συνομιλία ενός θεραπευτή, πάνε ένα βήμα παραπέρα μέσω της Θεμελιωμένης Θεωρίας και των ερευνών που βασίστηκαν πάνω σε αυτή. Όταν μιλάμε για Θεμελιωμένη Θεωρία, σύμφωνα με τον Strauss, αναφερόμαστε σε μια θεωρία που «αναπτύσσεται επαγωγικά μέσα από ένα σώμα δεδομένων». Με αυτόν τον τρόπο, λοιπόν, καταφέρνουν να περάσουν σε ένα μοντέλο με τέσσερις θέσεις, οι οποίες αντιπροσωπεύουν και τις ανησυχίες του θεραπευτή κατά τη διάρκεια της θεραπευτικής διεργασίας, αλλά και να εισάγουν τον όρο του «Positioning», της τοποθέτησης του εαυτού δηλαδή, στις διαφορετικές θέσεις (φωνές) που δημιουργούνται κάθε στιγμή και στον διαχωρισμό τους. Μέσα από τα ευρήματά τους, φαίνεται να μιλάμε για ένα πλούσιο πεδίο με πολλές δυνατότητες για διεύρυνση. Ωστόσο, αυτή η έρευνα, είναι μια καλή εισαγωγή για να κατανοήσουμε τι συμβαίνει μέσα μας και πως μπορούμε να προχωρήσουμε, αν βρούμε αδιέξοδο στις ίδιες μας τις σκέψεις.
*Είναι σημαντικό, όπου επισημαίνεται, να διαβάζετε το άρθρο παράλληλα με τα αποσπάσματα και τα ευρήματα των πινάκων που παρατίθενται στο τέλος του άρθρου.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ
Τα τελευταία χρόνια έχει αναδυθεί μια διαλογική προοπτική στο πεδίο της οικογενειακής θεραπείας όπου η εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή εννοείται ως ένας διαλογικός εαυτός. Σε αυτή τη μελέτη αναλύουμε τα δεδομένα μιας έρευνας βασισμένης στη θεμελιωμένη θεωρία των στοχασμών του θεραπευτή και απεικονίζουμε τον εαυτό του θεραπευτή ως μια δυναμική πολλαπλότητα εσωτερικών θέσεων που ενσωματώνονται ως φωνές, έχοντας διαλογικές σχέσεις με όρους ερωτήσεων και απαντήσεων ή συμφωνίας και διαφωνίας. Προτείνουμε ένα περιγραφικό μοντέλο της εσωτερικής συνομιλίας του θεραπευτή με τέσσερις θέσεις. Σε αυτό το μοντέλο, καθεμία από τις τέσσερις θέσεις αντιπροσωπεύει μια ανησυχία του θεραπευτή: παρακολούθηση της διαδικασίας του πελάτη, επεξεργασία της ιστορίας του πελάτη, εστίαση στην εμπειρία του ίδιου του θεραπευτή και διαχείριση της θεραπευτικής διαδικασίας. Λεπτομερείς αναλύσεις χρονογραφημάτων των στοχασμών του θεραπευτή απεικονίζουν το μοντέλο και εξετάζονται οι επιπτώσεις αυτού του μοντέλου για εκπαίδευση και επίβλεψη.
ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΣΤΟΝ ΔΙΑΛΟΓΙΚΟ ΕΑΥΤΟ
Τα τελευταία χρόνια έχει αναδυθεί μια διαλογική προοπτική στο πεδίο της οικογενειακής θεραπείας (π.χ. Seikkula, 2002, Seikkula & Olson, 2003, Rober, 2002, 2004, 2005). Από αυτή την άποψη, εμπνευσμένοι από την αντίληψη του Bakhtin για τον διαλογικό εαυτό ως πολυφωνία εσωτερικών φωνών (Bakhtin, 1981, 1984; Morson & Emerson, 1990), ορισμένοι οικογενειακοί θεραπευτές έχουν περιγράψει τον εαυτό του θεραπευτή ως έναν εσωτερικό διάλογο (π.χ. Anderson & Goolishian, 1988; Andersen, 1995; Anderson, 1997; Rober, 1999; 2002; 2005). Αυτός ο διάλογος έχει ονομαστεί η εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή (Rober, 2002; 2005).
Η περιγραφή της εσωτερικής συνομιλίας του θεραπευτή ως πολυφωνίας εσωτερικών θέσεων υποδηλώνει ότι ο εαυτός του θεραπευτή θεωρείται διαλογικής φύσης (Hermans, 2004a, 2004b· Rober, 2005). Αναφερόμενος στην κλασική διάκριση του Γουίλιαμ Τζέιμς μεταξύ του Εγώ και του Εμένα (James, 1890), αυτός ο διαλογικός εαυτός μπορεί να απεικονιστεί ως μια πολλαπλότητα θέσεων Εγώ (I-positions), (Hermans, 2004a, 2004b): Είναι «μια δυναμική πολλαπλότητα θέσεων (φωνών) στο τοπίο του μυαλού, συνυφασμένες, όπως είναι αυτό το μυαλό με το μυαλό άλλων ανθρώπων». (Hermans, 2004a, σελ.176). Ο Hermans (2004b) περιγράφει τον εαυτό με χωρικούς όρους: «…ο εαυτός αποτελείται από μια ποικιλία χωρικών θέσεων και σχετίζεται με τις θέσεις των άλλων εαυτών» (σελ. 18) Σύμφωνα με τον Hermans το Εγώ κινείται από θέση σε θέση, όπως συμβαίνει σε έναν χώρο, ανάλογα με το πλαίσιο: «Το Εγώ (I) κυμαίνεται ανάμεσα σε διαφορετικές και μάλιστα αντίθετες θέσεις. Οι φωνές λειτουργούν σαν αλληλεπιδρώντες χαρακτήρες σε μια ιστορία. Από τη στιγμή που ένας χαρακτήρας τίθεται σε κίνηση σε μια ιστορία, αποκτά τη δική του ζωή και έτσι αναλαμβάνει μια ορισμένη αφηγηματική αναγκαιότητα».
Η χρήση της χωρικής μεταφοράς «θέση» από τον Hermans είναι σημαντική εδώ. Το «Positioning», η τοποθέτηση δηλαδή, εστιάζει στις δυναμικές πτυχές των συναντήσεων και αντικαθιστά την παραδοσιακή έννοια του «ρόλου», με τις στατικές, τυπικές και τελετουργικές συνδηλώσεις του (Davis & Harré, 1990): «Με την τοποθέτηση, η εστίαση είναι στον τρόπο με τον οποίο οι πρακτικές του λόγου διέπουν τους ομιλητές και τους ακροατές με συγκεκριμένους τρόπους και όμως ταυτόχρονα είναι μια πηγή μέσω της οποίας ομιλητές και ακροατές διαπραγματεύονται νέες θέσεις». (Davis & Harré, 1990, σελ. 14) Βγάζοντας την έννοια της τοποθέτησης από τα όρια του διαπροσωπικού τομέα και επεκτείνοντάς την για χρήση στον ενδοπροσωπικό τομέα, ο Moghaddam (1999) χρησιμοποιεί τον όρο «ανακλαστική τοποθέτηση» (σελ. 74). , αναφερόμενος στη διαδικασία με την οποία τα άτομα τοποθετούνται σe προσωπικές ιστορίες που ξετυλίγονται σε μια εσωτερική συνομιλία με τον εαυτό τους.
Σε προηγούμενες δημοσιεύσεις, με βάση τη δουλειά μας ως κλινικοί και εκπαιδευτές (Rober, 1999; 2005), χρησιμοποιήσαμε την έννοια του διαλογικού εαυτού για να περιγράψουμε την εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή και διακρίναμε τις εσωτερικές φωνές του, που αντικατοπτρίζουν τη θέση του βιωματικού εαυτού του θεραπευτή από τις εσωτερικές φωνές που αντικατοπτρίζουν τη θέση του επαγγελματικού του εαυτού:
1. Ο βιωμένος εαυτός αναφέρεται στις παρατηρήσεις του θεραπευτή της άμεσης κατάστασης καθώς και στις αναμνήσεις, τις εικόνες και τις φαντασιώσεις που ενεργοποιούνται από αυτό που παρατηρεί ο θεραπευτής. Κατά μία έννοια, ο βιωμένος εαυτός συνεπάγεται μια δεκτικότητα στο εδώ και τώρα που δεν γνωρίζει τις ιστορίες του πελάτη, καθώς και στο τι διακινείται από αυτές τις ιστορίες στον θεραπευτή.
- 2. Ο επαγγελματικός εαυτός περιλαμβάνει την υποθετικότητα του θεραπευτή (Rober, 2002) και την προετοιμασία των απαντήσεων στη συνεδρία. Από θέση παρατηρητή προς τον βιωμένο εαυτό, ο θεραπευτής προσπαθεί να κατανοήσει τις εμπειρίες του/της δομώντας τις παρατηρήσεις και προσπαθώντας να κατανοήσει τι συμβαίνει στην οικογένεια και στη συζήτηση.
Με αυτόν τον τρόπο, έχουμε περιγράψει την εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή ως έναν διάλογο μεταξύ της θέσης του εαυτού που βιώνει και της θέσης του επαγγελματικού εαυτού (Rober, 2005). Η δυναμική αλληλεπίδραση μεταξύ των εσωτερικών φωνών παραλληλίζεται με τις ενέργειες του θεραπευτή στην εξωτερική συνομιλία με τον πελάτη, όπου μερικές φορές βρίσκει έκφραση σε ερωτήσεις ή παρεμβάσεις, ενώ άλλες φορές είναι σιωπηρή, μένοντας έτσι άρρητη ή ανέκφραστη στον εξωτερικό διάλογο.
Σε αυτό το άρθρο επεκτείνουμε την εξερεύνηση του εαυτού του θεραπευτή ως έναν εσωτερικό διάλογο χρησιμοποιώντας ορισμένα από τα δεδομένα από μια ανάλυση θεμελιωμένης θεωρίας των στοχασμών του θεραπευτή. Επιλέξαμε αυτή την προσέγγιση επειδή εφαρμόζεται ευρέως, είναι ευέλικτη, επιτρέπει κάποια ήπια οργανωτική επιρροή από την υπάρχουσα θεωρία. Η μέθοδος είναι συνεπής με τη σύγχρονη θεωρία της οικογενειακής θεραπείας επειδή, τουλάχιστον σε ορισμένες παραλλαγές (π.χ. Charmaz, 2006), είναι γενικά κονστρουκτιβιστική και ερμηνευτική, ενώ εξακολουθεί να αναγνωρίζει τη σημασία της προσεκτικής ανάλυσης. Ωστόσο, προτού εστιάσουμε στην εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή, μπορεί να είναι απαραίτητο να περιγράψουμε τα αποτελέσματα της έρευνας με βάση τη θεμελιωμένη θεωρία, για τις αντανακλάσεις του θεραπευτή.
ΜΙΑ ΕΡΕΥΝΑ ΘΕΜΕΛΙΩΤΙΚΗΣ ΘΕΩΡΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΤΑΝΑΚΛΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΘΕΡΑΠΕΥΤΗ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΜΙΑ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣ
Μελετήσαμε τις αντανακλάσεις των θεραπευτών κατά τη διάρκεια συνεδριών με μια φοιτήτρια σε ρόλο θεραπευόμενης, όπου παρουσίαζε προσωπικά, σχεσιακά και οικογενειακά προβλήματα. Οι συνεδρίες με ρόλους, ηχογραφήθηκαν σε βιντεοκασέτα σε αίθουσα βίντεο στη σχολή Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Γάνδης (Βέλγιο). Σε αυτή τη μελέτη συμμετείχαν δώδεκα έμπειροι οικογενειακοί θεραπευτές: ψυχολόγοι ή κοινωνικοί λειτουργοί με εκπαίδευση στη συζυγική και οικογενειακή θεραπεία, που πληρούσαν τα κριτήρια που θέτει η BVRGS (Βελγική Ένωση Συζυγικής και Οικογενειακής Θεραπείας). Ο μέσος όρος ηλικίας των θεραπευτών ήταν τα 45 έτη. Έξι από τους δώδεκα συμμετέχοντες θεραπευτές ήταν αδειούχοι εκπαιδευτές οικογενειακής θεραπείας. Οι θεραπευτές προσφέρθηκαν εθελοντικά να συμμετάσχουν σε αυτήν την έρευνα, ως απάντηση σε ερευνητικές ανακοινώσεις από επαγγελματικούς συλλόγους οικογενειακής θεραπείας (BVRGS, Feelings & Context, Kern). Η πελάτης ήταν μια 22χρονη διδακτορική φοιτήτρια, που έπαιζε το ρόλο της θεραπευόμενης. Της δόθηκε ένα από τα τρία σενάρια για κάθε πελάτη που έπρεπε να παίξει. Τα σενάρια ανατέθηκαν τυχαία στους θεραπευτές. Και τα τρία σενάρια αφορούσαν μια 19χρονη φοιτήτρια που είχε τηλεφωνήσει για ραντεβού. Παρουσίαζε προσωπικές, αλλά και οικογενειακές δυσκολίες. Ζητήθηκε από τους θεραπευτές να κάνουν μια πρώτη συνεδρία, σαν να ήθελε ο πελάτης θεραπεία σε περιβάλλον εξωτερικών ιατρείων. Οι συνεδρίες διήρκησαν μεταξύ 30 και 40 λεπτών.
Ηθικά ζητήματα
Επιλέξαμε να συνεργαστούμε με μια πελάτη που παίζει ρόλο για ηθικούς λόγους:
θέλαμε να προστατεύσουμε τους πραγματικούς πελάτες από οποιαδήποτε βλάβη μπορεί να έχει ένας ερευνητικός προσανατολισμός στις θεραπευτικές υπηρεσίες που λάμβαναν. Οι συμμετέχοντες θεραπευτές είχαν επίγνωση ότι έκαναν ένα παιχνίδι ρόλων με μια διδακτορική φοιτήτρια που προσποιούνταν μια πελάτισσα. Γνώριζαν επίσης ότι η συνεδρία θα μαγνητοσκοπηθεί, θα μεταγραφόταν, θα αναλυόταν και θα χρησιμοποιηθεί σε επιστημονικές δημοσιεύσεις. Συμπλήρωσαν ένα ενημερωμένο έντυπο συγκατάθεσης, σύμφωνα με τις ηθικές απαιτήσεις του Πανεπιστημίου της Γάνδης, και η μελέτη εγκρίθηκε από το πανεπιστήμιο. Προκειμένου να προστατευθεί το απόρρητο των συμμετεχόντων θεραπευτών τους έχουν δοθεί ψευδώνυμα (Κυρία Πορτοκαλί, Κύριος Μαύρος, Κυρία Λευκός κ.λπ.) από την αρχή της έρευνας και καθ’ όλη τη διάρκεια της ερευνητικής διαδικασίας. Μόνο ο πρώτος συγγραφέας (P.R.) γνωρίζει τα πραγματικά ονόματα των συμμετεχόντων θεραπευτών.
Εγγραφή βίντεο
Η προσομοίωση της συνεδρίας διήρκεσε από 30 έως 40 λεπτά και μαγνητοσκοπήθηκε. Μετά από τριάντα λεπτά ακούστηκε ένα ακουστικό σήμα προς τον θεραπευτή που έδειχνε ότι ήταν ώρα να τελειώσει η συνεδρία. Στη συνέχεια, ο θεραπευτής χρειάστηκε λίγα λεπτά για να ολοκληρώσει τη συνεδρία, να κλείσει ένα νέο ραντεβού και να την αποχαιρετήσει. Στη συνέχεια, χρησιμοποιήσαμε μια διαδικασία ανάκλησης με τη βοήθεια ταινίας (Kagan, 1975; Elliott, 1986). Οι διαδικασίες ανάκλησης με τη βοήθεια ταινίας χρησιμοποιούνται συνήθως στην έρευνα διεργασιών (π.χ. Elliott, 1986; Gale, Odell & Nagireddy, 1995; Rennie, 1994; Rober, Van Eesbeek & Elliott 2006) ως τρόπος πρόσβασης στην εμπειρία του πελάτη ή του θεραπευτή. Στη μελέτη αυτή, ο ερευνητής πήγε τον θεραπευτή στην αίθουσα αναπαραγωγής βίντεο. Η ηχογράφηση της συνεδρίας αναπαράχθηκε, ως ένας τρόπος να διεγείρει την ανάμνηση του θεραπευτή για όσα βίωνε κατά τη διάρκεια της συνεδρίας. Κάθε 45 δευτερόλεπτα, η κασέτα σταματούσε και ζητήθηκε από τον θεραπευτή να γράψει σε έναν φορητό υπολογιστή όλες τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις εμπειρίες που θυμήθηκε ότι είχε σε εκείνο το σημείο της συνεδρίας. Έγινε σαφές στους θεραπευτές ότι δεν χρειαζόταν να δώσουν αναδρομικές σκέψεις, αλλά ότι θα έπρεπε να προσπαθήσουν να ανακαλέσουν όσα είχαν βιώσει κατά τη διάρκεια της συνεδρίας. Με αυτόν τον τρόπο, θα μπορούσαμε να λάβουμε περιγραφές των εμπειριών του θεραπευτή σε συγκεκριμένες στιγμές κατά τη διάρκεια της συνεδρίας.
Οι βιντεοκασέτες της συνεδρίας μεταγράφηκαν από μεταπτυχιακούς φοιτητές υπό την επίβλεψη του πρώτου συγγραφέα. Ο πρώτος συγγραφέας πρόσθεσε τις σημειώσεις της ανάκλησης του θεραπευτή με τη βοήθεια ταινίας στη απομαγνητοφώνηση σε μια δεύτερη στήλη, έτσι ώστε οι σημειώσεις του θεραπευτή να τοποθετηθούν δίπλα στη σειρά συνεδρίας στην οποία αναφέρονταν. Σε αυτή τη μελέτη, αναλύσαμε τις σημειώσεις ανάκλησης με τη βοήθεια ταινίας που έγιναν από τον θεραπευτή.
Ανάλυση με βάση τη θεμελιωμένη θεωρία
Η ανάλυση θεμελιωμένης θεωρίας (GTA) χρησιμοποιήθηκε για την ανάλυση των μεταγραφών των συνεδριών ανάκλησης. Εδώ εμπνευστήκαμε από τη δουλειά του David Rennie που έκανε ένα GTA της εμπειρίας του πελάτη από μια συνεδρία ψυχοθεραπείας (Rennie, 1990; 1992; 1994). Θέλαμε να κάνουμε το ίδιο για την εμπειρία του θεραπευτή. Το GTA αναπτύχθηκε αρχικά από δύο Αμερικανούς κοινωνιολόγους, τον Barney Glaser και τον Anselm Strauss (1967) ως μια γενική μέθοδος για την ανάπτυξη θεωρίας που βασίζεται σε δεδομένα που συλλέγονται συστηματικά και αναλύονται (Strauss & Corbin, 1994). Αντί να δοκιμάζει προϋπάρχουσες θεωρητικές υποθέσεις , ανέδειξε το GTA: Στόχος του είναι να αναπτύξει κατηγορίες από τα δεδομένα, οδηγώντας στη δημιουργία θεωρίας που βασίζεται στα δεδομένα. Το GTA θεωρείται συχνά μια καλή μέθοδος για μια αρχική εξερεύνηση ενός νέου, όχι τόσο ανεπτυγμένου θεωρητικά, τομέα (Burck, 2005· McLeod, 2001· Charmaz, 1995).
Ανάλυση δεδομένων
Οι μεταγραφές χωρίστηκαν σε ενότητες νοημάτων, καθεμία από τις οποίες περιείχε μια πλήρη ιδέα του θεραπευτή. Οι μονάδες νοήματος κωδικοποιήθηκαν γραμμή προς γραμμή από τον πρώτο συγγραφέα, χρησιμοποιώντας το λογισμικό Max Qda. Προσδιορίστηκαν περιγραφικές κατηγορίες και στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος σταθερής σύγκρισης (Glaser & Strauss, 1967; Strauss & Corbin, 1998), συγκρίνοντας συνεχώς μονάδες νοημάτων και κατηγορίες για ομοιότητες και διαφορές. Αυτή η μέθοδος χρησιμοποιήθηκε σε όλες τις μεταγραφές μία προς μία μέχρι να επιτευχθεί ο θεωρητικός κορεσμός: Αυτό σημαίνει ότι η ανάλυση μιας νέας απομαγνητοφώνησης δεν δημιούργησε νέες κατηγορίες ή δεν βοήθησε στην επεξεργασία των υπαρχουσών κατηγοριών (Charmaz, Positioning in the therapist’s inner talk.020 8 2006; Strauss & Corbin, 1998 ). Η συνεχής σύγκριση των δεδομένων οδήγησε σε μια λίστα με κατηγορίες και υποκατηγορίες, οργανωμένες σε μια ιεραρχική δομή, όπου οι κατηγορίες χαμηλότερης τάξης είναι ιδιότητες ή περιπτώσεις κατηγοριών υψηλότερης τάξης. Οι κατηγορίες υψηλότερης τάξης είναι τομείς, δηλαδή ευρείες κατηγορίες οργάνωσης. Αυτοί οι τομείς αποτελούν ένα γενικό επίσημο πλαίσιο για το υπό μελέτη φαινόμενο.
Εξωτερικοί ελεγκτές
Ως έλεγχος της αξιοπιστίας της ανάλυσης του πρώτου συγγραφέα, χρησιμοποιήθηκε μια διαδικασία ελέγχου (Elliott, 2004; Hill, Thompson & Nutt-Williams, 1997). Τρεις έμπειροι ερευνητές από τρία διαφορετικά πανεπιστήμια (Robert Elliott, Gerrit Loots και Ann Buysse) ήταν εξωτερικοί ελεγκτές που εξέτασαν τις αναλύσεις του πρώτου συγγραφέα και παρείχαν σχόλια. Όταν ο πρώτος συγγραφέας ολοκλήρωσε την κωδικοποίηση των νοηματικών μονάδων, έκανε μια λεπτομερή αναφορά σε έναν από τους ελεγκτές (Robert Elliott) στην οποία παρουσιάστηκε το σύστημα κατηγοριών, περιγράφοντας όλες τις κατηγορίες, συμπεριλαμβανομένων όλων των ενοτήτων νοήματος (στα Ολλανδικά με αγγλικές μεταφράσεις) που ανήκουν σε κατηγορίες. Αυτός ο ελεγκτής διάβασε προσεκτικά την έκθεση και εξέτασε τη συνολική δομή της κατηγορίας για συνοχή/συνέπεια καθώς και για μη πλεονασμό. Στη συνέχεια διάβασε όλες τις νοηματικές μονάδες για να βεβαιωθεί (α) ότι ταιριάζουν στην κατηγορία στην οποία βρίσκονταν και (β) ότι δεν ανήκαν επίσης κάπου αλλού. Οι αρχικές μεταγραφές των συνεδριών χρησιμοποιήθηκαν ως αναφορά σε περίπτωση που ο ελεγκτής χρειαζόταν να αναζητήσει κάτι που δεν είχε νόημα εκτός πλαισίου. Στη συνέχεια, ο πρώτος συγγραφέας χρησιμοποίησε την ανατροφοδότηση του ελεγκτή για να τροποποιήσει το σύστημα κατηγοριών και την ανάθεση των νοηματικών μονάδων. Στη συνέχεια έκανε μια νέα αναφορά που ενσωματώνει τα σχόλια και εισηγήσεις του ελεγκτή. Αυτή η έκθεση στάλθηκε σε όλους τους ελεγκτές (Robert Elliott, Gerrit Loots και Ann Buysse). Το εξέτασαν ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο και έδωσαν σχόλια στον πρώτο συγγραφέας. Αυτό χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή μιας τελικής έκθεσης, η οποία ενσωματώνει τα σχόλια των τριών ελεγκτών. Η έκθεση αυτή στάλθηκε στη συνέχεια στους ελεγκτές για τελική έγκριση.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
Οι κατηγορίες
Στο GTA, ο θεωρητικός κορεσμός επιτεύχθηκε μετά από ανάλυση των μεταγραφών από οχτώ (τυχαία επιλεγμένους) θεραπευτές. Τα αντίγραφα των άλλων τεσσάρων θεραπευτών δεν χρησιμοποιήθηκαν στις αναλύσεις, αλλά αργότερα χρησιμοποιήθηκαν για τον έλεγχο της πληρότητας της δομής της κατηγορίας. Η μελέτη μας κατέληξε σε μια ταξινόμηση 282 διαφορετικών κωδίκων σε μια ιεραρχική δομή δέντρου έξι επιπέδων.
Έχουν διακριθεί τέσσερις γενικοί τομείς κατηγοριών στοχασμών:
1. Παρακολούθηση της διαδικασίας του πελάτη: Αυτό αναφέρεται στην εστίαση και την προσπάθεια του θεραπευτή να συνδεθεί με την προσωπική διαδικασία του πελάτη στο εδώ και τώρα της συνεδρίας.
Η προσοχή είναι στον πελάτη.
2. Επεξεργασία της ιστορίας του πελάτη: Αυτό αναφέρεται στην επεξεργασία του περιεχομένου από τον θεραπευτή στην ιστορία του πελάτη για το εκεί και το τότε (τον κόσμο έξω από τη συνεδρία).
3. Εστίαση στην εμπειρία του ίδιου του θεραπευτή: Αυτό αναφέρεται στον θεραπευτή ως ζωντανό άνθρωπο που βιώνει (συναισθήματα, προβληματισμό, αυτοσυζήτηση κ.λπ.) στο εδώ και τώρα της συνεδρίας.
4. Διαχείριση της θεραπευτικής διαδικασίας: Αυτός είναι ο τομέας της διαχείρισης της διαδικασίας από τον θεραπευτή από την οπτική της ευθύνης του/της ως θεραπευτή: φροντίδα του θεραπευτικού πλαισίου, βοήθεια του πελάτη στην αφήγηση της ιστορίας του και προβληματισμός για τη θεραπευτική παρεμβάσεις. Ο θεραπευτής επικεντρώνεται στο τι μπορεί να κάνει για να βοηθήσει τον πελάτη.
Ένα γενικό μοντέλο
Στη θεμελιωμένη θεωρία, οι κατηγορίες συχνά οργανώνονται γύρω από μια κεντρική επεξηγηματική έννοια που ονομάζεται κεντρική κατηγορία ή βασική κατηγορία (Strauss & Corbin, 1998). Οι κύριες κατηγορίες σχετίζονται με αυτήν την κεντρική κατηγορία, η οποία αποτυπώνει την ουσία του υπό μελέτη φαινομένου. Στη μελέτη αυτή, δεν βρέθηκε μια κατάλληλη βασική κατηγορία, πιθανώς λόγω του εύρους και της πολυπλοκότητας του θέματος της εσωτερικής συνομιλίας. Καθένας από τους τομείς φαινόταν να είναι ένας πυρήνας – κατηγορία από μόνη της, καθώς η καθεμία φαίνεται να είναι απαραίτητη για την αποτελεσματική λειτουργία του θεραπευτή στη συνεδρία. Ως αποτέλεσμα, σταματήσαμε να αναζητούμε μια ενιαία βασική κατηγορία και, αντ’ αυτού, επικεντρωθήκαμε στην ανάπτυξη ενός γενικού περιγραφικού μοντέλου της εσωτερικής συνομιλίας του θεραπευτή που συνδέει τους τέσσερις κύριους τομείς.
Είναι χρήσιμο να βλέπετε τους τομείς 1, 2 και 3 που αναφέραμε πιο πάνω, ως παράλληλες διαδρομές. Φαίνονται να είναι διαφορετικά, αλλά συνυφασμένα κανάλια επικοινωνίας: η έμφαση δίνεται στην αντίληψη και την επεξεργασία των πληροφοριών. Ο τομέας 4 είναι διαφορετικός. Η έμφαση σε αυτόν τον τομέα είναι στην ενσωμάτωση και διαχείριση πληροφοριών από τις τρεις πηγές παρατήρησης (διαδικασία πελάτη, ιστορία του πελάτη, βιώματα θεραπευτή ). Ο τομέας 4 είναι ρητά προσανατολισμένος στη δράση και περιλαμβάνει τη δέσμευση του θεραπευτή και τις προσπάθειες να χρησιμοποιηθούν αυτές οι πληροφορίες στην εξωτερική συνομιλία προκειμένου να βοηθηθεί ο πελάτης (δημιουργώντας έναν ασφαλή θεραπευτικό χώρο, βοηθώντας την αφήγηση ιστορίας του πελάτη και πραγματοποιώντας χρήσιμες παρεμβάσεις).
Οι τέσσερις τομείς συνδέονται μεταξύ τους με διάφορους τρόπους. Η διαχείριση της θεραπευτικής διαδικασίας (4) συνδέεται τόσο με την παρακολούθηση της διαδικασίας του πελάτη (1) όσο και με την επεξεργασία της ιστορίας του πελάτη (2), και με την εστίαση στην εμπειρία του θεραπευτή (3). Αυτό το μοντέλο είναι κυκλικό. Στην εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή, κάθε κατηγορία στοχασμών μπορεί να είναι πρώτη, αλλά κάθε κατηγορία μπορεί επίσης να είναι τελευταία στον θεραπευτικό τρόπο σκέψης.
Η εστίαση του θεραπευτή στη θεραπευτική δράση (τομέας 4), για παράδειγμα, μπορεί να είναι το πρώτο βήμα της διαδικασίας, που οδηγεί σε θεραπευτική δράση και κατά συνέπεια σε αντίδραση από τον πελάτη που μπορεί να παρατηρηθεί. Ωστόσο, μπορεί επίσης να είναι το τελευταίο βήμα σε μια διαδικασία που ξεκινά με ακρόαση και παρατήρηση, ακολουθούμενη από βιωματική ολοκλήρωση, οδηγώντας σε προβληματισμούς σχετικά με το τι να κάνουμε το επόμενο.
ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΝΤΕΧΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ
Είναι ενδιαφέρον να συγκρίνουμε τα ευρήματα της GTA μελέτης με αυτά που γράψαμε τα τελευταία χρόνια για την εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή από την οπτική γωνία ενός οικογενειακού θεραπευτή ή ενός εκπαιδευτή οικογενειακής θεραπείας (Rober, 1999; 2002; 2005). Γενικά, αυτό το μοντέλο φαίνεται να επιβεβαιώνει ορισμένες από τις ιδέες για την εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή, όπως προτάθηκε σε προηγούμενες δημοσιεύσεις (Rober, 1999; 2002; 2005). Στην ποιοτική έρευνα αυτό θέτει το πρόβλημα της αξιοπιστίας. Βρίσκοντας ό,τι αναμενόταν ίσως κυρίως να ενισχύσει τις προκαταλήψεις του ερευνητή, αντί να βοηθήσει πραγματικά στην κατανόησή μας για το υπό εξέταση φαινόμενο. Επομένως, θα πρέπει να δούμε πιο προσεκτικά, και να επικεντρωθούμε σε ό,τι είναι νέο και απροσδόκητο στα ευρήματά μας. Έχουμε αποκτήσει περισσότερη κατανόηση της εσωτερικής συνομιλίας του θεραπευτή, αν συγκρίνουμε τα ευρήματά μας με ιδέες που δημοσιεύτηκαν αλλού και που διατυπώσαμε αρχικά; Τι βρήκαμε που δεν περιμέναμε; Τι δεν βρήκαμε που περιμέναμε;
Όταν κάνουμε μια τέτοια σύγκριση, θα μπορούσαμε να πούμε, για παράδειγμα, ότι ο τομέας 4 έχει κάποια ομοιότητα με αυτό που ονομάσαμε «επαγγελματικό εαυτό» σε ένα από τα κλινικά μας άρθρα για την εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή (Rober, 2005). Σε αυτό το άρθρο περιγράψαμε τον επαγγελματικό εαυτό του θεραπευτή ως «… την υπόθεση του θεραπευτή… και την προετοιμασία του/της για απαντήσεις». (Rober, 2005, σελ.489). Σε αντίθεση με αυτό που γράψαμε το 2005, ωστόσο, στο μοντέλο που αναπτύξαμε σε αυτήν τη μελέτη GTA, η υπόθεση του θεραπευτή ανήκει στον τομέα 2 (την επεξεργασία της ιστορίας του πελάτη). Μόνο η προετοιμασία των απαντήσεων από τον θεραπευτή αποτελεί μέρος του τομέα 4. Επιπλέον, η έρευνά μας βοηθά στην κατανόησή μας για την εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή, καθώς δείχνει ότι οι στοχασμοί του θεραπευτή σχετικά με τη διαχείριση της θεραπευτικής διαδικασίας (τομέας 4) αποτελούνται κυρίως από προβληματισμούς σχετικά με τη βελτιστοποίηση του θεραπευτικού πλαισίου (κατηγορία 4.1.), με τη βοήθεια του πελάτη στην αφήγηση της ιστορίας του/της (κατηγορία 4.4.) και σχετικά με τις θεραπευτικές παρεμβάσεις (κατηγορία 4.2. και κατηγορία 4.3.).
Ενώ ο τομέας 4 έχει κάποιες ομοιότητες με τον «επαγγελματικό εαυτό», οι άλλοι τρεις τομείς μαζί μοιάζουν με τον «εμπειρικό εαυτό» (Rober, 2005). Ο Rober περιέγραψε τον βιωμένο εαυτό ως «τις παρατηρήσεις του θεραπευτή καθώς και τις αναμνήσεις, τις εικόνες και φαντασιώσεις που ενεργοποιούνται από αυτό που παρατηρεί». (Rober, 2005, σελ. 489) Όπως σημειώσαμε παραπάνω, σε αντίθεση με το έγγραφο του 2005, ένα σημαντικό μέρος του τομέα 2 (η επεξεργασία της ιστορίας του πελάτη), αποτελείται από την υπόθεση του θεραπευτή. Επιπλέον, η έρευνά μας μάς βοήθησε να κατανοήσουμε πιο λεπτομερώς τι είναι ο βιωμένος εαυτός, καθώς επισημαίνει ότι ο «βιωμένος εαυτός» μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελείται από τρεις κύριες πτυχές: την παρακολούθηση της διαδικασίας του πελάτη από τον θεραπευτή (τομέας 1 ), την επεξεργασία της ιστορίας του πελάτη από τον θεραπευτή (τομέας 2) και την εστίαση του θεραπευτή στη δική του εμπειρία. Επιπλέον, η έρευνά μας μας βοηθά να κατανοήσουμε, για παράδειγμα, πώς ακριβώς οι θεραπευτές αντιμετωπίζουν τη δική τους εμπειρία στη συνεδρία. Δείχνει ότι οι θεραπευτές προσπαθούν να έχουν επίγνωση των συναισθημάτων τους (κατηγορία 3.1.1.) και προσπαθούν να κάνουν κάτι με αυτά (κατηγορία 3.2.1.). Επιπλέον, οι θεραπευτές διαχειρίζονται τη δική τους διαδικασία σκέψης: παρατηρώντας τη διαδικασία σκέψης τους, έχοντας επίγνωση της κατάστασης γνώσης τους, όπως των δικών τους προσωπικών απόψεων και αξιών.
Συνοψίζοντας μπορούμε να πούμε ότι η μελέτη GTA μας βοήθησε να περάσουμε από ένα μοντέλο με δύο κύριες θέσεις στην εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή (θέση του βιωμένου εαυτού και θέση του επαγγελματικού εαυτού), σε ένα πιο σύνθετο μοντέλο με τέσσερις θέσεις: παρακολούθηση της διαδικασία του πελάτη, την επεξεργασία της ιστορίας του πελάτη, την εστίαση στην εμπειρία του ίδιου του θεραπευτή και τη διαχείριση της θεραπευτικής διαδικασίας. Αυτό, στην πραγματικότητα, αντιπροσωπεύει ένα μοντέλο της εσωτερικής συνομιλίας του θεραπευτή ως μια πολύπλοκη διαδικασία οργανωμένη γύρω από δύο διαλεκτικές: εστίαση πελάτη εναντίον θεραπευτή και εστίαση περιεχομένου εναντίον διαδικασίας. Επιπλέον, αυτό το μοντέλο υπογραμμίζει ότι στην εσωτερική συνομιλία ο θεραπευτής δεν επικεντρώνεται μόνο στην ιστορία που λέει ο πελάτης. Είναι μια πληρέστερη εξήγηση της έκτασης και του τρόπου με τον οποίο ο θεραπευτής απασχολείται από την εμπειρία του/της με τον πελάτη. Το μοντέλο δεν είναι χτισμένο γύρω από τη μεταφορά του θεραπευτή ως «ηρωικού, παντογνώστη σωτήρα» στη θεραπεία. Αντίθετα, αναγνωρίζει τον διάλογο του θεραπευτή με τον πελάτη ως το κέντρο της θεραπευτικής διαδικασίας (Rober et al., υπό έκδοση). Φαίνεται ότι το προηγούμενο μοντέλο μας μπορεί να ήταν υπερβολικά «θεραποκεντρικό», υποτιμώντας έτσι τον ρόλο του Άλλου στη βιωμένη εμπειρία του θεραπευτή κατά τη διάρκεια της συνεδρίας. Στο νέο μας μοντέλο της εσωτερικής συνομιλίας του θεραπευτή, ο πελάτης απεικονίζεται ως ένας αληθινός διαλογικός εταίρος: ενεργός (Bohart & Tallman, 1998), αν όχι ηρωικός (Duncan & Miller, 2000), στη σύνδεση με τον θεραπευτή και συμμετέχοντας στο ροή ομιλίας. Ο θεραπευτής απεικονίζεται ως πρωταρχικά επικεντρωμένος στο συντονισμό με τον πελάτη και στη δημιουργία ενός χώρου μαζί με τον πελάτη στον οποίο μπορούν να εξερευνήσουν τη ζωή και τα βάσανα του και να αναζητήσουν νέα ελπίδα και πιθανή αλλαγή (Rober et al., υπό έκδοση).
Χρησιμοποιώντας το φακό αυτού του νέου μοντέλου, ας δούμε τώρα πιο προσεκτικά ορισμένα από τα δεδομένα μας σε αυτήν τη μελέτη και ας δούμε τι μπορούμε να μάθουμε για τις εσωτερικές συνομιλίες των θεραπευτών.
ΜΕΡΙΚΑ ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΡΑΠΕΥΤΗ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Ενώ έχουμε προτείνει ένα περιγραφικό μοντέλο της εσωτερικής συνομιλίας του θεραπευτή (Rober, et.al. υπό έκδοση), στα δεδομένα μας, οι θεραπευτές μόνο μερικές φορές απευθύνονται ρητά στον εαυτό τους στις εσωτερικές τους συνομιλίες (κατηγορία 3.2.). Σε έξι από τις οκτώ μεταγραφές μπορεί να βρεθεί αυτό το είδος εσωτερικού διαλόγου. Μερικοί θεραπευτές χρησιμοποιούν ακόμη και τα δικά τους χριστιανικά ονόματα (εδώ αντικαθίστανται από ψευδώνυμα) για να απευθυνθούν στον εαυτό τους.
Δύο παραδείγματα:
Mrs. Orange 2.15 «…περπάτα στα τσόφλια αυγών, Σάρα,…»
Mr. Black 11.30 «Μη μιλάς πολύ, Λέο».
Ο εσωτερικός διάλογος δεν είναι καινούργια για τους ερευνητές της ψυχοθεραπείας, οι οποίοι διαπίστωσαν ότι είναι μια στρατηγική που χρησιμοποιούν έμπειροι θεραπευτές για να διαχειριστούν την αυτογνωσία τους (Williams, Polster, Grizzard, Rockenbaugh, & Judge, 2003). Στα δεδομένα μας, ο εσωτερικός διάλογος φαίνεται να είναι κυρίως ένα είδος αυτο-οδηγίας κατά την οποία ο θεραπευτής λέει στον εαυτό του/της τι να κάνει στη συνέχεια ή σε τι να επικεντρωθεί. Άλλες φορές οι θεραπευτές προειδοποιούν τον εαυτό τους για πιθανές δυσκολίες ή υπενθυμίζουν στον εαυτό τους να μην ξεχνάει πράγματα. Αυτά είναι πολύ ξεκάθαρα παραδείγματα ενός διαλογικού εαυτού στον οποίο δύο μέρη ενός ατόμου φαίνονται να βρίσκονται σε μια εσωτερική συνομιλία: Μια ακόμη ανακλαστική φωνή, που μιλάει από μια συγκεκριμένη απόσταση, απευθύνεται σε μια φωνή πιο προσανατολισμένη στη δράση που φαίνεται να είναι πιο κοντά στην εξωτερική συνομιλία με τον πελάτη. Αυτές οι σαφείς εσωτερικές συνομιλίες φαίνεται να βοηθούν τον θεραπευτή να αποφασίσει τι να κάνει.
Η ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΘΕΡΑΠΕΥΤΗ
Ενώ οι θεραπευτές μερικές φορές απευθύνονται ρητά στον εαυτό τους στις εσωτερικές τους συνομιλίες, συχνά δεν είναι προφανές σε ποιον απευθύνονται αυτές οι φωνές. Μερικές φορές μια αντανάκλαση φαίνεται να είναι η έκφραση μιας μονολιθικής σκέψης ή ιδέας που ανταποκρίνεται σε οτιδήποτε λέει ή κάνει ο πελάτης, σαν να είναι μια εσωτερική φωνή που μιλάει από μια συγκεκριμένη θέση. Συχνά, ωστόσο, οι στοχασμοί ενός θεραπευτή παρουσιάζονται ως μια αλληλουχία διαφορετικών σκέψεων. Σε αυτές τις περιπτώσεις μπορούμε να αναγνωρίσουμε διαφορετικές εσωτερικές φωνές, η καθεμία να μιλάει από διαφορετική θέση, να εκφράζει διαφορετική ανησυχία, μερικές φορές ακόμη και να έρχεται σε αντιπαράθεση με άλλες φωνές. Αυτές οι εσωτερικές φωνές ανταποκρίνονται στις φωνές της εξωτερικής συνομιλίας, αλλά επίσης ανταποκρίνονται η μία στην άλλη: αμφισβητούν η μία την άλλη, διαφωνούν ή αλληλοσυμπληρώνονται, η καθεμία αντιπροσωπεύει διαφορετικές θέσεις που μπορεί να πάρει ο θεραπευτής ή διαφορετικές ανησυχίες που μπορεί να έχει. Όπως γράφει ο Hermans (2004b), ο διάλογος είναι δυνατός μόνο όταν υπάρχει διαφορά: «…το μυαλό είναι σε θέση να διασκεδάσει μια ουσιαστική εσωτερική επικοινωνία, μόνο εάν το μέρος που απαντά είναι σε κάποιο βαθμό ποιοτικά διαφορετικό από το ζητούν μέρος.» (Hermans, 2004β, σελ. 14, πλάγια γράμματα στο πρωτότυπο) Μόνο στις περιπτώσεις που υπάρχει διαφορά μεταξύ των θέσεων από τις οποίες μιλούν οι φωνές, μπορεί να παρατηρηθεί ο διαλογικός χαρακτήρας των στοχασμών του θεραπευτή.
Ενδεικτικά, ας επιστρέψουμε στα δεδομένα του GTA και ας εξετάσουμε αυτό το απόσπασμα της συνεδρίας της κυρίας Orange (βλ. Πίνακα 1). Η απομαγνητοφώνηση της συνεδρίας παρουσιάζεται στην αριστερή στήλη. Η εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή (είσοδος του θεραπευτή στα 13 λεπτά. 45 δευτερόλεπτα στο συνεδρία) παρουσιάζεται στη δεξιά στήλη. Αυτό το παράδειγμα μιας εσωτερικής συνομιλίας ενός θεραπευτή επεξηγεί τη διαλογική άποψη του εαυτού του θεραπευτή: διαφορετικές εσωτερικές φωνές, μιλώντας από διαφορετικές θέσεις του Εγώ, απαντώντας η μία στην άλλη (Hermans, 2004a). Κάθε θέση μπορεί να διακριθεί ως μια ξεχωριστή εσωτερική φωνή που αμφισβητεί την προηγούμενη φωνή, τη σχολιάζει, την ενισχύει ή διαφωνεί μαζί της. Στην πραγματικότητα, είναι δυνατό να διακρίνουμε επτά διαφορετικά μέρη μέσα σε αυτό το παράδειγμα εσωτερικής ομιλίας του θεραπευτή:
1: «Λάθος, ακούει τον εαυτό της να λέει ότι πήγε να ζήσει σε δωμάτια λόγω των γονιών της! Αυτό είναι απαράδεκτο» [Ανήσυχος, αμφισβητούμενος]
2: «Κάνε κάτι, Σάρα!» [Παρότρυνση, αυτοδιδασκαλία]
3: “Τι;” [Ζητώντας βοήθεια]
4: «Μην αφήσεις αυτό το συναίσθημα και αυτή την εντύπωση να υπάρχει μέσα της!!» [Ενσυναίσθηση με τον πελάτη, αυτοδιδασκαλία]
5: «Σκέψου, σκέψου…» [Προτροπή να βρούμε μια λύση, αυτοδιδασκαλία]
6: “σκασμός”, [Εκφράζοντας απογοήτευση]
7: “διεύρυνση” [Προσφορά λύσης]
Δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι πρόκειται για επτά διαφορετικές εσωτερικές φωνές. Μάλλον δεν είναι, καθώς φαίνεται ότι τα μέρη 2, 4 και 7 μπορεί στην πραγματικότητα να είναι η ίδια φωνή. Μπορεί να μιλούν από την ίδια θέση, καθώς φαίνεται να μεταφέρουν το ίδιο γενικό μήνυμα και φαίνεται να ωθούν τον θεραπευτή προς την ίδια κατεύθυνση («κάντε κάτι»). Αυτό που είναι πιο σημαντικό εδώ, ωστόσο, είναι ότι το η εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή σε αυτό το παράδειγμα απεικονίζει ξεκάθαρα τη γενική ιδέα του διαλογικού εαυτού του θεραπευτή. Ενώ μια εσωτερική φωνή μιλάει, ο θεραπευτής ακούει τη δική του/της εσωτερική φωνή και ενεργοποιείται μια νέα φωνή για να σχολιάσει την πρώτη φωνή, να την επικρίνει, να την επαινέσει, να την αμφισβητήσει. Με αυτόν τον τρόπο, κάθε φωνή είναι ανατροφοδότηση για μια άλλη φωνή, εσωτερική ή εξωτερική. Σε αυτό το παράδειγμα, για παράδειγμα, η πρώτη φωνή ανησυχεί όταν παρατηρεί ότι ο πελάτης δεν δέχεται να κάνει κάτι. Μια τρίτη φωνή ρωτά «Μα τι πρέπει να κάνω;» «Προσπαθήστε να αλλάξετε τον τρόπο που αισθάνεται», φαίνεται να απαντά η φωνή προσανατολισμένη στη δράση. Αυτή η φωνή ωθεί τον θεραπευτή να καταλήξει σε μία λύση. Τέλος, μια λύση προτείνεται από μια φωνή που προτρέπει τον θεραπευτή να «διευρύνει τη συζήτηση!» Κάθε φωνή του θεραπευτή είναι μια αντίδραση σε μια προηγούμενη φωνή, που παίρνει μια νέα θέση, αντανακλώντας μια άλλη ανησυχία. Τέλος, στην εξωτερική συνομιλία με τον πελάτη, η θεραπεύτρια όχι μόνο διευρύνει τη συζήτηση, αλλά εστιάζει επίσης στη διαδικασία στο εδώ και τώρα, ρωτώντας την θεραπεύτρια πώς νιώθει γι’ αυτήν όταν ο θεραπευτής της μιλάει για το σπίτι της και τους γονείς της.
Όταν κοιτάξουμε πιο προσεκτικά την εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή σε αυτό το απόσπασμα, παρατηρούμε ότι οι διαφορετικές φωνές του θεραπευτή μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε διαφορετικούς τομείς των προβληματισμών του θεραπευτή (βλ. Παράρτημα 1) όπως κατασκευάστηκαν στη Μελέτη GTA (Rober et al., στο τύπος). Αυτές είναι οι διαφορετικές φωνές στο παράδειγμά μας και οι τομείς στους οποίους μπορούν να κατηγοριοποιηθούν:
•Λάθος, ακούει τον εαυτό της να λέει ότι πήγε να ζήσει σε δωμάτια λόγω των γονιών της! Αυτό είναι απαράδεκτο (τομέας 1 και πιο έμμεσα τομέας 2)
- Κάνε κάτι, Σάρα! (τομέας 3)
- Τι; (τομέας 4)
- Μην αφήσεις αυτό το συναίσθημα και αυτή την εντύπωση να υπάρχει μέσα της!! (τομέας 4)
- Σκέψου, σκέψου,… (τομέας 3)
- σκατά, (τομέας 3)
- διεύρυνση (τομέας 4).
Αυτό δείχνει ότι στις εσωτερικές συνομιλίες του θεραπευτή, υπάρχουν κινήσεις μπρος-πίσω μεταξύ των φωνών που παρακολουθούν τη διαδικασία του πελάτη (τομέας 1), των φωνών που επεξεργάζονται την ιστορία του πελάτη (τομέας 2), των φωνών που ασχολούνται με τη δική του εμπειρία (τομέας 3) και φωνές που εστιάζουν στη θεραπευτική διαδικασία (τομέας 4). Από αυτή την άποψη, καθένας από τους τέσσερις τομείς φαίνεται να αντιπροσωπεύει μια διαφορετική ανησυχία του θεραπευτή στην εργασία του/της με τον πελάτη (βλ. Πίνακα 2).
Οι φωνές που εκφράζουν τις διαφορετικές ανησυχίες του θεραπευτή απαντούν μεταξύ τους: αμφισβητώντας, διαφωνώντας και συμπληρώνοντας ο ένας τις δηλώσεις του άλλου. Η εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή, λοιπόν, μπορεί να θεωρηθεί πεδίο έντασης μεταξύ διαφορετικών ανησυχιών, στο οποίο αξιολογείται η διαλογική κατάσταση (η ιστορία του πελάτη καθώς και ο τρέχων διάλογος με τον θεραπευτή) (τομέας 1, 2, 3) και μέσω αυτής της αλληλεπίδρασης μεταξύ των εσωτερικών φωνών γίνεται μια σταδιακή κίνηση προς τη θεραπευτική δράση (τομέας 4). Η αποστολή του θεραπευτή, λοιπόν, είναι να βρει τρόπους αντιμετώπισης της έντασης σε αυτόν τον εσωτερικό διαλογικό χώρο με τις τέσσερις κύριες θέσεις του Εγώ, με τέτοιο τρόπο ώστε «να είμαι χρήσιμος για τον πελάτη μου». Στην ιδανική περίπτωση, θα πρέπει να υπάρχει ένας ισότιμος διάλογος μεταξύ των διαφορετικών θέσεων. Καμία από αυτές τις θέσεις δεν πρέπει να είναι κυρίαρχη και θα πρέπει να υπάρχει χώρος για όλες τις φωνές. Η ένταση μεταξύ των διαφορετικών θέσεων, λοιπόν, είναι μια ευκαιρία να ενισχυθεί η δημιουργικότητα και η επινοητικότητα του θεραπευτή.
Ωστόσο, αυτό συχνά δεν είναι εμφανές. Οι θεραπευτές μερικές φορές κολλάνε σε αυτή την ένταση. Τότε βιώνουν ένα αδιέξοδο, νιώθοντας αποδυναμωμένοι στον θεραπευτικό τους ρόλο (Φλάσκας, 2005).
Ας δώσουμε ένα παράδειγμα για να το διευκρινίσουμε αυτό. Από την εμπειρία μας ως επόπτες, μάθαμε ότι οι θεραπευτές μπορεί μερικές φορές να αισθάνονται ακινητοποιημένοι όταν βιώνουν έντονα συναισθήματα κατά τη διάρκεια της συνεδρία με τον πελάτη. Μια θεραπεύτρια που θα αποκαλούμε Τζούντι, για παράδειγμα, βρήκε τον εαυτό της να νιώθει πολύ θυμωμένη με την πελάτισσά της. Αυτό που την ενόχλησε περισσότερο ήταν ότι δεν μπορούσε πια να ακούει με ενσυναίσθηση την ιστορία της πελάτισσας: όλα όσα είπε η πελάτισσα έμοιαζαν να ενισχύουν τον θυμό της. Ένιωθε αδύναμη και δεν ήξερε πώς να είναι χρήσιμη. Είπε στον επόπτη της: «Οι θεραπευτές πρέπει να έχουν κατανόηση, δεν πρέπει να θυμώνουν με τους πελάτες τους». Η Τζούντι δεν είχε καταφέρει να βρει διέξοδο από αυτό που βίωνε, και στην εποπτεία έγινε σαφές ότι εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ από το καταστροφικό δυναμικό του θυμού της προς την πελάτισσά της που ένιωθε ακινητοποιημένη και δεν είχε αφήσει τον εαυτό της να σκεφτεί τρόπους όπου ο θυμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί εποικοδομητικά προς όφελος της θεραπευτικής διαδικασίας. Η Τζούντι ένιωσε κολλημένη και έτσι έγινε καθήκον του επόπτη να βρει τρόπους να τη βοηθήσει να αφήσει χώρο για αυτή την εσωτερική φωνή και να εξετάσει πιθανούς τρόπους χρήσης αυτής της φωνής με μη καταστροφικό τρόπο στη θεραπευτική διαδικασία (τομέας 4).
Ομοίως, στα δεδομένα μας εδώ βρίσκουμε περιπτώσεις που δείχνουν ότι η ενασχόληση με τις δικές τους εμπειρίες (για παράδειγμα έντονα συναισθήματα) δεν είναι πάντα εύκολη για τους θεραπευτές. Στο επόμενο παράδειγμα (βλ. Πίνακα 3) η θεραπεύτρια (αναφέρεται ως κυρία White) αναζητά έναν τρόπο να αντιμετωπίσει τη νευρικότητά της στην αρχή της συνεδρίας. Και πάλι, στην αριστερή στήλη βρίσκεται η απομαγνητοφώνηση της συνεδρίας και στη δεξιά στήλη οι αντανακλάσεις του θεραπευτή (σε αυτήν την περίπτωση στα 45 δευτερόλεπτα της συνεδρίας).
Αυτή είναι η αρχή της συνεδρίας. Τόσο ο πελάτης όσο και ο θεραπευτής φαίνεται να διστάζουν να ξεκινήσουν τη συζήτηση. Η εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή σε αυτό το παράδειγμα δείχνει πώς η θεραπεύτρια προσπαθεί να κυριαρχήσει στη νευρικότητα της και να είναι χρήσιμη στη διαδικασία του πελάτη. Θα αναλύσουμε τώρα αυτό το απόσπασμα, αναφερόμενοι στο γενικό μοντέλο που περιγράψαμε παραπάνω στο σχήμα 1. Όπως σημειώθηκε νωρίτερα, οι τέσσερις τομείς στο περιγραφικό μας μοντέλο λειτουργούν ως μια οργάνωση διαφορετικών θέσεων του Εγώ (Ι) του θεραπευτή, από τις οποίες μιλούν οι εσωτερικές του φωνές (Hermans, 2004a). Η θεραπεύτρια παρατηρεί ότι αισθάνεται ένταση (τομέας 3 – Εστίαση στην εμπειρία του ίδιου του θεραπευτή). Θέλει να κάνει μια καλή αρχή (τομέας 4 – Εστιάζοντας στη θεραπευτική διαδικασία) και θέλει να χαλαρώσει τον πελάτη ώστε να μπορεί να πει την ιστορία του (τομέας 4 – Εστίαση στη θεραπευτική διαδικασία). Η θεραπεύτρια αποφασίζει να ξεκινήσει τη συζήτηση με τον τρόπο που έχει συνηθίσει, με την ελπίδα ότι αυτό μπορεί να τη βοηθήσει να είναι λιγότερο τεταμένη (τομέας 3 – Εστίαση στην εμπειρία του ίδιου του θεραπευτή). Το κύριο μέλημα της θεραπεύτριας φαίνεται να είναι να βρει έναν τρόπο να κάνει χώρο για την ιστορία του πελάτη (βλ. επίσης Rober et al., υπό έκδοση). Θέλει να βεβαιωθεί ότι η δική της νευρικότητα δεν θα θέσει σε κίνδυνο αυτή την αποστολή. Έτσι, μετακινείται από τη θέση που βιώνει τη δική της νευρικότητα (τομέας 3) στη θέση του πώς να διαχειριστεί τη θεραπευτική συνάντηση (τομέας 4) και επιστρέφει ξανά σε μια θέση αντιμετώπισης αυτής της νευρικότητας (τομέας 3) με τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργήσει ένα ασφαλές πλαίσιο για να μπορέσει ο πελάτης να εναποθέσει την ιστορία του.
Αυτό το παράδειγμα δείχνει ότι στην εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή κάθε θέση μπορεί να διακριθεί ως μια ξεχωριστή εσωτερική φωνή που μιλάει, που ασχολείται με μια διαφορετική ανησυχία. Επιπλέον, αυτό το παράδειγμα δείχνει επίσης ότι η εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή αντανακλά τις προσπάθειες του θεραπευτή να κυριαρχήσει στη νευρικότητά του, προκειμένου να είναι χρήσιμος στον πελάτη του/της: αγωνίζεται να κατανοήσει τι συμβαίνει στη συνεδρία (τομέας 1), με αυτά που αφηγείται ο πελάτης (τομέας 2) και με αυτά που βιώνει ο ίδιος (τομέας 3), ρωτώντας τον/την τι θα κάνει στη συνέχεια που να είναι χρήσιμο στη θεραπευτική διαδικασία του πελάτη (τομέας 4). Έτσι, αν και ο διαλογικός εαυτός είναι αποκεντρωμένος και περιλαμβάνει μια πολλαπλότητα εσωτερικών φωνών, δεν είναι κατακερματισμένος ή χαοτικός. Μάλλον, αυτό έχει κάποια συνοχή και κάποια οργάνωση, με τέτοιο τρόπο ώστε να ταιριάζει με το κοινωνικό και πολιτισμικό του πλαίσιο (ρόλοι, προσδοκίες, κανόνες κ.λπ.) στο οποίο λειτουργεί ο θεραπευτής (Hermans, 2004β). Όταν σε αυτή τη μελέτη εστιάζουμε στην εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή, το κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο διαμορφώνεται ο διαλογικός εαυτός του θεραπευτή αναφέρεται αρχικά στον θεραπευτή, στο ρόλο του ως θεραπευτής και στην κοινωνική προσδοκία ότι είναι χρήσιμος στον πελάτη που βρίσκεται σε κίνδυνο.
Πράγματι, όπως γράφει ο Moghaddam (1999), η τοποθέτηση δεν μπορεί να εξεταστεί μεμονωμένα από το κοινωνικό και πολιτιστικό πλαίσιο. Πραγματοποιείται πάντα σε ένα πλαίσιο συγκεκριμένης ηθικής τάξης στην οποία οι φωνές είναι ενεργές: «οι κοινωνικοί και πολιτιστικοί κανόνες αντανακλώνται στον εσωτερικό διάλογο και, κατά συνέπεια, στη σχετική κυριαρχία των αντικρουόμενων ή εναλλακτικών φωνών» (Hermans, 2004β, σ. 17). Στη μελέτη μας, το πλαίσιο στο οποίο αναδύονται οι εσωτερικές φωνές του θεραπευτή είναι ένα πλαίσιο ψυχοθεραπείας στο οποίο ο θεραπευτής αναμένεται να είναι χρήσιμος στον πελάτη που βρίσκεται σε δυσφορία. Αυτό αντανακλάται ρητά στη σημασία της θέσης 4 στην εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή. Στη θέση 4 το κύριο μέλημα των εσωτερικών φωνών του θεραπευτή φαίνεται να είναι «Τι θα κάνω για να βοηθήσω τον πελάτη;» Αυτό σημαίνει ότι οι φωνές της θέσης 4 είναι προσανατολισμένες στη δράση (“Τι θα κάνω για να βοηθήσω τον πελάτη;”), στο μέλλον (βλ. Ο μελλοντικός χρόνος “Τι θα κάνω για να βοηθήσω τον πελάτη;”) , προσανατολισμένη στην υπηρεσία του ίδιου του θεραπευτή («Τι θα κάνω για να βοηθήσω τον/την πελάτη;») και προσανατολισμένη στον πελάτη («Τι θα κάνω για να βοηθήσω τον πελάτη;»). Πράγματι, η θέση 4 υποδηλώνει την ενσυναισθητική επέκταση του εαυτού του θεραπευτή στον πελάτη, καθώς ο θεραπευτής σταθμίζει την πιθανή επίδραση των ερωτήσεων και των παρεμβάσεων του/της στη διαδικασία του πελάτη.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Με βάση τη μελέτη μας στο GTA για τους στοχασμούς του θεραπευτή, σε αυτό το άρθρο προτείνουμε ένα διαλογικό μοντέλο της εσωτερικής συνομιλίας του θεραπευτή. Προηγούμενοι συγγραφείς, όπως ο Hermans (2004a, 2004b) και ο Stiles (1997, 1999), έχουν δώσει έμφαση στην πολλαπλότητα των πελατών. Προσπαθήσαμε να επεκτείνουμε αυτή την προοπτική στον θεραπευτή. Έχουμε απεικονίσει τον εαυτό του θεραπευτή ως μια δυναμική πολλαπλότητα εσωτερικών θέσεων που ενσωματώνονται ως φωνές, που έχουν διαλογικές σχέσεις ως προς τις ερωτήσεις και τις απαντήσεις, τη συμφωνία και τη διαφωνία, και ούτω καθεξής (Hermans, 2004a).
Σε σύγκριση με την προηγούμενη γραφή μας (Rober, 1999), αυτό το άρθρο αντιπροσωπεύει μια κίνηση προς τα εμπρός από δύο βασικές απόψεις: Η πρώτη κίνηση έχει να κάνει με τη χρήση του όρου «θέση» για να χαρακτηρίσουμε τις διαφορές μεταξύ εσωτερικών φωνών. Το «Positioning» είναι μια δυναμική μεταφορά που μας προσφέρει τη δυνατότητα να επισημάνουμε τη διαφοροποίηση των εσωτερικών φωνών, εντοπίζοντάς τες στο χρόνο και στο χώρο, όχι ως πράγματα ή μέρη αλλά αντίθετα ως πλεονεκτήματα, υπονοώντας ότι ο κόσμος φαίνεται πάντα από ένα συγκεκριμένο πλεονέκτημα , και όχι από ένα άλλο. Η έννοια της «τοποθέτησης» μας βοηθά να περιγράψουμε καλύτερα τη δυναμική του διαλογικού εαυτού, όπου μια φωνή εμπλέκεται σε διάλογο με μια άλλη φωνή. Μας βοηθά επίσης να περιγράψουμε την εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή, εμπλουτίζοντας τη σκέψη μας σχετικά με την πολυπλοκότητα των θεραπευτικών σχέσεων. Δεύτερον, περάσαμε από ένα σχετικά απλό μοντέλο της εσωτερικής συνομιλίας του θεραπευτή ως διαλεκτική διαδικασία με δύο κύριες θέσεις από τις οποίες μπορούν να μιλήσουν οι εσωτερικές φωνές (ο βιωμένος εαυτός και ο επαγγελματικός εαυτός), σε ένα πιο σύνθετο μοντέλο με τέσσερις θέσεις. Σε αυτό το νέο μοντέλο, καθεμία από τις τέσσερις θέσεις αντιπροσωπεύει μια ανησυχία του θεραπευτή: παρακολούθηση της διαδικασίας του πελάτη, επεξεργασία της ιστορίας του πελάτη, εστίαση στην εμπειρία του ίδιου του θεραπευτή και διαχείριση της θεραπευτικής διαδικασίας. Το μοντέλο υπογραμμίζει τη σημασία του διαλόγου με τον πελάτη για τη θεραπευτική διαδικασία, καθώς το πρώτο μέλημα του θεραπευτή είναι να συντονιστεί με τον πελάτη και με τη διαλογική δημιουργία ενός χώρου ομιλίας στον οποίο ο πελάτης μπορεί να πει την ιστορία του.
ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
Τα δεδομένα που παράγονται από τη μελέτη είναι εξαιρετικά πλούσια και πολύπλοκα. Η ανάλυση που αναφέρουμε εδώ είναι πολύ γενική και απλώς χαράζει την επιφάνεια: περιγράφει με ευρείες πινελιές την εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή όπως αντανακλάται στα δεδομένα. Απαιτείται επίσης περισσότερη έρευνα για να επικεντρωθεί σε συγκεκριμένες πτυχές της εσωτερικής συνομιλίας του θεραπευτή, ιδιαίτερα όσον αφορά τις συγκεκριμένες διαδικασίες στην εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή στην οικογενειακή θεραπεία, σε σύγκριση με την ατομική θεραπεία. Απαιτείται επίσης περισσότερη έρευνα για να εξεταστούν προσεκτικά ορισμένα από τα θέματα που συζητήσαμε σε προηγούμενες δημοσιεύσεις από κλινική άποψη (Rober, 1999, 2002, 2004, 2005). Συγκεκριμένα, δεδομένου ότι έχουμε δώσει τόση σημασία στην αντανακλαστική πτυχή της μη γνώσης σε προηγούμενες δημοσιεύσεις (Rober, 2005), είναι σημαντικό να προσπαθήσουμε να διατυπώσουμε όσο το δυνατόν ακριβέστερα τρόπο τι είναι ακριβώς η διαδικασία του στοχασμού, πότε οι θεραπευτές στοχάζονται και πώς το επιτυγχάνουν. Αυτή η έρευνα έχει επίσης μια σειρά σημαντικών μεθοδολογικών περιορισμών. Προφανώς, ο κεντρικός μεθοδολογικός περιορισμός αυτής της μελέτης είναι η χρήση ενός πελάτη με ρόλους. Επειδή ο πελάτης έπαιξε κάποιο ρόλο, δεν επικεντρωθήκαμε καθόλου στις εμπειρίες του πελάτη από τις συνεδρίες. Ένας άλλος σημαντικός μεθοδολογικός περιορισμός αφορά τον μικρό αριθμό συμμετεχόντων, και ίσως ακόμη πιο σημαντικό, την έλλειψη διαφορετικότητας του θεραπευτικού περιβάλλοντος. Πράγματι, ως οικογενειακοί θεραπευτές, πιστεύουμε ότι υπάρχει ανάγκη για επανάληψη αυτής της μελέτης με ζευγάρια ή οικογένειες, αντί για μεμονωμένους πελάτες. Ένας τρίτος σημαντικός μεθοδολογικός περιορισμός έγκειται στη διαδικασία της ανάκληση υποβοηθούμενη από ταινία, που δεν μπορεί να θεωρηθεί τέλεια καταγραφή των αντανακλάσεων ενός θεραπευτή. Όταν οι θεραπευτές βάζουν τις σκέψεις τους στον υπολογιστή, υπάρχει μια επιλογή. Είναι ευρέως γνωστό στην αφηγηματική ψυχολογία ότι οι άνθρωποι στοχεύουν σε κάποιο επίπεδο συνοχής στις ιστορίες του εαυτού τους και ότι αυτό μπορεί να τους κάνει επιλεκτικούς στην αφήγηση των προσωπικών τους εμπειριών (π.χ. Carr, 1986; Baerger & McAdams, 1999; Fiese, 2002). Φαίνεται ότι και αυτό έπαιξε ρόλο στην έρευνά μας. Αυτό που πραγματικά μελετήσαμε δεν είναι οι εσωτερικές συνομιλίες των θεραπευτών, αλλά οι εσωτερικές συνομιλίες για τις οποίες οι συμμετέχοντες θεραπευτές ήταν πρόθυμοι να μιλήσουν στο δεδομένο πλαίσιο.
ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ
Από πολλές απόψεις, αυτό το νέο μοντέλο μας προσφέρει δυνητικά πλούσιες προοπτικές για το μέλλον. Όσον αφορά την εκπαίδευση και την επίβλεψη, έχουμε ήδη υποδείξει σε αυτό το άρθρο ορισμένες από τις επιπτώσεις του μοντέλου μας. Γενικά, μπορούμε να πούμε ότι το μοντέλο μας προτείνει ότι η εκπαίδευση ψυχοθεραπείας, μεταξύ άλλων, θα πρέπει επίσης να στοχεύει στο να βοηθήσει τους θεραπευτές να αντιμετωπίσουν την ένταση που υπάρχει ανάμεσα στις τέσσερις κύριες θέσεις Εγώ του θεραπευτή. Στην επίβλεψη των θεραπευτών σε σημεία όπου ακινητοποιούνται, η μελέτη μας προτείνει ότι το κεντρικό ερώτημα είναι με ποιον τρόπο η ένταση μεταξύ των κύριων θέσεων Εγώ στην εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την προώθηση του διαλόγου με τους πελάτες και, τελικά, της θεραπευτικής διαδικασίας. Όσον αφορά την έρευνα, μια δυνητικά εξαιρετικά παραγωγική γραμμή για περαιτέρω έρευνα μπορεί να είναι η εξέταση του διαλόγου του θεραπευτή σε ακινητοποιημένα σημεία προκειμένου να εντοπιστούν οι διαφορές μεταξύ παραγωγικού και μη παραγωγικού εσωτερικού διαλόγου θεραπευτή. Ο εντοπισμός βασικών σημείων όπου οι θεραπευτές κολλάνε και οι χρήσιμες στρατηγικές για την απελευθέρωση από τέτοιες θέσεις, θα μπορούσε να αποδειχθεί πολύ χρήσιμος τόσο για έμπειρους όσο και για άπειρους θεραπευτές και για τους επόπτες τους.
Ψυχοθεραπεία, 33, 5-18.
Τοποθέτηση στην εσωτερική συνομιλία του θεραπευτή.020 31
Παράρτημα 1: Το σύστημα κωδικών: Περίληψη των κύριων κατηγοριών
- Παρακολούθηση της διαδικασίας πελάτη
1.1 Αναλογισμός της προσωπικής διαδικασίας του πελάτη
1.1.1. παρακολούθηση του προβληματισμού του πελάτη
1.1.2. αξιολόγηση της αντίδρασης του πελάτη στον θεραπευτή
1.1.3. αίσθηση της εμπειρίας του πελάτη
1.1.4. αξιολόγηση της εξέλιξης του πελάτη
1.1.5. παρακολούθηση της αφήγησης του πελάτη
1.2. Προσπάθεια κατανόησης των προσδοκιών του πελάτη
1.3. Παρατηρήσεις διαδικασίας - Επεξεργασία της ιστορίας του πελάτη
2.1. Αξιολογώντας την πελάτισσα από τις ιστορίες της
2.2. Υποθέσεις - Εστίαση στην εμπειρία του θεραπευτή
3.1. Βίωση συναισθημάτων
3.1.1. επίγνωση της δικής της εμπειρίας
3.1.2. αντιδρώντας από τη δική του εμπειρία
3.2. Καθοδήγηση του/της ρητά
3.2.1. καθοδήγηση σχετικά με τη διαχείριση του εαυτού
3.2.2. καθοδήγηση σχετικά με τις θεραπευτικές δράσεις
3.2.3. προειδοποιώντας τον εαυτό του/της για πιθανές δυσκολίες
3.2.4. υπενθυμίζοντας του/της να μην ξεχνά
3.2.5. διδάσκοντας εστίαση
3.3. Διαχείριση της διαδικασίας σκέψης
3.3.1. παρακολούθηση/αναδιατύπωση όσων λέει ο πελάτης
3.3.2. παρατηρώντας τη διαδικασία της σκέψης
3.3.3. δικές του προσωπικές απόψεις και αξίες
3.3.3.1. αισθάνονται τις δικές τους ανάγκες/προτιμήσεις
3.3.3.2. εκφράζοντας τη δική του άποψη
3.3.4. φτάνοντας διανοητικά έξω από τη συνεδρία
3.4. Απευθυνόμενος στον πελάτη έμμεσα - Διαχείριση της θεραπευτικής διαδικασίας
4.1. Βελτιστοποίηση του πλαισίου
4.2. Εξέταση/περιγραφή θεραπευτικών δράσεων
4.3. Σχεδιασμός/στοχασμός για παρεμβάσεις
4.4. Βοηθώντας στην αφήγηση της ιστορίας - Αντανακλάσεις της τεχνητής κατάστασης
Πίνακας 1
Παράδειγμα Εσωτερικού Διαλόγου Παραγωγικού Θεραπευτή: Απομαγνητοφώνηση συνεδρίας και αντανακλάσεις θεραπευτή
Εξωτερική συνομιλία- Εσωτερική συνομιλία
Θεραπευτής: …Πηγαίνοντας σε μια φοιτητική πόλη, να ζήσετε στο διαμέρισμα ενός φοιτητή, ήταν…
Πελάτης: Δεν ήταν εύκολο.
Θεραπευτής: Δεν ήταν εύκολο;
Πελάτης: Όχι, ήταν πολύ δύσκολο.
Θεραπευτής: Διαλέξατε μόνη σας το διαμέρισμά σας; Ή το κάνατε μαζί με τους γονείς σας;
Πελάτης: Μαζί με τους γονείς μου […] έχω διστάσει πολύ να πάω να ζήσω στο […] αλλά νόμιζα ότι ήταν καλύτερα… θα μπορούσα να είμαι περισσότερο μόνος μου.
Θεραπευτής: Αυτό ήταν που σας έκανε να αποφασίσετε να ζήσετε σε διαμέρισμα φοιτητή, αντί να μείνετε στο σπίτι;
Πελάτης: Είναι τόσο περίεργο, είναι σαν να υπονοούμε ότι είναι άσχημα στο σπίτι, δεν θέλω να δώσω την εντύπωση ότι, ναι, μερικές φορές είναι δύσκολο (13.45) και ναι, όταν λέω πήγα να μένω στο διαμέρισμα ενός φοιτητή γιατί στο σπίτι είναι κόλαση, και ότι είναι απόδραση κ.λπ. Υπάρχουν επίσης πρακτικοί λόγοι για να ζεις στο διαμέρισμα ενός φοιτητή, λόγω του τρένου και ούτω καθεξής…
Θεραπευτής: Αν έχετε την εντύπωση ότι το θεωρώ απόδραση ή κάτι τέτοιο, πρέπει να σας πω ότι δεν το βλέπω έτσι… Δεν θα ήθελα να έχετε αυτή την εντύπωση…[…] Μπορώ να σας ρωτήσω κάτι. ?
Πελάτης: Ναι.
Θεραπευτής: Όταν μιλάω για το σπίτι σας ή όταν μιλάω για τους γονείς σας, είναι δύσκολο για εσάς;
Πελάτης: Ωχ, όχι, ε, ίσως γι’ αυτό έρχομαι στη θεραπεία….
(13.45)
Λάθος, ακούει τον εαυτό της να λέει ότι πήγε να ζήσει σε δωμάτια λόγω των γονιών της! Αυτό είναι απαράδεκτο.
Κάνε κάτι Σάραχα!(ψευδώνυμο)
Τι?
Μην αφήνεις αυτό το συναίσθημα και αυτή την εντύπωση να υπάρχει σε αυτήν!! Σκέψου, σκέψου…
σκασμός,
ας διευρύνω
Πίνακας 2
Οι Τέσσερεις Τομείς της Εμπειρίας του Θεραπευτή κατά την συνεδρία ως Επίκεντρο της Ανησυχίας του
Όνομα τομέα
(βλέπε παράρτημα 1)
Η ανησυχία του θεραπευτή
1.
Παρακολούθηση της διαδικασίας πελάτη
«Πού είναι ο πελάτης στο διάλογο;
Ο θεραπευτής αναλογίζεται την προσωπική διαδικασία του πελάτη στο εδώ και τώρα της συνεδρίας, προσπαθεί να κατανοήσει τις προσδοκίες του πελάτη και να κάνει παρατηρήσεις διαδικασίας.
2.
Επεξεργασία της ιστορίας του πελάτη
«Τι μου λέει ο πελάτης;»
Ο θεραπευτής προσπαθεί να κατανοήσει την ιστορία του πελάτη μέσω υποθέσεων για το πρόσωπο, τη ζωή και τις σχέσεις του πελάτη. Επιπλέον, ο θεραπευτής αξιολογεί τον πελάτη στις ιστορίες του/της, αξιολογώντας τη σοβαρότητα και παρατηρώντας τους πόρους.
3.
Εστιάζοντας στην δική του εμπειρία ως θεραπευτή
«Πού βρίσκομαι στο διάλογο;»
Ο θεραπευτής γνωρίζει τις δικές του εμπειρίες στη συνεδρία. Επιπλέον, διαχειρίζεται τη διαδικασία σκέψης του/της και καθοδηγεί τον εαυτό του/της για το τι πρέπει να κάνει.
Διαχείριση της θεραπευτικής διαδικασίας
«Πώς μπορώ να βοηθήσω τον πελάτη στη διαδικασία του;»
Ο θεραπευτής αναλογίζεται τις πιθανές θεραπευτικές δράσεις και τις σχεδιάζει. Ο θεραπευτής βελτιστοποιεί τον θεραπευτικό χώρο για να κάνει χώρο για την ιστορία του πελάτη και βοηθά τον στην αφήγηση της ιστορίας του/της.
Πίνακας 3
Παράδειγμα Εσωτερικού Διαλόγου Θεραπευτή: Απομαγνητοφώνηση συνεδρίας και Θεραπευτικές Σκέψεις
Εξωτερική συνομιλία Εσωτερική συνομιλία
Θεραπευτής: […] Λοιπόν, καλησπέρα. Είναι είναι η πρώτη φορά που έρχεστε σε αυτό το θεραπευτικό κέντρο?
Πελάτης: Χμμμ
Θεραπευτής: Χμμμ, ναι, δεν ξέρω αν έχετε ιδέα για το πού βρίσκεστε ή πώς λειτουργεί ένα κέντρο θεραπείας;
Πελάτης: Όχι, όχι, πραγματικά. Απλώς ο γιατρός μου έδωσε αυτή τη διεύθυνση και τον αριθμό τηλεφώνου. Η κυρία είπε απλώς ότι έπρεπε να έρθω εδώ αυτή τη στιγμή και για τα υπόλοιπα….
Θεραπευτής: Ω, ναι, εντάξει. (00.45)
Ίσως να σας εξηγήσω εν συντομία για αυτό το κέντρο και πώς λειτουργεί και, ε, ίσως αν και εσείς… εεε, μπορείτε να μου θέσετε ό,τι απορία έχετε…
Πελάτης: Α ναι, εντάξει.
(00.45)
Νιώθω ένταση. Πιστεύω ότι είναι σημαντικό να κάνω μια καλή αρχή και κυρίως η πελάτισσα να νιώθει άνετα μαζί μου όσο το δυνατόν περισσότερο, ώστε να μπορεί να πει την ιστορία της. Προσπαθώ να βρω κάτι να κρατήσω με τον συνηθισμένο τρόπο που ξεκινώ με τους πελάτες (εξηγώντας κάτι για ένα θεραπευτικό κέντρο και πώς θα προχωρήσουν τα πράγματα).